Random sampling

Τυχαία δειγματοληψία. Παπαδημητρίου 2001:58. Cohen et al. 2008:164.

Τυχαία ονομάζεται η δειγματοληψία όταν όλες οι στατιστικές μονάδες (π.χ. μαθητές) του δειγματοληπτικού πλαισίου (πληθυσμού) έχουν ίσες πιθανότητες να συμπεριληφθούν στο δείγμα. Αυτό σημαίνει πως ο ερευνητής δε χρησιμοποιεί προσωπικά/υποκειμενικά κριτήρια για την επιλογή ή όχι μιας δειγματοληπτικής μονάδας, όπως συμβαίνει στην κατευθυνόμενη δειγματοληψία.

Η τυχαία δειγματοληψία διακρίνεται στις εξής υποκατηγορίες:

Α) Απλή τυχαία, όταν η κάθε μεμονωμένη στατιστική μονάδα έχει ακριβώς τις ίδιες πιθανότητες επιλογής της με οποιαδήποτε άλλη. Για την εξασφάλιση αυτής της συνθήκης, οι μονάδες καταγράφονται σε πίνακα, στον οποίο εμφανίζονται ως αριθμοί. Ο πίνακας αυτός ονομάζεται πίνακας τυχαίων αριθμών. Εναλλακτικά, μπορεί να εφαρμοστεί η μέθοδος της κλήρωσης.

Β) Συστηματική, όταν από έναν πίνακα που περιλαμβάνει σειριακά διατεταγμένες και αριθμημένες τις μονάδες του πληθυσμού επιλέγονται οι δειγματοληπτικές μονάδες με τη χρήση αριθμητικής προόδου. Ο λόγος της αριθμητικής προόδου είναι , δηλαδή διαιρείται το πλήθος του πληθυσμού (Ν) με το μέγεθος του δείγματος (Κ) και προκύπτει ένας αριθμός, π.χ. 8. Στη συνέχεια επιλέγεται τυχαία ένας αριθμός (ψ) από το 1 ως το 8, και επιλέγονται πληθυσμιακές μονάδες που αντιστοιχούν στο άθροισμα ψ+Κ, ψ+2Κ, ψ+3Κ κτλ. Για παράδειγμα, αν Κ=8 και ψ=3, θα έχουμε 3+8=12, 3+16=19, 3+24=27 κτλ. Άρα, θα επιλεγούν οι μονάδες 12, 19, 27, κτλ.

Γ) Κατά στρώματα, όταν χωρίζεται ο πληθυσμός σε ομοιογενείς ομάδες (ηλικία, φύλο, τόπος διαμονής, επίδοση) και, λαμβάνοντας υπόψη την αναλογία των ομάδων στον πληθυσμό (π.χ. 30% άντρες, 70% γυναίκες) και το μέγεθος που θέλουμε να έχει το δείγμα, γίνεται η αντίστοιχη επιλογή με απλή τυχαία δειγματοληψία μέσα σε κάθε ομάδα. Για παράδειγμα, αν ο πληθυσμός που μας ενδιαφέρει είναι 1.000 άτομα (300 άντρες και 700 γυναίκες), αν το δείγμα πρέπει να αποτελείται από 100 άτομα, θα επιλεγούν 30 άντρες και 70 γυναίκες. Με την ίδια διαδικασία θα γίνει η επιλογή και στα επόμενα στρώματα, π.χ. στο στρώμα της ηλικίας.

Δ) Κατά δεσμίδες ή συστάδες, όπου όταν ο πληθυσμός είναι ανομοιογενής, ομαδοποιείται για να γίνει εφικτός ο καθορισμός του δείγματος. Συγκεκριμένα, χωρίζεται ο πληθυσμός σε ομάδες με κάποιο κριτήριο, και στη συνέχεια επιλέγονται ορισμένες ομάδες με απλή τυχαία δειγματοληψία. Π.χ. αν θέλουμε να επιλέξουμε 300 μαθητές από 10.000 που εξετάστηκαν σε μια περίοδο για τη λήψη κάποιου πιστοποιητικού γλωσσομάθειας, μπορούμε να τους χωρίσουμε σε 200 ομάδες των 50 ατόμων με κριτήριο τον τόπο διαμονής τους, και από αυτές να επιλέξουμε με κλήρωση τις 6 (6x50 = 300).

Βιβλιογραφία

  • Παπαδημητρίου Γ. (2001). Περιγραφική Στατιστική. Θεσσαλονίκη: Παρατηρητής.


  • Bernard R. (2006). Research Methods in Anthropology. Oxford: Altamira.

  • Cohen L., Manion L., Morrison K. (2007). Research Methods in Education. London: Routledge.

  • Cohen L., Manion L., Morrison K. (2008). Μεθοδολογία εκπαιδευτικής έρευνας. Αθήνα: Με­ταίχμιο.

  • Wiersma W., Jurs S. (2005). Research methods in education. Boston: Pearson.