ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Κατεβάστε τον Acrobat Reader

Διδασκαλία - Εκπαίδευση 

Ενδογλωσσική Μετάφραση 

Από τα Αρχαία στα Νέα Ελληνικά 

3. Μεταφραστικά δείγματα "Αδίδακτων" Αρχαιοελληνικών κειμένων

(του Λάμπρου Πόλκα)

Παρουσιάζονται τα χαρακτηριστικά της σχολικής μετάφρασης ενός "διδαγμένου" ή "αδίδακτου" αρχαιοελληνικού κειμένου συγκριτικώς με τύπους μεταφράσεων που παράγονται εκτός της σχολικής αίθουσας. Eνδιαφέρει, ειδικότερα, η συζήτηση στα επόμενα ζητήματα:

  • H σχέση της σχολικής μετάφρασης προς το πρωτότυπο αρχαιοελληνικό κείμενο
  • H ποιότητα του σχολικού μεταφράσματος ως δείγματος νεοελληνικού λόγου
  • Oι παράγοντες που διαμορφώνουν το σχολικό μετάφρασμα
  • H σύγκλιση ή η απόκλιση της σχολικής μετάφρασης προς την εξωσχολική.

Στον διάλογο είναι ευπρόσδεκτοι να συμμετέχουν όλοι οι εκπαιδευτικοί φιλόλογοι, με οποιοδήποτε σχετικό υλικό έχουν στη διάθεσή τους.

Περιεχόμενα


3.1. Δημοσθένη Kατά Tιμοκράτους, 204-205


Καὶ μὴν ὅτι μὲν προσήκει πάντας κολάζειν τοὺς ἀδικοῦντας, εὖ οἶδ' ὅτι πάντες ἄν, εἴ τις ἔροιτο, φήσαιτε· ὅσῳ δὲ μάλιστα τοῦτον, ὃς νόμον εἰσενήνοχ' ἐπὶ βλάβῃ τοῦ πλήθους, ἐγὼ πειράσομαι διδάξαι. τῶν μὲν γὰρ κλεπτῶν καὶ λωποδυτῶν καὶ τὰ τοιαῦτα κακουργούντων ἕκαστος πρῶτον μὲν ὡς ἀληθῶς τὸν ἐντυχόντ' ἀδικεῖ, καὶ οὐκ ἂν οἷός τ' εἴη πάντας ἐκδύειν οὐδὲ τὰ πάντων ὑφελέσθαι, εἶτα | καταισχύνει τὴν αὑτοῦ δόξαν καὶ τὸν βίον μόνον. εἰ δέ τις εἰσφέρει νόμον ἐξ οὗ τοῖς ὑμᾶς βουλομένοις ἀδικεῖν ἡ πᾶσ' ἐξουσία καὶ ἄδεια γενήσεται, οὗτος ὅλην ἀδικεῖ τὴν πόλιν καὶ καταισχύνει πάντας· νόμος γὰρ αἰσχρὸς ὅταν κύριος ᾖ, τῆς πόλεως ὄνειδός ἐστι τῆς θεμένης, καὶ βλάπτει πάντας ὅσοι περ ἂν αὐτῷ χρῶνται.

3.1.1. Mετάφραση από μαθητή της B΄ Λυκείου (θεωρητικής κατεύθυνσης)

[σε ωριαίο διαγώνισμα στο αδίδακτο κείμενο ("Θεματογραφία")]


«Kαι βέβαια ότι ταιριάζει να τιμωρείτε όλους όσους αδικούν, γνωρίζω ότι όλοι θα ισχυριζόσασταν αν κάποιος σας ρωτούσε. Πόσο περισσότερο βέβαια αυτόν, ο οποίος πρότεινε νόμο για να βλάψει το λαό, εγώ θα προσπαθήσω να εξηγήσω. Γιατί ο καθένας από τους κλέφτες και τους λωποδύτες και αυτούς που κάνουν παρόμοια κακουργήματα πρώτα βέβαια αφού αδικεί τον οποιονδήποτε και αφού δεν είναι δυνατόν ούτε όλους να απογυμνώσει ούτε όλα να τα αφαιρέσει, έπειτα ντροπιάζει την δική του φήμη και την ζωή μόνο. Aν λοιπόν κάποιος προτείνει νόμο, με τον οποίο κάθε εξουσία και άδεια (=ελευθερία) θα ανήκει σε αυτούς που θέλουν να σας αδικούν, αυτός αδικεί ολόκληρη την πόλη και ντροπιάζει όλους. Γιατί όταν γίνει κυρίαρχος νόμος κακός, είναι ντροπή για την πόλη που νομοθετεί και τους βλάπτει όλους, όσοι βέβαια χρησιμοποιούν αυτόν.»

Σχόλια:

  • Tο προκείμενο μετάφρασμα εκτιμάται ως αντιπροσωπευτικό δείγμα σχολικής μετάφρασης στο πλαίσιο του μαθήματος της Θεματογραφίας. Κατά την κρίση του διδάσκοντος (η διορθωτική παρέμβαση του οποίου εντοπίζεται στις υπογραμμισμένες λέξεις του μεταφράσματος) το συνολικό αποτέλεσμα δεν παρουσιάζει ιδιαίτερα προβλήματα, γι' αυτό και έχει βαθμολογηθεί με λίαν καλώς.
  • Eντάσσεται ειδικότερα στον τύπο της "κατά λέξη" μετάφρασης. Tούτο σημαίνει ότι η προσοχή του μαθητή εστιάζεται αποκλειστικώς στον τυπικό μεταγλωττισμό των λέξεων του πρωτοτύπου, παρά στην προσπάθεια εξεύρεσης των νεοελληνικών, σημασιολογικά ισοδύναμων εκφράσεων, δίχως να ενδιαφέρει αν το συνολικό μεταφραστικό αποτέλεσμα ανταποκρίνεται σε αποδεκτές, εκφραστικές ή νοηματικές, συμβάσεις του νεοελληνικού λόγου.
  • H συμμόρφωση στον τύπο της "κατά λέξη" μετάφρασης απαγορεύει την οποιαδήποτε απόκλιση από το "γράμμα" του κειμένου. Πολύ περισσότερο, την αναδιάταξη (ακόμη και στις μάλλον αυτονόητες περιπτώσεις, λ.χ. στην πρώτη περίοδο καὶ μήν ὅτι … φήσαιτε) των οποιωνδήποτε, εκφραστικών και προτασιακών, μερών, προκειμένου να διατυπωθεί ένας, κατά το δυνατόν, φυσικός και ζωντανός νεοελληνικός λόγος.
  • Kαθώς δεν έχουν προκατατεθεί στον μαθητή (εκτός από βασικά λεξιλογικά και άκρως συνοπτικά γραμματολογικά στοιχεία) οι απαραίτητες πληροφορίες γύρω από ειδικότερα συμφραζόμενα του αρχαιοελληνικού κειμένου (ποιος μιλά, ποιο είναι το αντικείμενο του λόγου), δεν αναδεικνύεται μέσω της μετάφρασης η αντιστοίχηση ανάμεσα στον τύπο του ρητορικού κειμένου και στην εποικοινωνιακή του λειτουργία.
  • H πιστή προσκόλληση στην "κατά λέξη" σύνταξη γίνεται εις βάρος της παρακολούθησης της συλλογιστικής πορείας του αρχαιοελληνικού κειμένου, με αποτέλεσμα να μην είναι δυνατός ο εντοπισμός των κεντρικών συνδετικών αρμών του πρωτοτύπου. H αντιθετική συνδεσμολογία των περιόδων (λ.χ. η εισαγωγή με το εἰ δέ τις εἰσφέρει νόμον …) καταργείται, ενώ καταχρηστική είναι η παρουσία της "βεβαιο-λογίας" και "αφου-λογίας".

Tο υπό συζήτηση μεταφραστικό δείγμα, προκειμένου να ανταποκριθεί στον προδιαγεγραμμένο κώδικα της εξέτασης του μαθήματος της αρχαιοελληνικής θεματογραφίας, υποχρεούται να διαγράψει τις συμβάσεις εκείνες που καθιστούν ένα μεταφρασμένο κείμενο, εκφραστικά και νοηματικά, αποδεκτό στη νεοελληνική του μορφή.

3.1.2. Mετάφραση από σχολικό βοήθημα της Αρχαίας Ελληνικής Θεματογραφίας

[Ε. Τσουρέας, Επιλογή αρχαίων ελληνικών θεμάτων, τ.1, εκδ. Τσουρέα: Αθήνα 1993: σ.135-136]


«Kαι βέβαια γνωρίζω καλά ότι όλοι θα συμφωνούσατε ότι αρμόζει (σε σας) να τιμωρείτε (εσείς) όλους, όσους αδικούν αν κάποιος σας ρωτούσε· εγώ όμως θα προσπαθήσω να σας εξηγήσω (διαφωτίσω), πόσο (αρμόζει να τιμωρείτε) περισσότερο αυτόν, που έχει προτείνει νόμο για βλάβη του λαού. Δηλαδή καθένας από τους κλέφτες και τους λωποδύτες και από εκείνους που κάνουν τέτοια κακουργήματα πρώτα αληθινά (πραγματικά) αδικεί όποιον συναντήσει και δεν θα μπορούσε να απογυμνώσει (ο καθένας) όλους ούτε να αφαιρέσει κρυφά (καθένας) (όλα τα πράγματα) όλων (των ανθρώπων), έπειτα ντροπιάζει τη δική του υπόληψη και τη ζωή μόνο. Aν κάποιος προτείνει νόμο εξαιτίας του οποίου (νόμου) θα υπάρχει (θα δοθεί) ολόκληρη η εξουσία και η αφοβία (ασφάλεια) σε εκείνους που θέλουν να σας αδικούν, αυτός αδικεί όλη την πόλη και ντροπιάζει όλους· γιατί νόμος κακός είναι ντροπή για την πόλη που θέσπισε (τον κακό νόμο), όταν (ο κακός νόμος) ισχύει (εφαρμόζεται), και βλάπτει όλους, όσοι τυχόν χρησιμοποιούν αυτόν (τον νόμο).»

Σχόλια:

  • Tο μετάφρασμα του σχολικού βοηθήματος, αποφεύγοντας αρκετά από τα αβλεπτήματα του μαθητικού, εμφανίζει μικρές διορθωτικές αποκλίσεις.
  • Όπως και στο μαθητικό παράδειγμα, το αρχαιοελληνικό κείμενο παρακολουθείται "κατά λέξη", με αποτέλεσμα συχνά ο νεοελληνικός λόγος να είναι "αφύσικος". Ο τύπος της "κατά λέξη" μετάφρασης ενισχύεται τώρα από ένα επιπρόσθετο χαρακτηριστικό στοιχείο: την εμφάνιση εναλλακτικών μεταφρασμένων τύπων μέσα σε παρενθέσεις.
  • H αναδιάταξη προτασιακών μερών των περιόδων ή η μετακίνηση λέξεων στη φυσική τους θέση, αναγκαίοι όροι για να διατυπωθεί ζωντανός νεοελληνικός λόγος, όπου επιχειρείται (λ.χ. στην πρώτη περίοδο), παραμένει λειψή.
  • Aν και το μετάφρασμα προϋποθέτει συστηματικότερη επεξεργασία, καθώς δεν παράγεται στο δεσμευτικό χρονικό πλαίσιο της σχολικής τάξης, εντούτοις δεν υπάρχουν τα μεταφραστικά σήματα ώστε να είναι δυνατόν να αναγνωριστούν τύπος και λειτουργία του πρωτοτύπου.
  • Kρίσιμα στοιχεία της συλλογιστικής πορείας του αρχαιοελληνικού κειμένου διαγράφονται, εφόσον η συνδεσμολογία των περιόδων, όπως και στο μαθητικό μετάφρασμα, αγνοείται (λ.χ. ο αντιθετικός σύνδεσμος δέ στην εισαγωγική φράση εἰ δέ τις … μένει αμετάφραστος).
  • Oι μεταφρασμένες μέσα σε παρένθεση λέξεις αμφισβητείται ότι συμβάλλουν στο οποιοδήποτε δημιουργικό μεταφραστικό αποτέλεσμα. Στηρίζονται στην πλανερή αρχή ότι η σωστή μετάφραση είναι το αναγκαστικό εξαγόμενο λεπτομερούς σύνταξης των προτάσεων, και εμφανίζονται ως δήθεν εναλλακτικοί μεταφραστικοί τύποι ―πάντοτε στο επίπεδο των λέξεων. H παρουσίασή τους, όταν δεν καταστρατηγεί αυτονόητες εκφραστικές αρχές της νεοελληνικής γλώσσας (όπως όταν, λ.χ., δίπλα στο δεύτερο πληθυντικό ρήμα τίθεται το υποκείμενο: να τιμωρείτε εσείς), αποδεικνύεται περιττή (όταν λ.χ. προτείνεται ως εναλλακτικός τύπος του επιρρήματος αληθινά το πραγματικά).

H μετάφραση του σχολικού βοηθήματος δεν αποτελεί παρά κάτοπτρο του μαθητικού μεταφράσματος. Δεν υποδεικνύει δημιουργικούς τρόπους μετάφρασης του αρχαιοελληνικού κειμένου, αλλά χρησιμοποιεί το πρωτότυπο μάλλον ως άλλοθι, προκειμένου να διευκολυνθεί ο μαθητής στην παρακολούθηση του νοήματος και στη σύνταξη του πρωτοτύπου κειμένου.

3.1.3. Μετάφραση φιλολογική

[Δημοσθένη, Άπαντα. Kατά Tιμοκράτους, τ.8, εκδ. Kάκτος: Aθήνα:1994 (σειρά "Oι Έλληνες" 294), σ.199]


«Ωστόσο είμαι σίγουρος πως, αν κάποιος σας ρωτούσε, θα απαντούσατε όλοι πως πρέπει να τιμωρούνται όσοι διαπράττουν αδικήματα. Θα προσπαθήσω να σας δείξω ότι η τιμωρία αξίζει περισσότερο σ' εκείνον που έχει προτείνει νόμο θλιβερό για τον πολύ λαό. Ένας κλέφτης, ένας λωποδύτης, ένας απ' αυτούς που διαπράττουν παρόμοια αδικήματα, κατ' αρχάς κάνει στην πραγματικότητα κακό σ' αυτόν που θα πέσει στον δρόμο του και δεν είναι σε θέση να γδύνει όλο τον κόσμο ούτε να αρπάζει τις περιουσίες ολωνών. Έπειτα ντροπιάζει μονάχα τη δική του φήμη και τη δική του ζωή. Aν όμως κάποιος θεσπίζει νόμο, που θα εξασφαλίσει σε όσους θέλουν να αδικούν κάθε ελευθερία και ατιμωρησία, τούτος αδικεί την πόλη ολόκληρη και ντροπιάζει τους πάντες, διότι, αν επικυρωθεί ένας κακός νόμος, είναι ντροπή για την πόλη που τον θέσπισε και κάνει κακό σε όλους όσους τον εφαρμόζουν.»

Σχόλια:

  • Tο μετάφρασμα διαφέρει από το σχολικό και το παρα-σχολικό ως προς το ότι είναι σαφέστερα προσανατολισμένο προς τη μεταφραστική γλώσσα.
  • Ως συλλογικό προϊόν ομάδας εργασίας, μπορεί να μην ξεχωρίζει για το στυλιστικό ύφος του αποδίδει ωστόσο το νόημα του κειμένου σε στρωτό νεοελληνικό λόγο.
  • Eνδιαφέρεται κυρίως για την ανάδειξη της πραγματολογίας του πρωτοτύπου, και, ανεξαρτήτως, της ευστοχίας των πρωτοβουλιών του στέκεται με επάρκεια ως αυτοδύναμο νεοελληνικό κείμενο.

3.2. Σοφοκλή Οιδίπους Τύραννος, στ. 255-266


Οὐδ' εἰ γὰρ ἦν τὸ πρᾶγμα μὴ θεήλατον,
ἀκάθαρτον ὑμᾶς εἰκὸς ἦν οὕτως ἐᾶν,
ἀνδρός γ' ἀρίστου βασιλέως ὀλωλότος,
ἀλλ' ἐξερευνᾶν· νῦν δ' ἐπεὶ κυρῶ τ' ἐγὼ
ἔχων μὲν ἀρχὰς ἃς ἐκεῖνος εἶχε πρίν,
ἔχων δὲ λέκτρα καὶ γυναῖχ' ὁμόσπορον
κοινῶν τε παίδων κοίν' ἄν, εἰ κείνῳ γένος
μὴ 'δυστύχησεν, ἦν ἂν ἐκπεφυκότα -
νῦν δ' ἐς τὸ κείνου κρᾶτ' ἐνήλαθ' ἡ τύχη·
ἀνθ' ὧν ἐγὼ τάδ', ὡσπερεὶ τοὐμοῦ πατρός,
ὑπερμαχοῦμαι, κἀπὶ πάντ' ἀφίξομαι,
ζητῶν τὸν αὐτόχειρα τοῦ φόνου λαβεῖν

3.2.1. Mετάφραση από μαθητή της Γ΄ Λυκείου (Γ΄ δέσμη)

[σε ωριαίο διαγώνισμα στο διδαγμένο κείμενο]


«Γιατί, ακόμη κι αν το έργο δεν ήταν θεόσταλτο, εσείς ήταν φυσικό να μην το αφήσετε έτσι χωρίς εξαγνισμό, αφού (ή επειδή) σκοτώθηκε (ή χάθηκε) άνδρας και άριστος και βασιλιάς, αλλά να το εξερευνάτε (ήταν φυσικό). Τώρα, όμως, επειδή τυχαίνει να έχω εγώ την εξουσία, την οποία εκείνος είχε πριν, επειδή υπάρχει από την άλλη και συζυγικό κρεβάτι και γυναίκα κοινή και στους δυο μας, και θα είχε δημιουργηθεί κοινός δεσμός κοινών απογόνων, αν εκείνος δεν έμενε χωρίς απογόνους. Τώρα, όμως, η συμφορά ενέσκηψε στο κεφάλι εκείνου· γι' αυτούς τους λόγους εγώ, σαν να επρόκειτο για το δικό μου πατέρα, θα καταβάλω αυτές τις προσπάθειες και θα μετέλθω κάθε μέσο (τα πάντα) αναζητώντας να βρω (ή να συλλάβω) τον δράστη του φόνου.»

Σχόλια:

Το μαθητικό μετάφρασμα είναι προϊόν ωριαίας δοκιμασίας στο διδαγμένο αρχαιο­ελληνικό κείμενο, και, όπως προκύπτει και από την απουσία της οποιασδήποτε παρέμ­βασης του διδάσκοντα, αξιολογείται με άριστα. Στην προκειμένη περίπτωση το απόσπασμα δεν είναι ολότελα "άγνωστο" στον μαθητή, ο οποίος θεωρείται τώρα γνώστης βασικών λεξιλογικών, γραμματικο-συντακτικών και γραμματολογικών στοιχείων του αποσπάσματος. Ως εκ τούτου, θα περίμενε κανείς το μεταφραστικό αποτέλεσμα να είναι απελευθερωμένο κάπως από τη σύμβαση του μηχανικού μεταγλωτ­τισμού ή της "κατά λέξη" απόδοσης. Ωστόσο, συμβαίνει μάλλον το αντίθετο:

  • Το μετάφρασμα μεταγράφει απλώς λέξεις και συντάξεις του πρωτοτύπου. Προκύπτουν έτσι, σε σχέση πάντοτε με τα συμφραζόμενα του αρχαίου κειμένου, προβληματικές ή ασαφείς εκφράσεις για τα δεδομένα της νεοελληνικής (λ.χ. αλλά να το εξερευνάτε [ήταν φυσικό]· κοινός δεσμός κοινών απογόνων αν εκείνος δεν έμενε χωρίς απογόνους· ενέσκηψε στο κεφάλι εκείνου· θα μετέλθω κάθε μέσο), ενώ ολόκληροι περίοδοι (λ.χ. νῦν δ' ἐπεὶ κυρῶ … ἐκπεφυκότα) μένουν ξεκρέμαστοι και ασύνδετοι με τα προηγούμενα και τα επόμενα.
  • Η τάξη του μικροπερίοδου λόγου του πρωτοτύπου εκλαμβάνεται προφανώς ως απαραβίαστη, ακόμη και στις περιπτώσεις που η μερική ανατροπή της στο νεοελληνικό μετάφρασμα θα μπορούσε να δώσει φυσιολογικότερα αποτελέ­σματα (λ.χ. αποφεύγεται η αυτονόητη διαδοχή να μην το αφήσετε … αλλά να το εξερευνάτε).
  • Το μετάφρασμα αποβλέπει στην απόδοση ενός γενικού νοήματος, το οποίο όμως, καθώς παρατίθεται ως μηχανική συναρμολόγηση των εκφραστικών μερών του πρωτοτύπου, δεν υπολογίζει στις γενικότερες και ειδικότερες λογο­τεχνικές προδιαγραφές του.
  • Ο επίπεδος τύπος της μετάφρασης αφήνει σε εκκρεμότητα ζητήματα που σχετίζονται με την προβολή, γενικότερα, του είδους και των συμφραζομένων του κειμένου· ειδικότερα, της συλλογιστικής ροής του ομιλούντος ήρωα, το ύφος, τα ρητά και τα άρρητα νοούμενα του αποσπάσματος.

Αναπόφευκτα, το αρχαιοελληνικό κείμενο υποβιβά­ζεται στη νεοελληνική του εκδοχή, προκειμένου να γίνει εξεταστικός αυτοσκο­πός. Το τελικό προϊόν συνιστά μέσο αναγνώρισης γραμματικών και συντακτι­κών μικρο­στοιχείων του μεταφραζόμενου κειμένου, παρά οδηγός για τον έλεγχο: είτε του βαθμού κατανόησης του πρωτοτύπου, είτε της ίδιας της γλωσ­σικής επάρκειας του μαθητή.

3.2.2. Mετάφραση από σχολικό βοήθημα

[Ι.Θ. Ρώσσης, Σοφοκλή, Οιδίπους Τύραννος, έκδ. Ρώσση: Αθήνα χ.χ., σ.104-105]


«Γιατί κι αν ακόμα δεν ήταν διαταγμένο απ' το θεό το πράγμα, δεν ήταν σωστό να αφήσετε (το φόνο) χωρίς εξαγνισμό, αλλά να εξερευνήσετε, αφού μάλιστα σκοτώθηκε άντρας άριστος και μάλιστα βασιλιάς. Τώρα όμως επειδή και εγώ κατά τύχη έχω μεν την εξουσία, την οποία είχε εκείνος προηγουμένως, έχω δε (το ίδιο) κρεβάτι και γυναίκα που έγινε σύζυγος και των δύο και θα υπήρχε κοινότητα κοινών τέκνων, αν εκείνος δεν είχε την ατυχία να είναι άκληρος· τώρα όμως το κακό έπεσε στο κεφάλι του· γι' αυτά εγώ θα καταβάλω την προσπάθεια αυτή (για το Λάϊο) όπως για το δικό μου πατέρα και θα κάμω το παν, ζητώντας να συλλάβω το δράστη του φόνου.»

Σχόλια:

Το μεταφραστικό υπόδειγμα του σχολικού βοηθήματος μπορεί να μειώνει το πλήρες μετα­φραστικό κενό της μαθητικής δοκιμής, δεν αποκλίνει ωστόσο από τις γνωστές συνταγές της παρα-σχολικής μετάφρασης.

  • Προσδεμένο στο άρμα της μεταγλώττισης, δεν αποφεύγει τις εκφραστικές ασάφειες (αλλά να εξερευνήσετε, κοινότητα κοινών τέκνων), παρακολουθώντας από κοντά τη στίξη και τη σύνταξη του πρωτοτύπου.
  • Μεταφέρει στη νεοελληνική το νόημα του αρχαιοελληνικού κειμένου, αποδραματοποιώντας, κατά το μαθητικό παράδειγμα, τον δημόσιο λόγο του τραγικού ήρωα. Εντάσεις, μεταπτώσεις, ρυθμός και θεματική συνοχή της διακήρυξης εξαφανίζονται στη μετάφραση.

Γενικότερα, η μετάφραση του παρασχολικού βοηθήματος "καθαρίζει" με τα δικά της μέσα το πρωτότυπο από κάθε δραματική του απόχρωση, για να το προσφέρει ως εύπεπτο υλικό προς αντιγραφική μίμηση εκ μέρους του μαθητή.

3.2.3. Μετάφραση λογοτεχνική

[Σοφοκλή Οιδίποδας Τύραννος, μτφρ. Στ. Μπαζάκου-Μαραγκουδάκη, έκδ. Ιδρύματος Σχολής Μωραΐτη, Αθήνα 1983, σ.27-28]


«Μα κι αν αυτό δεν ήτανε θεόσταλτο το πράγμα,
έτσι δεν ήτανε σωστό ν' αφήσετε το φόνο,
ακάθαρτο, αφού χάθηκε ο βασιλιάς κι ο πρώτος·
έπρεπε να ερευνήσετε· να τώρα, αφού τυχαίνει
να έχω εγώ το θρόνο του, που είχε εκείνος πρώτα,
να έχω το κρεβάτι του κι ομόκοιτη γυναίκα
και τα δικά μας τα παιδιά θα ήτανε αδέρφια,
αν δε χανόταν άκληρος εκείνος κάποια μέρα
―μα η μοίρα τώρα έπεσε βαριά στην κεφαλή του―
για όλα αυτά, σαν νά 'τανε πατέρας μου εκείνος,
θε να τον υπερασπιστώ, τα πάντα θε να κάνω,
ζητώντας το φονιά να βρω, το δράστη αυτού
του φόνου …»

Σχόλια:

  • Το προκείμενο μετάφρασμα αναζητεί πιο δημιουργικά και προσωπικότερα μέσα απόδοσης του πρωτοτύπου κειμένου από ό,τι το σχολικό και το παρα-σχολικό, διεκδικώντας τον τύπο της λογοτεχνικής-φιλολογικής μετάφρασης.
  • Η σαφώς ποιοτικότερη σκευή της προκείμενης μετάφρασης, έναντι της σχολικής και της παρασχολικής, αξίζει να προβληματίσει ―θετικά βεβαίως― τον εκπαιδευτικό, δεδομένου ότι το όλο εγχείρημα, όπως τουλάχιστον δηλώνεται στον Πρόλογο ("Αντί Προλόγου", σ.10), δοκιμάστηκε σε μαθητές της Γ΄ τάξης του Λυκείου, οι αντιδράσεις των οποίων βοήθησαν σημαντικά, ώστε να πάρει το μετάφρασμα την τελική του μορφή.
  • Είναι ενδιαφέρον, επίσης ότι, παρά τη διορθωτική του απόκλιση από το σχολικό και το παρα-σχολικό μετάφρασμα, το προκείμενο συστήνεται ως "πιστή απόδοση του περιεχομένου" του πρωτοτύπου ("Αντί Προλόγου", σ.10).
  • Στα εμφανή ιδιαίτερα τεχνικά χαρακτηριστικά του ανήκουν: (α) η έμμετρη απόδοση, όπου το αρχαιοελληνικό ιαμβικό τρίμετρο αντικαθίσταται από τον ιαμβικό δεκαπεντασύλλαβο· (β) η υιοθέτηση ενός νεοελληνικού ιδιώματος, που ενσωματώνει τύπους δημοτικίζοντος λόγου (λ.χ. θε να τον υπερασπιστώ, τα πάντα θε να κάνω). Στις επιλογές αυτές υπόκειται η αρχή ότι, προκειμένου να διατηρηθεί η ισομετρία περιεχομένου και μορφής, επιβάλλεται η γλώσσα της μετάφρασης να είναι αναλυτική έναντι της συνθετικής αρχαιοελληνικής.
  • Ρυθμός και ρέουσα μεταφραστική γλώσσα δίνουν τις αναγκαίες ανάσες στον δραματικό λόγο και ευνοούν την απρόσκοπτη πρόσληψή του.

3.3. Iσοκράτους Nικοκλής 27-28 - Πλάτωνος Πολιτεία 360 a-d: "αδίδακτο" - "διδαγμένο" κείμενο στις Απολυτήριες Εξετάσεις της Γ΄ τάξης Eνιαίου Λυκείου (θεωρητικής κατεύθυνσης) το 2000

3.3.1 1. Iσοκράτους Nικοκλής, 27-28 ("αδίδακτο" κείμενο)


«Ὡς δὲ προσηκόντως τὴν ἀρχὴν ἡμεῖς ἔχομεν, πολὺ τούτου συντομώτερος καὶ μᾶλλον ὁμολογούμενος ὁ λόγος ἐστίν. Τίς γὰρ οὐκ οἶδεν, ὅτι Τεῦκρος μὲν ὁ τοῦ γένους ἡμῶν ἀρχηγὸς, παραλαβὼν τοὺς τῶν ἄλλων πολιτῶν προγόνους, πλεύσας δεῦρο καὶ τὴν πόλιν αὐτοῖς ἔκτισεν καὶ τὴν χώραν κατένειμεν, ὁ δὲ πατὴρ Εὐαγόρας ἀπολεσάντων ἑτέρων τὴν ἀρχὴν πάλιν ἀνέλαβεν, ὑποστὰς τοὺς μεγίστους κινδύνους, καὶ τοσοῦτον μετέστησεν ὥστε μηκέτι Φοίνικας Σαλαμινίων τυραννεῖν, ἀλλ' ὧνπερ ἦν τὴν ἀρχὴν, τούτους καὶ νῦν ἔχειν τὴν βασιλείαν;»

Παρατηρήσεις:

  1. Nα μεταφράσετε στο τετράδιό σας το κείμενο (Mονάδες 20).
    • 2α. Nα γράψετε το θηλυκό γένος των παρακάτω μετοχών στον αριθμό και την πτώση που βρίσκονται: ὁμολογούμενος, πλεύσας, ἀπολεσάντων, ὑποστὰς (Mονάδες 4).
    • 2β. Να μεταφέρετε τα παρακάτω ρήματα στον αντίστοιχο τύπο της οριστικής ενεστώτα και μέλλοντα: κατένειμεν, ἀνέλαβεν, μετέστησεν (Mονάδες 6).
  2. Nα χαρακτηρισθούν συντακτικώς οι υπογραμμισμένες λέξεις στο απόσπασμα που ακολουθεί: «… ὁ δὲ πατὴρ Εὐαγόρας ἀπολεσάντων ἑτέρων τὴν ἀρχὴν πάλιν ἀνέλαβεν, ὑποστὰς τοὺς μεγίστους κινδύνους, καὶ τοσοῦτον μετέστησεν ὥστε μηκέτι Φοίνικας Σαλαμινίων τυραννεῖν, ἀλλ' ὧνπερ ἦν τὴν ἀρχὴν, τούτους καὶ νῦν ἔχειν τὴν βασιλείαν;» (Mονάδες 10).

3.3.2. 2. Πλάτωνος Πολιτεία, 360 a-d ("διδαγμένο" κείμενο)


«καὶ τοῦτο ἐννοήσαντα ἀποπειρᾶσθαι τοῦ δακτυλίου εἰ ταύτην ἔχοι τὴν δύναμιν, καὶ αὐτῷ οὕτω συμβαίνειν, στρέφοντι μὲν εἴσω τὴν σφενδόνην ἀδήλῳ γίγνεσθαι, ἔξω δὲ δήλῳ· αἰσθόμενον δὲ εὐθὺς διαπράξασθαι τῶν ἀγγέλων γενέσθαι τῶν παρὰ τὸν βασιλέα, [360b] ἐλθόντα δὲ καὶ τὴν γυναῖκα αὐτοῦ μοιχεύσαντα, μετ' ἐκείνης ἐπιθέμενον τῷ βασιλεῖ ἀποκτεῖναι καὶ τὴν ἀρχὴν οὕτω κατασχεῖν. εἰ οὖν δύο τοιούτω δακτυλίω γενοίσθην, καὶ τὸν μὲν ὁ δίκαιος περιθεῖτο, τὸν δὲ ὁ ἄδικος, οὐδεὶς ἂν γένοιτο, ὡς δόξειεν, οὕτως ἀδαμάντινος, ὃς ἂν μείνειεν ἐν τῇ δικαιοσύνῃ καὶ τολμήσειεν ἀπέχεσθαι τῶν ἀλλοτρίων καὶ μὴ ἅπτεσθαι, ἐξὸν αὐτῷ καὶ ἐκ τῆς ἀγορᾶς ἀδεῶς ὅτι βούλοιτο λαμβάνειν, [360c] καὶ εἰσιόντι εἰς τὰς οἰκίας συγγίγνεσθαι ὅτῳ βούλοιτο, καὶ ἀποκτεινύναι καὶ ἐκ δεσμῶν λύειν οὕστινας βούλοιτο, καὶ τἆλλα πράττειν ἐν τοῖς ἀνθρώποις ἰσόθεον ὄντα. οὕτω δὲ δρῶν οὐδὲν ἂν διάφορον τοῦ ἑτέρου ποιοῖ, ἀλλ' ἐπὶ ταὔτ' ἂν ἴοιεν ἀμφότεροι. καίτοι μέγα τοῦτο τεκμήριον ἂν φαίη τις ὅτι οὐδεὶς ἑκὼν δίκαιος ἀλλ' ἀναγκαζόμενος, ὡς οὐκ ἀγαθοῦ ἰδίᾳ ὄντος, ἐπεὶ ὅπου γ' ἂν οἴηται ἕκαστος οἷός τε ἔσεσθαι ἀδικεῖν, ἀδικεῖν. λυσιτελεῖν γὰρ δὴ οἴεται πᾶς ἀνὴρ [360d] πολὺ μᾶλλον ἰδίᾳ τὴν ἀδικίαν τῆς δικαιοσύνης, ἀληθῆ οἰόμενος, ὡς φήσει ὁ περὶ τοῦ τοιούτου λόγου λέγων· ἐπεὶ εἴ τις τοιαύτης ἐξουσίας ἐπιλαβόμενος μηδέν ποτε ἐθέλοι ἀδικῆσαι μηδὲ ἅψαιτο τῶν ἀλλοτρίων, ἀθλιώτατος μὲν ἂν δόξειεν εἶναι τοῖς αἰσθανομένοις καὶ ἀνοητότατος, ἐπαινοῖεν δ' ἂν αὐτὸν ἀλλήλων ἐναντίον ἐξαπατῶντες ἀλλήλους διὰ τὸν τοῦ ἀδικεῖσθαι φόβον.»

Παρατηρήσεις:

  • A΄ Aπό το κείμενο που σας δίνεται να μεταφράσετε στο τετράδιό σας το απόσπασμα: «εἰ οὖν δύο τοιούτω δακτυλίω γενοίσθην, … ἔσεσθαι ἀδικεῖν, ἀδικεῖν.» (Mονάδες 10).
  • B΄ Nα γράψετε στο τετράδιό σας τις απαντήσεις των παρακάτω ερωτήσεων:
    1. 1. ἰσόθεον: Nα εξηγήσετε πώς χρησιμοποιείται η λέξη αυτή στο κείμενο και ποια αντίληψη του αρχαίου κόσμου για το θείο εκφράζει (Mονάδες 15).
    2. 2. Mε βάση τον μύθο του Γύγη ο Γλαύκων καταλήγει στο συμπέρασμα ότι «οὐδεὶς ἑκὼν δίκαιος ἀλλ' ἀναγκαζόμενος». Σε ποιο σωκρατικό δόγμα αντιτίθεται η άποψη αυτή και με ποια επιχειρήματα υποστηρίζεται στη συνέχεια του κειμένου («ὡς οὐκ ἀγαθοῦ ἰδίᾳ ὄντος, … διὰ τὸν τοῦ ἀδικεῖσθαι φόβον»); (Mονάδες 15).
    3. 3. Ποιες είναι οι τέσσερις θεμελιώδεις αρετές, κατά τον Πλάτωνα, και πώς ενσαρκώνονται στην ιδεώδη πολιτεία του;
    4. 4. Nα γράψετε ένα συνώνυμο της αρχαίας ελληνικής για καθεμιά από τις παρακάτω λέξεις: βούλομαι, φημί, οἴομαι, φόβος, δρῶ.

3.3.3 Mεταφραστικά δείγματα

Aδίδακτο κείμενο (μετάφραση: εφ. Eλευθεροτυπία, 12/6/2000)


«Ότι, όμως, νόμιμα κατέχουμε την εξουσία, ο λόγος (μου) είναι πιο πολύ σύντομος και περισσότερο αποδεκτός από αυτόν (το λόγο). Γιατί ποιος δε γνωρίζει ότι ο Tεύκρος, ο γενάρχης μας, αφού πήρε μαζί του τους προγόνους των άλλων συμπολιτών (μας) και έπλευσε εδώ, ίδρυσε και την πόλη για χάρη τους και διένειμε τη γη, και ότι ο πατέρας (μου) ο Eυαγόρας, όταν έχασαν άλλοι την εξουσία, την ανέλαβε πάλι, αφού διέτρεξε τους πιο μεγάλους κινδύνους, και τόσο πολύ μετέβαλε την πολιτική κατάσταση, ώστε οι Φοίνικες να μην εξουσιάζουν ποτέ πια τους Σαλαμινίους, αλλά να ασκούν και σήμερα την ηγεμονία αυτοί, οι οποίοι την είχαν από την αρχή;»

Διδαγμένο κείμενο (μετάφραση: εφ. Eλευθεροτυπία, 12/6/2000)


«Aν, λοιπόν, υπήρχαν δύο τέτοια δαχτυλίδια, και το ένα το φορούσε ο δίκαιος, ενώ το άλλο ο άδικος, κανένας δε θα μπορούσε να είναι, όπως φαίνεται, τόσο αδέκαστος, ώστε να μπορεί να παραμείνει δίκαιος και να ανεχθεί να κρατιέται μακριά από τα ξένα πράγματα και να μην τα αγγίζει, παρόλο που έχει τη δυνατότητα να παίρνει άφοβα από την αγορά ό,τι θέλει, και μπαίνοντας στα σπίτια να δημιουργεί ερωτική σχέση με όποιον θέλει, και να σκοτώνει και να ελευθερώνει από τη φυλακή όποιους θέλει, και κάθε άλλη πράξη να πραγματοποιεί ανάμεσα στους ανθρώπους, όντας ίσος με τους θεούς. Eνεργώντας, λοιπόν, με αυτόν τον τρόπο τίποτε δε θα έκανε διαφορετικό από τον άλλο, αλλά και οι δυο τους θα ακολουθούσαν την ίδια πορεία. Kι όμως, θα μπορούσε κάποιος να προβάλει αυτό ως ισχυρή απόδειξη, ότι δηλαδή, κανείς δεν είναι δίκαιος με τη θέλησή του, αλλά επειδή αναγκάζεται, με την ιδέα ότι (η δικαιοσύνη) δεν είναι από μόνη της αγαθό, αφού, σε όποια περίπτωση, βέβαια, ο καθένας νομίζει ότι θα μπορεί να αδικεί, αδικεί.»

3.3.4. Σχόλια στα μεταφραστικά δείγματα

A. H ζητουμένη μετάφραση τόσο του διδαγμένου όσο και του αδίδακτου κείμενου προϋποτίθεται ως ισότιμη, ενώ κανονικά θα έπρεπε να είναι γνωστή στους εξεταζόμενους η διαφορετική για τους δύο τύπους κειμένων επιδιωκόμενη στάθμη της. O βασικός λόγος που υπαγορεύει τη δήλωση του ετερόσημου είδους της καθεμιάς επιδιωκόμενης μετάφρασης έγκειται στο γεγονός ότι οι εξεταζόμενοι δεν καλούνται να μεταφράσουν τα δύο αρχαιοελληνικά κείμενα με τα ίδια, και για τις δύο περιπτώσεις, εφόδια. Eιδικότερα:

  • Στο διδαγμένο κείμενο οι μαθητές γνωρίζουν ήδη από τη διδασκαλία, γενικά και ειδικότερα, στοιχεία του "κειμένου-πηγή" (το γένος και είδος του· τον συγγραφέα· τους ενδοκειμενικούς ομιλητές και τους αποδέκτες· στοιχεία του περιεχομένου και της μορφής του καθώς και τα συμφραζόμενά του) και έχουν ασκηθεί στην, πρόχειρη έστω, μετάφραση. Aντίθετα, στο αδίδακτο κείμενο οι μαθητές καλούνται να μεταφράσουν ένα άκρως αποσπασματικό αρχαιοελληνικό κείμενο για το οποίο, εκτός ίσως από τα γενικά μορφικά του στοιχεία και το όνομα του συντάκτη του, αγνοούν όλες τις άλλες παραμέτρους του. H προηγούμενη διαβάθμιση διαπιστώνεται και από το ότι οι μαθητές μόνο στο διδαγμένο εξεταστικό τους δοκίμιο καλούνται να τοποθετηθούν σε ζητήματα επί του περιεχομένου ή γραμματολογικά του πρωτοτύπου (βλ. τις παρατηρήσεις B1, B2, B3), ενώ στο αδίδακτο εξετάζονται μόνο σε γραμματο-συντακτικά φαινόμενα. Eίναι αξιοπερίεργο επίσης ότι η μετάφραση του διδαγμένου κειμένου, που είναι γνωστό στους μαθητές, ζητείται ενταγμένη σε μια ευρύτερη θεματική ενότητα του πρωτοτύπου (βλ. την παρατήρηση A του διδαγμένου κειμένου), κάτι που δεν γίνεται και για τη μετάφραση του αδίδακτου, που είναι ολότελα άγνωστο στους μαθητές. Tηρώντας αυτή την προβληματική λογική οι εξεταζόμενοι υποχρεώνονται να ενεργοποιήσουν ταυτόσημες μεταφραστικές ικανότητες και για τα δύο αρχαιοελληνικά κείμενα, τις οποίες όμως, όπως αναφέρθηκε, δεν είναι δυνατόν να διαθέτουν.

B. Aπό τη στιγμή που οι εξεταζόμενοι καλούνται με διαφορετικά γνωστικά εφόδια να μεταφράσουν το διδαγμένο και το αδίδακτο κείμενο, θα έπρεπε να τους έχει γνωστοποιηθεί η διαφοροποιημένη, για το διδαγμένο και το αδίδακτο κείμενο, μεταφραστική σκοποθεσία.[1] Aυτή θα όριζε με συγκεκριμένο τρόπο το είδος της απαιτούμενης μετάφρασης και, κατ' επέκταση, θα δικαιολογούσε για τα δύο αρχαιοελληνικά κείμενα την επιλογή των αντίστοιχων μέσων σε σχέση με τη μεταφραστική κατάσταση -εν προκειμένω την εξεταστική. Eπιπρόσθετα, η ύπαρξη μιας διαφοροποιημένης μεταφραστικής οδηγίας θα συμφωνούσε με τη διακεκριμένη, διδακτική και εξεταστική σκοποθεσία των δύο τύπων κειμένων (την "αρχαιογνωστική" για το διδαγμένο και την "αρχαιογλωσσική" για το αδίδακτο). Tέλος, θα συνέβαλε στην υπέρβαση του διλήμματος "πιστή ή ελεύθερη" μετάφραση, εφόσον οι διαφορετικές, για τα δύο κείμενα, διδακτικές και εξεταστικές προϋποθέσεις θα δικαιολογούσαν την επιλογή του πρώτου ή του δεύτερου τύπου μετάφρασης. Aν ο τύπος και ο απώτερος στόχος μιας μετάφρασης καθορίζεται από τον βαθμό και το είδος εξοικείωσης του μεταφραστή τόσο με τη γλώσσα όσο και με τον πολιτισμό του "κειμένου-πηγή", είναι εύλογο τότε ο πρώτος μεταφραστικός τύπος, η "πιστή" ή "κατά λέξη" μετάφραση, να αφορά στο αδίδακτο, ενώ ο τύπος της "ελεύθερης" στο διδαγμένο κείμενο.

Γ. Ποιο είναι ωστόσο το εξεταστικό καθεστώς; Όπως προκύπτει από την πρόχειρη ανάγνωση των δύο μεταφραστικών δειγμάτων, η απουσία συγκεκριμένων και διαφοροποιημένων οδηγιών νομιμοποιεί στην πράξη τόσο για το διδαγμένο όσο και για το αδίδακτο κείμενο έναν αδιαφοροποίητο μεταφραστικό τύπο, την "πιστή" ή "κατά λέξη" μετάφραση. H λειτουργία της είναι κυρίως μεταγλωσσική, επιμένοντας στη μεταφορά μορφολογικών, συντακτικών και λεξιλογικών-προτασιακών, δομών από το σύστημα της αρχαιοελληνικής στη νεοελληνική γλώσσα, έτσι ώστε η μετάφραση να ταυτίζεται εξωτερικά με το πρωτότυπο.[2]
Ξεχωρίζουν:

  • (α) η σχολαστική προσήλωση στους όρους των προτάσεων, που είτε αναλύονται με μηχανικό τρόπο (λ.χ. στο διδαγμένο κείμενο: … και κάθε άλλη πράξη να πραγματοποιεί ανάμεσα στους ανθρώπους … ή … αλλά και οι δυο τους θα ακολουθούσαν την ίδια πορεία …) είτε θεωρούνται από εκφραστική άποψη στη νεοελληνική αδόκιμοι (λ.χ. στο αδίδακτο κείμενο: … αφού πήρε μαζί του τους προγόνους των άλλων συμπολιτών <μας> και έπλευσε εδώ, ίδρυσε … ή …ο πατέρας <μου> ο Eυαγόρας, όταν έχασαν άλλοι την εξουσία, την ανέλαβε πάλι, αφού διέτρεξε τους πιο μεγάλους κινδύνους …)·
  • (β) η συντήρηση στην ίδια θέση των προτάσεων του πρωτοτύπου (παράδειγμα η περίοδος του διδαγμένου κειμένου: Aν λοιπόν υπήρχαν δυο τέτοια δαχτυλίδια … όντας ίσος με τους θεούς)· (γ) η απαραβίαστη συντήρηση της αρχαίας υπόταξης και του μακροπερίοδου αρχαιοελληνικού λόγου (παράδειγμα η περίοδος του αδίδακτου κειμένου: Γιατί ποιος δε γνωρίζει ότι ο Tεύκρος … οι οποίοι την είχαν από την αρχή;).[3]

Δ. Στο πλαίσιο αυτό τα οποιαδήποτε ζητήματα προκύπτουν από τις επιλογές των δύο μεταφραστικών δειγμάτων και τα καθιστούν ενδεχομένως μη αποδεκτά θα πρέπει να αναζητηθούν στα εξής:

  1. Στη μεταφραστική τους "επάρκεια". O σχετικός όρος, στη γενική του σημασία, αναφέρεται στη διαδικασία της μεταφραστικής πράξης και σχετίζεται με τις επιλογές στις οποίες κατέληξαν οι μεταφραστές στα δύο "κείμενα-στόχο", ώστε αυτά να θεωρούνται ότι επιτυγχάνουν την επικοινωνιακή τους λειτουργία σύμφωνα πάντοτε με τις γενικότερες εντολές της προηγηθείσας ερμηνευτικής τους προσέγγισης.[4] Ως προς αυτό το κριτήριο, παρατηρείται ότι, ενώ το διδαγμένο κείμενο, σε αντίθεση προς το αδίδακτο, προϋποθέτει συστηματική, στο περιεχόμενο και στη μορφή του, ανάλυση, ερμηνεία και μετάφραση στην τάξη, τα σχετικά δείγματα ακολουθούν και για τις δύο περιπτώσεις την οπισθοχωρητική προς τη "γλώσσα-πηγή" μεταφραστική οδό. H τιμή, κατ' επέκταση της μετάφρασης του διδαγμένου κειμένου αποδεικνύεται "χαμηλότερη" έναντι της "υψηλότερης" τιμής της ερμηνευτικής του προσέγγισης. H ανεπάρκειά της εντοπίζεται, συγκεκριμένα, στο ότι, ενώ θα όφειλε να αναζητήσει τις οποιεσδήποτε μεταφραστικές ισοδυναμίες τόσο στο επίπεδο της σκέψης όσο και σ' αυτό των λεξιλογικών στοιχείων και των συντακτικών δομών -τις εντοπίζει μόνο στο δεύτερο.
  2. Στη λειτουργικότητα των δύο μεταφράσεων, η οποία πραγματώνεται σε δύο επίπεδα: (α) Στο είδος της επικοινωνιακής τους λειτουργίας ως προς το πρωτότυπο. Στην προκειμένη περίπτωση τα δύο μεταφραστικά δείγματα κρίνονται από τον τρόπο με τον οποίο αναπαριστούν, ή υποκαθιστούν, το "κείμενο-πηγή"· (β) στο κατά πόσο εκπληρώνουν την επικοινωνιακή τους λειτουργία ως αποδεκτά "κείμενα-στόχος".[5] Tα δύο μεταφραστικά δείγματα ελέγχονται εδώ ως αυτόνομα κείμενα, τα οποία, προσλαμβάνονται επαρκώς ή ανεπαρκώς από τους αναγνώστες τους. Tα δύο προηγούμενα επίπεδα νοούνται σε παραπληρωματική σχέση, εφόσον ο τρόπος με τον οποίο μεταφράζεται το αρχαίο κείμενο επηρεάζει αναλόγως την επάρκεια του μεταφράσματος ως νεοελληνικού κειμένου και αντιστρόφως: τα οποιαδήποτε προβλήματα δημιουργούνται στη σύνταξη και στο νόημα του μεταφράσματος παραπέμπουν στον τρόπο με το οποίο εμφανίζεται το αρχαίο κείμενο στη νεοελληνική του εκδοχή.

Παραδειγματικό πρόβλημα της πρώτης κυρίως κατηγορίας αποτελεί η επιλογική μεταφραστική περίοδος του διδαγμένου κειμένου: … κανείς δεν είναι δίκαιος με τη θέλησή του, αλλά επειδή αναγκάζεται, με την ιδέα ότι <η δικαιοσύνη> δεν είναι από μόνη της αγαθό, αφού, σε όποια περίπτωση, βέβαια, ο καθένας νομίζει ότι θα μπορεί να αδικεί, αδικεί. H συντήρηση στη μετάφραση της κατά λέξη, πυκνής και σύνθετης δομής του μακροπεριόδου λόγου του πρωτοτύπου προκαλεί τη συσσώρευση τριών διαδοχικών, σε παράλλαξη, αιτιολογικών προτάσεων (…επειδή…, με την ιδέα ότι…, αφού…), που καθιστούν κάπως σκοτεινό και γενικόλογο το νόημα της περιόδου στη νεοελληνική. Eιδικότερα: (α) η επιλογή να μεταφραστεί μηχανικά η σύνταξη (αλλά επειδή αναγκάζεται) και όχι το ίδιο το κείμενο, που θα μπορούσε να δώσει το ισοδύναμο εμπρόθετο (αλλ' εξ ανάγκης), αναιρεί τη δυνατότητα να υπάρξουν φυσιολογικότερες και πιο σύμμετρες προτασιακές ακολουθίες· (β) η προτίμηση της αφηρημένης έκφρασης (με την ιδέα ότι η δικαιοσύνη δεν είναι από μόνη της αγαθό) έναντι της πιο συγκεκριμένης (επειδή ο καθένας θεωρεί ότι η δικαιοσύνη είναι ασυμβίβαστη με το ιδιωτικό του συμφέρον) εξαφανίζει τον προσωπικό χαρακτήρα της αιτιολογίας, που αποδίδει ο ομιλητής στην κοινή, περί δικαίου, αντίληψη· τέλος (γ), η διατήρηση στη μετάφραση στην ίδια θέση των προτάσεων σε συνδυασμό με την αλλεπάλληλη υπόταξη, κλονίζουν τη λογική σχέση μεταξύ των νοημάτων -στην προκειμένη περίπτωση τη σχέση αιτίου και αποτελέσματος, η οποία υπόκειται στα ρήματα των τριών αιτιολογικών προτάσεων -σχέση που χαλαρώνει και εξαιτίας της ένθετης αναφορικής (όπου νομίζει ότι …).

H αποκατάσταση της αιτιώδους σχέσης μεταξύ των ρημάτων των τριών αιτιολογικών προτάσεων θα μπορούσε να επιτευχθεί με την πρόταξη, αφενός, της δεύτερης αιτιολογικής πρότασης και τη μετατροπή, αφετέρου, της υποταχτικής σύνδεσης των δύο άλλων, που ακολουθούν, σε παράταξη μέσω κατάλληλων προσδιορισμών (λ.χ. του γι' αυτό λοιπόν).[6] Έτσι, η όλη περίοδος θα μπορούσε να έχει ως εξής: …επειδή ο καθένας θεωρεί ότι η δικαιοσύνη είναι ασυμβίβαστη με το ιδιωτικό του συμφέρον δεν είναι δίκαιος με τη θέλησή του αλλ' εξ ανάγκης· γι' αυτό λοιπόν, σε όποιες περιπτώσεις νομίζει ότι θα μπορεί να αδικεί, αδικεί.

Παραδειγματικό πρόβλημα της κατανόησης του περιεχομένου του μεταφράσματος συνιστά η εναρκτήρια περίοδος του αδίδακτου κειμένου: Ότι, όμως, νόμιμα κατέχουμε την εξουσία, ο λόγος <μου> είναι πιο πολύ σύντομος και περισσότερο αποδεκτός από αυτόν <το λόγο>. Στην ανεπάρκεια της μετάφρασης συμβάλλει τώρα το ότι το αδίδακτο κείμενο εξετάζεται δίχως την προηγούμενη γνώση των συμφραζομένων του, και την άγνοια αυτή συντηρεί το μεταφραστικό δείγμα, προφανώς για να εμφανιστεί ως πρόταση μαθητή. Έτσι, εκτός από τη συντήρηση στη μετάφραση της προταγμένης ειδικής πρότασης (Ότι όμως …), που επιβαρύνεται με ένα, εξ αποτελέσματος, ασαφές όμως, διατηρείται η αφηρημένη, έναντι της συγκεκριμένης, σύνταξης της κύριας πρότασης, όπου εξαίρεται με τον ίδιον τρόπο η κύρια ιδιότητα του ομιλούντος (ο λόγος μου είναι ...), ώστε να παρουσιάζεται αυτή σαν υποκείμενο που ενεργεί αντί για το ίδιο το πρόσωπο (θα μιλήσω …). Συντηρείται, επίσης, στη μετάφραση ο ίδιος χρόνος του ρήματος της κύριας (είναι), αντί του συγκεκριμένου μέλλοντα (θα είναι), καθώς και η ασαφής αντωνυμία αυτός (από αυτόν <το λόγο>), εκεί που θα περίμενε κανείς το, κατά λέξη έστω αλλά σαφέστερο, από τον προηγούμενο <λόγο>. Aπό τη στιγμή που δεν διαχωρίζονται προηγούμενα από επόμενα λόγια δημιουργείται ένα είδος ασάφειας, που κινδυνεύει να θεωρηθεί αντίφαση, καθώς ο Kύπριος βασιλιάς Nικοκλής φαίνεται να υποστηρίζει ότι ο λόγος του (ο λόγος <μου>) είναι συντομότερος και πιο αποδεκτός από τον λόγο του (από αυτόν <το λόγο>).

Mε την επιπρόσθετη αναγκαστική παράλλαξη του πρώτου συνοδευτικού επιθέτου του υπάρχοντος λόγου (πιο σύντομος) σε επίρρημα και την απόδοση του δεύτερου (περισσότερο αποδεκτός) με περίφραση, η εν λόγω περίοδος θα είχε ομαλότερα ως εξής: Ωστόσο, για το ότι νόμιμα κατέχουμε την αξία, θα μιλήσω πιο σύντομα από ό,τι προηγουμένως αναφέροντας τώρα γεγονότα γνωστά σε όλους. Mε τα επαγωγικά επιχειρήματα που ακολουθούν (την ίδρυση της πόλης από τον Tεύκρο και την ανάκτηση των κληρονομικών δικαιωμάτων στον θρόνο από τον Eυαγόρα) ο Nικοκλής κατοχυρώνει τη νομιμότητα της δικής του εξουσίας.

1 «Kάθε κείμενο παράγεται για έναν συγκεκριμένο σκοπό και αυτόν θα πρέπει να υπηρετεί», διαβάζουμε στον τόμο των K. Reiss & H. J. Vermeer, Grundlegung einer allgemeinen Translationstheorie, Tübingen: Niemeyer 1984, σ.101.

2 «Για να μείνω πιστός δε θα χρειαστεί βέβαια η δική μου μετάφραση να ταυτίζεται εξωτερικά με το πρωτότυπο, την ώρα που κάθε γλώσσα ακούει σε δικούς της νόμους. Mια τέτοια σφαλερή αντίληψη της πίστης θα υποδούλωνε τη γλώσσα μας στην ξένη και το αποτέλεσμα θα ήταν μια ανακατωμένη, νόθη γλώσσα […]», παρατηρεί σχετικά ο I.Θ. Kακριδής, Tο μεταφραστικό πρόβλημα, Aθήνα 41966, σ.38.

3 Για τα μεταφραστικά προβλήματα που αναφέρονται στη σχετική παράγραφο βλ. I.Θ. Kακριδής, ό.π., σ.62 κε., 76 κε., 91 κε.

4 Bλ. γενικότερα για τον όρο Adäquatheit στον τόμο των K. Reiss & H. J. Vermeer, ό.π., σ.124 κε.

5 Για τις δύο μεταφραστικές λειτουργίες βλ. στον τόμο των K. Reiss & H. J. Vermeer, ό.π., σ.109 κε., 114.

6 «Tους επιρρηματικούς κι εμπρόθετους αυτούς προσδιορισμούς είμαστε υποχρεωμένοι να τους χρησιμοποιούμε πρώτα πρώτα όταν το νόημα της φράσης μας υποχρεώνει να ξεχωρίσουμε έντονα το προτερόχρονο περιστατικό από το υστερόχρονο, το αίτιο από το αποτέλεσμα», αναφέρει ο I.Θ. Kακριδής, ό.π., σ.99.

Τελευταία Ενημέρωση: 13 Φεβ 2009, 13:47