Alternate/Alternative forms reliability control

*Έλεγχος αξιοπιστίας μέσω αντίστοιχων μορφών δοκιμασίας.

Τεχνική της συμφωνίας για έλεγχο της αξιοπιστίας. Τσοπάνογλου 20102:165.

Πρόκειται για μία από τις τρεις περισσότερο χρησιμοποιούμενες τεχνικές ελέγχου της αξιοπιστίας ενός οργάνου μέτρησης, και επομένως και των θεμάτων εξέτασης στην εκπαίδευση. Οι άλλες δύο είναι η τεχνική ελέγχου της αξιοπιστίας μέσω εξετάσεως-επανεξετάσεως (test-retest) και η τεχνική ελέγχου της διά της διχοτόμησης (split-half).

Στην περίπτωση του ελέγχου μέσω αντίστοιχων μορφών, κατασκευάζονται δύο όργανα μέτρησης που υπακούουν στις ίδιες προδιαγραφές ή προκύπτουν από την ίδια τράπεζα ερωτημάτων, αν πρόκειται για δοκιμασίες «κλειστού τύπου». Αν οι προδιαγραφές είναι αποτελεσματικές, τα δύο όργανα που ετοιμάστηκαν, όταν χρησιμοποιηθούν πάνω στο ίδιο δείγμα υποκειμένων (για παράδειγμα μαθητών) την ίδια χρονική στιγμή ή περίοδο, αναμένεται να δώσουν το ίδιο αποτέλεσμα.

Όπως είναι φανερό, αυτή η διαδικασία ελέγχου της αξιοπιστίας μοιάζει πολύ με τη διαδικασία ελέγχου της εγκυρότητας (εγκυρότητα συμφωνίας). Η διαφορά τους έγκειται στο γεγονός ότι ενώ κατά τον έλεγχο της εγκυρότητας έχουμε ένα σημείο αναφοράς, δηλαδή ένα όργανο μέτρησης που θεωρείται εξορισμού «καλό», δηλαδή αξιόπιστο και, κατ' επέκταση, έγκυρο, κατά τον έλεγχο της αξιοπιστίας μέσω οργάνων αντίστοιχης μορφής μέτρησης, κανένα από τα δύο εναλλακτικά και θεωρητικώς ισοδύναμα όργανα δεν αποτελεί σημείο αναφοράς. Συνεπώς, αν το αποτέλεσμα της χρήσης των δύο οργάνων αντίστοιχης μορφής είναι ίδιο ή πολύ όμοιο, τότε ξέρουμε ότι οι προδιαγραφές για την κατασκευή των οργάνων είναι καλές και θα υπάρχει σταθερότητα στις μετρήσεις. Δε γνωρίζουμε όμως αν τα εναλλακτικά και ισοδύναμα όργανα που κατασκευάζονται βάσει αυτών των προδιαγραφών μετρούν πράγματι αυτό που θέλουμε, δηλαδή τις μεταβλητές ιδιότητες που δηλώνουμε ότι μετράμε. Γι' αυτό το λόγο, στη μία περίπτωση (agreement validity) ο υψηλός βαθμός συμφωνίας των αποτελεσμάτων θεωρείται ότι φανερώνει την εγκυρότητα όλης της ερευνητικής διαδικασίας, ενώ στη δεύτερη (alternate forms) την αξιοπιστία του οργάνου και συνεπώς τη σταθερότητα στη χρήση του ίδιου ή παρόμοιων οργάνων.

Όπως είναι φανερό, αυτή η τεχνική ελέγχου θα έπρεπε να εφαρμόζεται κυρίως στην εξωτερική αξιολόγηση σε ευρεία κλίμακα, όπου υπάρχουν προδιαγραφές για την κατασκευή νέου οργάνου μέτρησης για κάθε εξεταστική περίοδο (για παράδειγμα εισαγωγικές εξετάσεις για τα ΑΕΙ της χώρας, πιστοποίηση της γλωσσομάθειας, κτλ.).

Βιβλιογραφία

  • Τσοπάνογλου Α. (20102). Μεθοδολογία της επιστημονικής έρευνας και εφαρμογές της στην αξιολόγηση της γλωσσικής κατάρτιση. Θεσσαλονίκη: Εκδ. Ζήτη.