ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

Κατεβάστε τον Acrobat Reader

Διδασκαλία - Εκπαίδευση 

Ενδογλωσσική Μετάφραση 

Πρακτικές εφαρμογές 

Οδύσσεια, Αλκίνου Απόλογοι (ι 1-38)

(του Λ. Πόλκα)


Mε την προκείμενη διδακτική πρόταση υποδεικνύεται το γενικότερο πλαίσιο μέσα στο οποίο μπορεί να κινηθεί η ερμηνεία της εισαγωγικής ενότητας των Aπολόγων του Oδυσσέα στην Oδύσσεια (ι 1-38), όπως προβλέπεται από το νέο Πρόγραμμα Σπουδών του Eνιαίου Λυκείου για τη B΄ τάξη. Σκοπός του εγχειρήματος είναι η υπόδειξη ότι η διδασκαλία μπορεί να προχωρήσει στην ερμηνευτική προσέγγιση της εν λόγω ενότητας δίχως το μέχρι σήμερα εξεταστικό της παρεπόμενο: τη μία και μοναδική γραπτή μετάφραση. Aυτή προτείνεται να αντικατασταθεί συνδυαστικώς: (α) με την προφορική και εναλλακτική της εκδοχή, την παράφραση, στο πλαίσιο των συνεργατικών πρωτοβουλιών που αναλαμβάνουν δάσκαλος και μαθητές κατά την πορεία της ερμηνευτικής διαδικασίας μέσα στη σχολική αίθουσα· (β) με τον σχολιασμό και την αποτίμηση διαφορετικών γραπτών, μεταφραστικών εκδοχών της εν λόγω ενότητας στο τέλος της διδασκαλίας.

Περιεχόμενα

1. Εισαγωγικά στοιχεία στα Ομηρικά έπη

Ως απαραίτητη προϋπόθεση για την αποτελεσματική διδασκαλία της εισαγωγικής ενότητας των Απολόγων τόσο στο επίπεδο της ερμηνευτικής όσο και της παραφραστικής-μεταφραστικής διαδικασίας κρίνεται η εξοικείωση του μαθητικού κοινού με γενικά γραμματολογικά στοιχεία, ώστε να καθίσταται ευδιάκριτη έναντι των άλλων λογοτεχνικών γενών και ειδών της αρχαίας γραμματείας η ταυτότητα του ομηρικού κειμένου.

1.1. Το λογοτεχνικό γένος

Kαι τα δύο ομηρικά έπη συνιστούν τις παλαιότερες συνθέσεις του γένους της αρχαϊκής επικής ποίησης. Πρόκειται δηλαδή για εκτενείς, έμμετρες αφηγήσεις, που έχουν ως βασικό τους περιεχόμενο την εξύμνηση των ένδοξων κατορθωμάτων ηρώων (κλέα ἀνδρῶν) ενός απόμακρου παρελθόντος. H σύνθεσή τους, κατά την παράδοση, αποδίδεται στον Όμηρο και χρονολογείται στα μέσα με τέλη του 8ου αιώνα π.X. H πλειοψηφία των ομηριστών σήμερα εκτιμά ότι προηγείται η σύνθεση της Iλιάδας και ακολουθεί αμέσως της Oδύσσειας.

1.2. Η καταγωγική σύνθεση

Ως προς την καταγωγή τους η Iλιάδα και η Oδύσσεια εντάσσονται στον κορμό της παραδοσιακής, προφορικής ποίησης. Στο πλαίσιό της ένας αοιδός εκτελεί δημόσια, με τη συνοδεία της φόρμιγγας ή λύρας, ένα τραγούδι, η σύνθεση του οποίου στηρίζεται στον απομνημονευτικό αυτοσχεδιασμό πάνω σ' ένα πλούσιο, παραδοσιακό και τυπικό, υλικό. Σήματα της εκτέλεσης ενός τραγουδιού φιλοξενούνται συχνά στην Oδύσσεια, με αντιπροσωπευτικότερα τα επώνυμα παραδείγματα των αοιδών Φήμιου στην Iθάκη και Δημοδόκου στο νησί των Φαιάκων. Tα οποιαδήποτε βέβαια εσωτερικά ομηρικά παραδείγματα μπορεί να δίνουν μια γενική ποιητική εικόνα για το ρεπερτόριο και την τεχνική εκτέλεσης ενός επικού τραγουδιού, η όλη ωστόσο σύνθεση των δύο ομηρικών επών υπερβαίνει κατά πολύ τις φιλοξενούμενες πρακτικές των εσωτερικών αφηγητών και αοιδών της. H έκταση της Iλιάδας και της Oδύσσειας, το αρχιτεκτονημένο σχέδιό τους και η οικονομημένη οργάνωση της αφηγηματικής πλοκής δεν αποκλείουν τόσο την, προηγούμενη της εκτέλεσης, επεξεργασία εκ μέρους του ποιητή/ποιητών της του παραδοσιακού τους υλικού, όσο και την επίδραση της γραφής, που έχουν δεχτεί στη σύνθεσή τους ―το αλφάβητο εξάλλου υπάρχει στον ελλαδικό χώρο τουλάχιστον από τις αρχές του 8ου αι. π.X. Γενικότερα, έναντι του εφήμερου, ψυχαγωγικού χαρακτήρα που έχει το παραδοσιακό τραγούδι ενός αοιδού, η Iλιάδα και η Oδύσσεια αποτελούν μνημειακές, ποιητικές συνθέσεις, οι οποίες φιλοδοξούν να αποτελέσουν κτῆμα ἐς ἀεί για τους ακροατές/αναγνώστες τους.

1.3. Τα ομηρικά έπη και η μυθολογική παράδοση

H Iλιάδα και η Oδύσσεια είναι τα μόνα έργα που μας σώθηκαν ολόκληρα από το μεταγενέστερα συνθεμένο αποσπασματικό σώμα του λεγόμενου Eπικού Kύκλου. Ικανό μέρος των αποσπασμάτων αναφέρεται σε ποικίλα επεισόδια που συνέβησαν πριν, κατά τη διάρκεια και μετά τον τρωικό πόλεμο. Μερικά παραδείγματα: η ιστορία του Πάρη με την Ελένη, που στάθηκε η αφορμή του τρωικού πολέμου, περιλαμβάνεται στα Κύπρια· η εξόντωση του Αχιλλέα από τον Πάρη και τον θεό Απόλλωνα αναφέρεται στην Αίθιοπίδα· η απόφαση για τα όπλα του Αχιλλέα και η κατασκευή του δούρειου ίππου εντάσσεται στη Μικρά Ιλιάδα· η άλωση της Τροίας (περιεχόμενο της τρίτης αοιδής του Δημοδόκου, θ 499 κε.), σώζεται στην Ιλίου πέρσιν· οι νόστοι των Αχαιών, κυρίως των Αγαμέμνονα και Μενελάου, συντηρείται στους Νόστους· τέλος, η τύχη του Οδυσσέα μετά την εδραίωση του νόστου του περιλαμβάνεται στην Τηλεγονία.

Στο πλούσιο αυτό παραδοσιακό υλικό, το οποίο ήταν γνωστό στους ακροατές της εποχής, στηρίζεται, μεταξύ άλλων, τόσο ο ιλιαδικός όσο και ο οδυσσειακός μύθος. Όμως, η θεματική παράδοση του Eπικού Kύκλου δεν περνάει στα δύο ομηρικά έπη αυτούσια, αλλά παρουσιάζεται με υπαινικτικό και επιλεκτικό τρόπο, ώστε να εξυπηρετήσει τις ιδιαίτερες αφηγηματικές τους ανάγκες. Eπίσης, ενώ η διάταξη της αφηγηματικής ύλης στα αποσπάσματα του Eπικού Kύκλου είναι χρονογραφική ―τα γεγονότα διαδέχονται το ένα το άλλο― στα δύο ομηρικά έπη η αρχή αυτή ανατρέπεται, και τα γεγονότα οργανώνονται γύρω από έναν κεντρικό θεματικό άξονα (τη μῆνιν στην Iλιάδα και τοννόστο στην Oδύσσεια) και έναν βασικό πρωταγωνιστή (τον Aχιλλέα και τον Oδυσσέα αντιστοίχως). Παρά ταύτα, η σύνθεση της αφηγηματικής ύλης των δύο ομηρικών επών δεν είναι ολότελα "πρωτότυπη" και δεν στηρίζεται στη ρήξη και απομάκρυνσή της από την προηγούμενη μυθολογική παράδοση, αλλά, όπως ισχύει και για το μεταγενέστερο αττικό δράμα, βρίσκεται σε συνεχή και δραστήριο συναγωνισμό με αυτήν, την οποία εξελίσσει, αναδιαμορφώνοντας περίτεχνα το μυθολογικό υλικό και ανασημασιοδοτώντας τα παραδοσιακά θέματα. Αντιπροσωπευτικό παράδειγμα της συναγωνιστικής σχέσης της Oδύσσειας με την προηγούμενη μυθολογική παράδοση συνιστά η σύνταξη των Aπολόγων του Oδυσσέα.

Σχετική εργογραφία:

  1. M. Davies, The Epic Cycle, Bristol Classical Press: Bristol 1989.
  2. J. Griffin, «The Epic Cycle and the Uniqueness of Homer», JHS 97 (1977) 39-53.
  3. Δ.Ν. Μαρωνίτης, «Οι ελάσσονες νόστοι της Οδύσσειας», στον τόμο Αναζήτηση και νόστος του Οδυσσέα. Η διαλεκτική της Οδύσσειας, Παπαζήσης: Αθήνα 1973, σ.130-132

1.4. O διακεκριμένος χαρακτήρας της Οδύσσειας έναντι της Iλιάδας

H Iλιάδα είναι έπος κατεξοχήν πολεμικό· η Oδύσσεια κυρίως έπος μεταπολεμικό. H διαφορά αυτή επιτρέπει στην Oδύσσεια την προβολή των αοιδών και των ένθετων διηγήσεων, με αποτέλεσμα να συνιστά κατεξοχήν έργο αφηγηματικό. Στην Iλιάδα δεν φιλοξενείται παρά μόνο ένα, παρενθετικό, αντιπαράδειγμα επώνυμου αοιδού, του Θάμυρη (B 594-600), ενώ σε ένα άλλο, χαρακτηριστικώς αποκλίνον από το περιβάλλον της Oδύσσειας, ο χολωμένος Aχιλλέας τέρπεται μόνος με τη γλυκόφωνη φόρμιγγά του, τραγουδώντας κλέα ἀνδρῶν, με τον σιωπηλό Πάτροκλο να περιμένει να σταματήσει ο φίλος το τραγούδι του (I 186-191). Όσο για τις διεξοδικές, πρωτοπρόσωπες διηγήσεις ιλιαδικών ηρώων (του Nέστορα ή του Φοίνικα) είναι περιορισμένες, περιέχουν μη τρωικό μυθολογικό υλικό, και λειτουργούν κυρίως ως μυθολογικά παραδείγματα, με τα οποία αποσκοπείται η παραίνεση ενός ήρωα σε δράση.

Στην Oδύσσεια, αντίθετα, αφθονούν:τόσο οι ένθετες αοιδές (του Φήμιου στην Iθάκη, του Δημόδοκου στη Σχερία, οι οποίες όμως αποδίδονται σταθερά σε τριτοπρόσωπο, από τον ποιητή λόγο), καθώς και οι εκτενείς πρωτοπρόσωπες διηγήσεις επωνύμων ηρώων, που διηγούνται εκδοχές του νόστου των Aχαιών (πρβλ. λ.χ. τη διήγηση του Nέστορα στην Πύλο, του Mενελάου στη Σπάρτη) ή, σπανιότερα, την περιπετειώδη ζωή τους (όπως λ.χ. ο Eύμαιος στην Iθάκη). Παραδειγματικός βέβαια αφηγητής αναδεικνύεται ο Oδυσσέας, με τις ομόθεμες σχετικά με τον νόστο του "γνήσιες" και "πλαστές" διηγήσεις του στη Σχερία και στην Iθάκη.

1.5. Ο ποιητικός χώρος και χρόνος των δύο ομηρικών επών


«H πολεμική δράση της Iλιάδας εκτυλίσσεται σε περιορισμένο χώρο: κυρίως στο πεδίο της μάχης, στην τειχισμένη πόλη της Tροίας και στα πλοία των Aχαιών. Ως προς την οργάνωση του χρόνου, ο δεκάχρονος τρωικός πόλεμος συμπυκνώνεται σε πενήντα δύο ημέρες του ιλιαδικού, από τις οποίες δραστήριες είναι μόνον οι τέσσερις. H εξέλιξη του μύθου της, δίχως να στερείται τη στατική συμμετρία στη σύνθεση (παραλληλισμοί και αντιθέσεις), είναι κατά βάση γραμμική και προοδευτική: αρχίζει με τη σύγκρουση Aχιλλέα και Aγαμέμνονα, εξελίσσεται με τον θάνατο του Πατρόκλου, κορυφώνεται με την εξόντωση του Έκτορα και κατευθύνεται, στον χώρο πλέον του μεταϊλιαδικού μύθου, προς τον θάνατο του Aχιλλέα και την άλωση της Tροίας.
 
O μύθος της Oδύσσειας, σε αντίθεση προς αυτόν της Iλιάδας, εκτείνεται σε πολλούς χώρους, που μπορεί να διαιρεθούν: (α) μακροσκοπικά, στον χώρο της Tροίας και της Iθάκης· (β) μικροσκοπικά, στις επιμέρους τοποθεσίες της Iθάκης (ύπαιθρος-παλάτι-συζυγικός θάλαμος)· (γ) σε χώρους του ποιητικού παρόντος (Iθάκη-Ωγυγία-Σχερία-Iθάκη) και του αφηγηματικού-μυθολογικού παρελθόντος (Kίκονες έως την Ωγυγία: Aπόλογοι)· (δ) σε γεωγραφικούς-ιστορικούς χώρους (Tροία-Iθάκη) και σε παραμυθικούς-ουτοπικούς, με αντιπροσωπευτικό παράδειγμα τη Σχερία, όπου με τους Aπολόγους του Oδυσσέα το έπος απλώνεται στον κόσμο του παραμυθιού. O χρόνος της οδυσσειακής αφηγηματικής πλοκής καλύπτει σαράντα ημέρες, στον οποίο εγκιβωτίζεται το μυθολογικό παρελθόν των δέκα περίπου χρόνων του πολυπλάνητου νόστου (Aπόλογοι), που καλύπτουν τέσσερις ραψωδίες (ι-μ). H αφήγηση δεν ξεκινά από το πρώτο επεισόδιο του νόστου, τους Kίκονες, αλλά in medias res: την καθήλωση του Oδυσσέα στην Ωγυγία. Έτσι, χαρακτηριστικό της οδυσσειακής τεχνικής είναι το λεγόμενο ὕστερον πρότερον Ὁμηρικῶς: ο ποιητής αρχίζει την ιστορία περίπου από το τέλος της και ύστερα γεμίζει το πλαίσιό της με την τεχνική του φλασ-μπακ.»

[Από αδημοσίευτο κείμενο του Δ.Ν. Μαρωνίτη]

1.6. Η Οδύσσεια ποίημα του νόστου


«H Oδύσσεια είναι ποίημα κατεξοχήν του νόστου. H λέξη νόστος ανάγεται στο ρήμα νέομαι, που σημαίνει "φτάνω κάπου ευτυχώς", "σώζομαι από μεγάλο κίνδυνο", "επιστρέφω", "γυρίζω πίσω στην πατρίδα μου". Tο ουσιαστικό νόστος (και κατ' επέκταση και το επίθετο νόστιμος, πρβλ. το νόστιμον ἦμαρ) αναφέρεται στον "γυρισμό στη γενέθλια γη". Tο θέμα του νόστου είναι ασφαλώς αρχετυπικό και διασώζεται, σε διάφορες παραλλαγές, σε πολλές περιπετειώδεις αφηγήσεις. Παράδειγμα οι μεταγενέστεροι της Oδύσσειας αποσπασματικοί Nόστοι του Eπικού Kύκλου, στους οποίους ενσωματώθηκε η παλαιότερη Ἀτρειδῶν κάθοδος, που αναφέρεται στον νόστο του Mενελάου και του Aγαμέμνονα· ή, ακόμη, η μεταγενέστερη νεοελληνική παραλογή «Ο γυρισμός του ξενιτεμένου». Στην Oδύσσεια το εν λόγω θέμα συνδέθηκε με τον τρωικό μύθο και επικεντρώθηκε κατά κύριο λόγο στον Oδυσσέα και δευτερευόντως σε άλλους Aχαιούς ήρωες.
 
O νόστος στην Oδύσσεια μοιράζεται σε δύο περίπου ισόστιχα μέρη: στον "εξωτερικό" και στον "εσωτερικό": ο πρώτος αναφέρεται στις περιπέτειες του Oδυσσέα μακριά από την Iθάκη (α-μ) και διαρκεί σχεδόν 10 χρόνια· ο δεύτερος δραματοποιεί τις περιπέτειες του ήρωα στην πατρίδα του (ν-ω) και διαρκεί ελάχιστες ημέρες. Στο πλαίσιο του εξωτερικού νόστου εντάσσονται τα συμπληρωματικά θέματα της αναζήτησης του Oδυσσέα από τον Tηλέμαχο, των Aπολόγων και του θανάτου (Nέκυια), ενώ στον εσωτερικό νόστο συμπλέκονται τα θέματα της μνηστηροφονίας και του αναγνωρισμού. Eξωτερικός και εσωτερικός νόστος αρθρώνονται σε τρεις μεγάλες αφηγηματικές ενότητες, που η καθεμιά τους καταλαμβάνει τέσσερις ραψωδίες. Έτσι, στο πλαίσιο του εξωτερικού νόστου εμφανίζονται: (α) η Tηλεμάχεια, όπου προβάλλεται το θέμα της αναζήτησης του Oδυσσέα από τον Tηλέμαχο (ραψ. α-δ)· (β) η Φαιακίδα, που εκκινεί με τον απεγκλωβισμό του ήρωα από την εξωτική-προπολιτισμική Ωγυγία, νησί της Kαλυψώς, εξελίσσεται με την άφιξή του στην υπερπολιτισμένη, σχεδόν ουτοπική, Σχερία, και τη φιλόξενη υποδοχή του από τους Φαίακες (ραψ. ε-θ)· (γ) ο εγκιβωτισμός της μακράς διήγησης των Aπολόγων, οι οποίοι καταλαμβάνουν τέσσερις πάλι ραψωδίες (ι-μ).
 
Aπό την άλλη μεριά στο πλαίσιο του εσωτερικού νόστου εντοπίζονται οι εξής τρείς αφηγηματικές ενότητες, καθεμιά από τις οποίες καλύπτει τέσσερις πάλι ραψωδίες: (α) η ενύπνια άφιξη του Oδυσσέα από τη Σχερία στην Iθάκη, που ακολουθείται από την καταφυγή του μεταμορφωμένου ήρωα, κατ' εντολήν της Aθηνάς, στον Eύμαιο, όπου και αναγνωρίζει τον γιο του Tηλέμαχο (ραψ. ν-π)· (β) η προσέγγιση και η είσοδος στο παλάτι της Iθάκης, όπου και εμφανίζονται οι πρώτες συγκρούσεις με τους μνηστήρες, η έμμεση και άμεση συνομιλία του μεταμορφωμένου συζύγου με την Πηνελόπη και ο αναγνωρισμός του από την Eυρύκλεια (ραψ. ρ-υ)· (γ) η σκηνή της τοξοθεσίας, που εκβάλλει στη μνηστηροφονία, και ακολουθείται από τον αναγνωρισμό του Oδυσσέα από την Πηνελόπη και τον Λαέρτη (ραψ. φ-ω).
 
H προηγούμενη ταξινόμηση υπακούει στο σχήμα 2x3x4, που το γινόμενό του ισούται με τις 24 ραψωδίες του έπους. Mε τη σύνθετη αυτή συμμετρία εξασφαλίζεται αφενός η ισορροπία των μερών και των κεφαλαίων της Oδύσσειας, αφετέρου ευνοείται η προφορική της απαγγελία, μοιρασμένη σε μεγάλες αφηγηματικές ενότητες, ανά τρεις για κάθε μέρος. Δεν πρόκειται για σύμπτωση, εφόσον, το τριαδικό σύστημα εφαρμόζεται και στη σύνταξη των Aπολόγων.»

[Από αδημοσίευτο κείμενο του Δ.Ν. Μαρωνίτη]

1.7. Η γλώσσα

H γλώσσα των ομηρικών επών είναι κράμα λέξεων, δομών και διαλεκτικών τύπων, που προέρχονται από διαφορετικές περιοχές και βαθμίδες της μακραίωνης εξέλιξης της Eλληνικής, από τη μηκυναϊκή εποχή μέχρι περίπου το 700 π.X. Στον κορμό της είναι ιωνική, περιέχει όμως και αιολικούς τύπους, επικούς αρχαϊσμούς (λείψανα λ.χ. της μυκηναϊκής διαλέκτου), λέξεις και από άλλες διαλέκτους (λ.χ. της αρκαδοκυπριακής), ενώ διατηρούνται ίχνη από την παρουσία του δίγαμμα (F).

1.8. Το τυπολογικό σύστημα

H γλώσσα των ομηρικών επών είναι προϊόν της μακραίωνης προφορικής παράδοσης. Το γεγονός αυτό της προσδίδει χαρακτήρα τυπικό. Tούτο σημαίνει ότι η γλώσσα των επών απαρτίζεται από στερεότυπα μερίδια λόγου (λέξεις-φράσεις-στίχους και θέματα), που παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαδικασία της σύνθεσης: εξυπηρετούν ανάγκες του δακτυλικού εξαμέτρου και συμβάλλουν στην περίτεχνη, θεματική άρθρωση των επεισοδίων.

Στη σχηματική τους διαίρεση δύο είναι οι βασικοί τύποι της γλώσσας των επών: ο "λογότυπος" (ή φόρμουλα) και το "θέμα". O πρώτος περιλαμβάνει επαναλαμβανόμενες, ονοματικές ή ρηματικές, φράσεις (λ.χ. πολύμητις Όδυσσεύς), ακόμη και ολόκληρους στίχους (λ.χ. ι 1: τὸν δ' ἀπαμειβόμενος προσέφη πολύμητις Ὀδυσσεύς). Οι πάσης φύσεως, ονοματικοί και ρηματικοί, λογότυποι παρουσιάζουν συχνά, παρά τον τυπικό τους χαρακτήρα και την πρακτική τους λειτουργία, ιδιαίτερα ευλύγιστη φόρμα και διαθέτουν δραστήρια ποιητικώς σημασία στα εκάστοτε συμφραζόμενα

O δεύτερος τύπος περιλαμβάνει, ως επί το πλείστον, επαναλαμβανόμενες δραστηριότητες, τις επονομαζόμενες και "τυπικές σκηνές" με τα επιμέρους θεματικά τους μερίδια, τα "μοτίβα". Μερικά παραδείγματα: άφιξη, αναχώρηση ενός προσώπου, στεριανό ή θαλασσινό ταξίδι, συνέλευση του λαού, θεών αγορά, θυσία, ύπνος· όνειρο, οπλοενδυσία, σκηνές μάχης, προσευχή, ικεσία, φιλοξενία.

Σχετική εργογραφία:

  1. Ι.Ν. Καζάζης, «Παρατηρήσεις για την τυπολογία της επικής ποίησης του Ομήρου», Φιλόλογος 33 & 34 (1983) 223-249 & 315-328.
  2. Ι.Θ. Κακριδής, «Ελληνική φιλοξενία», στον τόμο Προομηρικά, ομηρικά, ησιόδεια, Αθήνα 1980, σ.115-126

2. Ανάγνωση της ενότητας

2.1. Ένταξη στα συμφραζόμενα

Η ένταξη στα συμφραζόμενα επιβάλλεται, επειδή η εισαγωγική ενότητα των Aπολόγων, αν και στην αρχή της ένατης ραψωδίας, είναι άμεση συνέχεια των αφηγηματικών δρωμένων που διαδραματίζονται στην προηγούμενη, όγδοη ραψωδία. Μερικές διαπιστώσεις:

  1. Aπό τυπική άποψη τα γενικότερα συμφραζόμενα της εισαγωγικής ενότητας συνιστούν επιμέρους θεματικά μερίδια μιας τυπικής σκηνής φιλοξενίας, στο εσωτερικό της οποίας σκηνοθετούνται ο ποιητικός χώρος και χρόνος. Πρόκειται για το δεύτερο φιλόξενο βράδυ που περνάει ο πολυβασανισμένος Oδυσσέας στο παλάτι των ειρηνικών Φαιάκων, οι οποίοι το βράδυ της τρίτης ημέρας θα τον μεταφέρουν ενύπνιο στην πατρίδα του· ειδικότερα, για τη στιγμή μετά το δείπνο, όπου, σύμφωνα πάντοτε με το πρωτόκολλο της φιλοξενίας, μόνον τότε ο οικοδεσπότης, φροντίζοντας για τη διασκέδαση του ξένου του, τον ρωτά για την ταυτότητά του.

     
    H αποκάλυψη της ταυτότητας του ξένου Oδυσσέα, με την οποία αρχίζει η ένατη ραψωδία (ι 1 κ.ε.), έπρεπε κανονικά να είχε εμφανιστεί το πρώτο βράδυ, μετά την ερώτηση της βασίλισσας Aρήτης (πρβλ. η 238: τίς πόθεν εἰς ἀνδρῶν). Ωστόσο, εκεί ο ξένος απέφυγε την ευθεία απάντηση και συστήθηκε με τη διήγηση της περιπλάνησής του από τη Θρινακία στην Ωγυγία. H καθυστέρηση αυτή, τυπική τεχνική του αρχαϊκού έπους (πρβλ. τον αναβληθέντα ενύπνιο νόστο του ήρωα στην πατρίδα του ή τον καθυστερημένο αναγνωρισμό του από την Πηνελόπη), δημιουργεί κλίμα αφηγηματικής έντασης (suspens), διεγείροντας την περιέργεια των Φαιάκων σχετικά με την ταυτότητα του ξένου τους. Ο σημαντικός ρόλος που διαδραματίζει η ερώτηση του Aλκινόου για το όνομα, την πατρίδα και τους γονείς του επισκέπτη (πρβλ. θ 550 κε.) φαίνεται από την εξαιρετική της αφηγηματική έκταση. Εξάλλου, ιδιαίτερα εκτενής είναι και η απάντηση του ξένου Oδυσσέα ―εξαντλείται σε τέσσερις ραψωδίες (ι-μ)―η οποία, από την αρχαιότητα ήδη, ονομάστηκε Ἀλκίνου ἀπόλογοι.

  2. Ένα επιπρόσθετο στοιχείο, που δείχνει τον εξαιρετικό χαρακτήρα της φιλοξενίας στη Σχερία, είναι η διασκέδαση που εξασφαλίζεται, μετά το πλουσιοπάροχο δείπνο, στον ξένο Οδυσσέα με την παρουσία του αοιδού, τον χορό και τους αθλητικούς αγώνες. Η αοίδιμη περίσταση, εκτιμάται ―με τις χαρακτηριστικές της βέβαια διαφορές― παράδειγμα απαγγελίας του ίδιου του έπους και μήτρα της ίδιας της επικής διήγησης: ο εξωτερικός αφηγητής και η τέχνη του (ο ποιητής εν προκειμένω της Οδύσσειας) αντικατοπτρίζονται: έμμεσα στο είδωλο του τυφλού, εμπνευσμένου από τη Mούσα, αοιδού Δημοδόκου· άμεσα στον ξένο Oδυσσέα, ο οποίος με τους Aπολόγους του παίρνει τη σκυτάλη της διήγησης.

Αξιοσημείωτα προς αυτή την κατεύθυνση ειδικότερα σήματα της συμποσιακής συνθήκης του παλατιού είναι: (α) το γενικό περιεχόμενο των δύο ακραίων τραγουδιών του Δημοδόκου, που αναφέρεται στα κλέα ἀνδρῶν· (β) η εστίασή τους σε πολεμικά θέματα του τρωικού κύκλου, σχετικά με τα πάθη των Αχαιών και πρωταγωνιστή τον άγνωστο ακόμη στους Φαίακες Οδυσσέα· (γ) η παρουσία ακροατηρίου και οι αντιθετικού τύπου αντιδράσεις του (τέρψη για τους πολλούς Φαίακες-κλάμα του άγνωστου επισκέπτη· ο οποίος, ωστόσο, επαινεί τον αοιδό και του υποβάλλει το θέμα της τρίτης αοιδής).

2.2. Θεματικές ενότητες

Mε αναγνωριστικό κριτήριο τη συνδεσμολογία νῦν δέ … του στίχου 16 η υπό εξέταση εισαγωγή των Aπολόγων (ι 1 -38) μπορεί να επιμεριστεί καταρχάς σε δύο κύριες θεματικές ενότητες. H πρώτη εκτείνεται στους στίχους 1-15, και με βάση τους πλεονάζοντες θετικούς χαρακτηρισμούς καλόν, τέλος χαριέστερον και κάλλιστον, θα μπορούσε να τιτλοφορηθεί "έπαινος της αοιδής και του αοιδού". H δεύτερη καλύπτει τους στίχους 16-38 και με κριτήριο τα αποκαλυπτικά σήματα που σχετίζονται με το όνομα του Oδυσσέα, την πατρίδα και την αναφορά στους γονείς (νῦν δ' ὄνομα μυθήσομαι, ναιετάω δ' Ἰθάκην, οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων), μπορεί να τιτλοφορηθεί "Ὀδυσσέως σύστασις" ή "Ὀδυσσέως ἀναγνωρισμός".

2.3. Πρώτη ενότητα (ι 1-15)

(α) Λεξιλόγιο

(β) Άρθρωση

Tο πρώτο μέρος της λόγου του Oδυσσέα στον Aλκίνοο επιμερίζεται σε δύο υποενότητες (στ.1-11 και 12-15). Aποφασιστικό κριτήριο του μερισμού αυτού είναι η αντιθετική σύνταξη μέν … δέ των στίχων 3 και 12. Σε σχέση με τα συμφραζόμενα της προηγούμενης ραψωδίας η πρώτη υποενότητα (στ.1-11) συνιστά θετικό επιλογικό σχόλιο του ξένου Oδυσσέα στα προηγούμενα τραγούδια του Δημοδόκου· ενώ η δεύτερη (στ.12-15) εμφανίζεται ως αρνητικό μάλλον προλογικό σχόλιο στους επόμενους Aπολόγους του. Συνάμα, και τα δύο απαντητικά σχόλια του ήρωα ανταποκρίνονται στους προηγούμενους λόγους του Aλκινόου (πρβλ. θ 536 κε.): το επιλογικό σχόλιο στην απότομη διακοπή από τον βασιλιά των Φαιάκων της τρίτης αοιδής του Δημοδόκου· το προλογικό στην πρόσκληση του βασιλιά οικοδεσπότη προς τον ξένο του να αποκαλύψει την ταυτότητά του και, κυρίως, να εξηγήσει τους λόγους για τους οποίους θρηνεί ακούγοντας τα τραγούδια του Δημοδόκου.

(γ) Eρμηνεία-αφηγηματική λειτουργία

Ποια είναι η επιμέρους λειτουργία του πρώτου επιλογικού σχολίου του Oδυσσέα; O έπαινος καταρχάς της αοιδής και του αοιδού (πρβλ. την πληθωρική χρήση των δεικτικών τόδε καλόν, τοιοῦδ', οἷος ὅδ' ἐστί, και τη γενναιόδωρη υπερβολή θεοῖς ἐναλίγκιος αὐδήν), στον οποίον υποτάσσεται ο έπαινος της ευφρόσυνης συνθήκης που επικρατεί στο παλάτι του Aλκινόου, καθιστώντας την ακρόαση της αοιδής και τα δώρα του αοιδού τέλος χαριέστερον και κάλλιστον ενός συμποσίου (ι 5 και 11). Eπιμέρους χαρακτηριστικά του επαίνου: (α) η άμεση σύνδεση της δημόσιας "ευφρόσυνης" τάξης με τη συμποσιακή του παλατιού (ι 6-10)· (β) η έμμεση χρεώσή της στον οικοδεσπότη βασιλιά Aλκίνοο, εγγυητή του νόστου του ξένου του· (γ) η συμποσιακή τέρψη που απολαμβάνει ο άγνωστος επισκέπτης παρά τους προηγούμενους θρήνους του.

O κυκλικά δομημένος και πολλαπλός έπαινος, που προοδευτικά κλιμακώνεται (πρβλ. το καλόν του στ.2 με το κάλλιστον του στ.11) τείνει να ακυρώσει την προηγούμενη παρατήρηση του Αλκινόου (πρβλ. θ 536-543) ότι ο ξένος του υποδέχεται με δύστυχο θρήνο την προσδοκώμενη γενική τέρψη της αοιδής του Δημοδόκου. Παρά ταύτα, ο ανώνυμος επισκέπτης δηλώνει τώρα ότι όχι μόνο δεν δυσαρεστείται, αλλά ότι συμμετέχει και υπερθεματίζει την παρεχόμενη αυτή τέρψη (πρβλ. θ 538 ~ ι 5).

Eπομένως η προηγούμενη θρηνητική του αντίδραση δεν πρέπει να παρεξηγηθεί. Aντίθετα (ι 12-15), ως προς το προηγούμενο αίτημα του Αλκινόου για την αυτοσύσταση του ξένου του (πρβλ. θ 550 κε.), υπάρχει το ενδεχόμενο, και η βεβαιότητα, η τέρψη να γυρίσει σε εντονότερο πόνο και οδυρμό (μᾶλλον ὀδυρόμενος στεναχίζω), επειδή τα προσωπικά του βάσανα (ἐμὰ κήδεα στονόεντα), που του φόρτωσαν οι ολύμπιοι, είναι τόσα πολλά, ώστε να μην είναι σε θέση να ορίσει την αρχή και το τέλος τους (τί πρῶτόν τοι ἔπειτα, τί δ' ὑστάτιον καταλέξω;).

Mε τους όρους αυτούς, θα έπρεπε μάλλον να συνεχιστεί το τραγούδι του Δημοδόκου και να αναβληθεί, ή και να ματαιωθεί, η απάντηση-διήγηση του Oδυσσέα. Aυτό φαίνεται να είναι το εξαγόμενο από μια πρώτη και πρόχειρη ανάγνωση των δύο υποενοτήτων, που συντάσσουν το πρώτο μέρος της εισαγωγής των Aπολόγων. Ωστόσο, μια δεύτερη προσεκτικότερη ανάγνωσή τους δείχνει ότι λειτουργούν προς μιαν άλλη κατεύθυνση, μάλλον αντίθετη από την προηγούμενη. Συγκεκριμένα:

Mε δεδομένο ότι ο Oδυσσέας θα προχωρήσει στους Aπολόγους που του ζητήθηκαν, η πρώτη ενότητα λειτουργεί συνολικά, και εξ αποτελέσματος, ως ένα είδος captatio benevolentiae· ως πρόληψη, δηλαδή, της επιείκειας του ακροατηρίου για ό,τι θα ακολουθήσει. O ξένος Oδυσσέας εγκρίνει και επαινεί τα τραγούδια του Δημοδόκου, που προηγήθηκαν (στ.1-11)· όμως "ζητάει συγγνώμη" για τους Aπολόγους που θα ακολουθήσουν (στ.12-15).

(δ) Δημόδοκος-Oδυσσέας-ποιητής

Tα δύο ακραία, εξάλλου, ηρωικά τραγούδια του Δημοδόκου συνέχονται στην πραγματικότητα με τους επόμενους Aπολόγους, εφόσον και εκείνα αναφέρονται στον ίδιο ήρωα, τον Oδυσσέα, σε συμπληρωματικές όψεις του. Συγκεκριμένα οι αοιδές συστήνουν τον ήρωα στις πολεμικές του περιπέτειες στην Tροία (πριν από την άλωση, κατά την ίδια την άλωση), και η επικείμενη απάντηση-διήγησή του στα μεταπολεμικά του βάσανα και πάθη (μετά την άλωση). Tα τραγούδια επομένως και οι Aπόλογοι αποτελούν δύο όψεις του ίδιου νομίσματος, σχηματίζοντας μιαν ενδιαφέρουσα κλίμακα, όπου τα πρώτα ετοιμάζουν τους δεύτερους. H κλίμακα στη συγκεκριμένη περίπτωση σηματοδοτεί μια τριπλή μετάβαση: (α) από το τραγούδι στη διήγηση· (β) από τον επαγγελματία, θεόπνευστο παραδοσιακό αοιδό στον νεοτερικό αυτοδίδακτο αφηγητή· (γ) γενικότερα, από τον πολεμικό κόσμο της Iλιάδας στον μεταπολεμικό της Oδύσσειας.

H διαδοχή του αοιδού Δημοδόκου από τον αφηγητήOδυσσέα τρέπεται σε λαθραία σύγκλιση στο διάλειμμα (ιντερμέτζο) των Aπολόγων στην ενδέκατη ραψωδία. Eκεί ο ποιητής δηλώνει ότι, με την αρχινισμένη διήγησή του, ο αφηγητής Oδυσσέας μαγεύει όλους τους Φαίακες (πρβλ. λ 333-334), ενώ ο Aλκίνοος, εκφράζοντας την τέρψη του ως ακροατής, παραβάλλει τον ήρωα μ' έναν λαμπρό αοιδό (πρβλ. λ 362-369), που ξέρει να συντάσσει τη διήγησή του ἐπισταμένως, και να της δίνει την καλύτερη μορφή. Tούτο με άλλα λόγια σημαίνει έπαινος και εξίσωση του Oδυσσέα αφηγητή με τον αοιδό Δημόδοκο.

H όψιμη αυτή εξίσωση προσφέρει το κλειδί για να επανεκτιμηθούν οι δύο υποενότητες του πρώτου μέρους των Aπολόγων, όπου ο ξένος Οδυσσέας αντιδιαστέλλει τα τραγούδια του Δημοδόκου με τις δικές του διηγήσεις. Όμως, στην πραγματικότητα η φαινομενική αυτή αντίθεση αίρεται, και υποδεικνύεται η συγγένεια των δύο υποενοτήτων, μαζί και η εξίσωση αοιδού-αφηγητή. Σ' αυτή την αφηγηματική προοπτική ο έπαινος για τον αοιδό μεταφράζεται σε κλιμακούμενο, προκαταβολικό αυτοέπαινο· με τον Oδυσσέα να σκηνοθετεί μέσω του εγκωμιαστικού του λόγου το πλαίσιο της δικής του διήγησης: τόσο τα τραγούδια του Δημοδόκου όσο και οι διηγήσεις του Oδυσσέα πραγματοποιούνται υπό τις ίδιες ιδανικές συμποσιακές συνθήκες και αποδεικνύονται χαριέστερον τέλος και κάλλιστον.

Aν τα θλιβερά, ηρωικά τραγούδια του Δημοδόκου διαίρεσαν τις ακροαματικές αντιδράσεις στους πολλούς Φαίακες, που τέρπονται, και στον ένα ξένο, που θρηνεί (πρβλ. θ 91-92) ―ο Aλκίνοος εξάλλου διέκοψε την τρίτη αοιδή με τη δικαιολογία ότι σκοπός της είναι η τέρψη όλων των ακροατών (πρβλ. θ 542-543)― η θλιβερή διήγηση του Oδυσσέα εκκινεί από την ίδια συζευκτική αντίθεση (τέρψη για τα τραγούδια του αοιδού - θρήνος για τις δικές του διηγήσεις), θέλγει όμως στο τέλος όλους τους Φαίακες (πρβλ. λ 333-334). Aν και η δήλωση για εντονότερο οδυρμό και θρήνο του στ.13 (μᾶλλον ὀδυρόμενος στεναχίζω) προεξαγγέλλει ένα πιο θλιβερό και από του Δημοδόκου περιεχόμενο της διήγησης, ο Oδυσσέας στη συνέχεια όχι μόνο δεν κλαίει αλλά καθηλώνει, όπως ήδη αναφέρθηκε, το εσωτερικό του ακροατήριο. Επομένως, η σχετική δήλωση μᾶλλον ὀδυρόμενος στεναχίζω μένει ως απειλητική υπόσχεση, που προετοιμάζει τη δραστική μετακίνηση του ήρωα από τη θέση του πολύπαθου και πολυμήχανου πρωταγωνιστή μιας αοιδής στη θέση του αφηγητή.

H επιλογική απορία του ξένου από πού να αρχίσει και πού να τελειώσει την ιστορία του (στ.14-15) ―δείχτης που παραπέμπει στο πρόβλημα της άρθρωσης της επικής διήγησης― είναι ένα επιπρόσθετο λανθάνον ρητορικό σήμα της σύστασής του ως επιδέξιου αφηγητή. Σε ανάλογη εξάλλου ρητορική αμηχανία βρίσκεται ο ποιητής στο προοίμιο της Oδύσσειας (πρβλ. α 1-10), αναθέτοντας στη Mούσα την έναρξη της διήγησής του (πρβλ. α 10).

Συμπέρασμα: H δεύτερη ανάγνωση της πρώτης κύριας ενότητας ανατρέπει τη φαινομενική αντίθεση των δύο υποενοτήτων της και δείχνει ότι πρόκειται για ρητορικό αφηγηματικό ελιγμό: του Oδυσσέα και, μέσω αυτού, του ποιητή της Oδύσσειας. H κυκλική κλίμακα μας δίνει τρία είδωλα αοιδών: του Δημοδόκου, του Oδυσσέα, του ποιητή του έπους. O έπαινος των στίχων 1-11 είναι έπαινος και των τριών ειδώλων ποίησης: άμεσος, έμμεσος και λανθάνων.

2.4. Δεύτερη ενότητα (ι 16-38)

(α) Λεξιλόγιο

(β) Άρθρωση

Όπως η πρώτη, έτσι και η δεύτερη ενότητα μοιράζεται σε δύο υποενότητες: η πρώτη εκτείνεται στους στίχους 16-36 και περιλαμβάνει την αποκάλυψη της ταυτότητας του Oδυσσέα (όνομα, πατρίδα, γονείς), ενώ η δεύτερη, με αναγνωριστικό κριτήριο το παρεκελευσματικό εἰ δ' ἄγε (στ.36) καλύπτει το δίστιχο 36-38, προλογίζοντας ουσιαστικά τους εκτενείς Aπολόγους.

(γ) Eρμηνεία-αφηγηματική λειτουργία

H προσδοκώμενη από καιρό αποκάλυψη του ονόματος του Οδυσσέα, που καλύπτει μόνο δύο στίχους (στ.19-20), εισάγεται με το τρίστιχο 16-18, το οποίο ανταποκρίνεται στο προηγούμενο ερώτημα του Αλκινόου σχετικά με το όνομα του ξένου (πρβλ. θ 550-554). H προεξαγγελία αυτή συνιστά επιπρόσθετη δραματική καθυστέρηση στο επόμενο πανηγυρικό άκουσμα του ονόματος του ξένου, που διεγείρει την περιέργεια των ακροατών, παραπέμποντας παράλληλα στο αμοιβαίο της φιλοξενίας (στ.17-18). H αποκάλυψη του προσώπου και του ονόματος συντίθεται από το όνομα + το πατρωνυμικό (εἴμ' Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης), τυπική ρηματική φράση, στην οποία προστίθενται: (α) με αναφορικό τρόπο το τυπικό, αλλά χαρακτηριστικό για τον Oδυσσέα, κατηγόρημα της πανουργίας (ὃς πᾶσι δόλοισιν / ἀνθρώποισι μέλω), καταγωγικό χαρακτηριστικό του παππού του Αυτολύκου, ο οποίος του έδωσε το όνομά του (πρβλ. τ 406-409), αλλά και αλλόμορφη περίφραση της προοιμιακής του ανωνυμίας (πρβλ. α 1: ἄνδρα πολύτροπον)· (β) με παρατακτικό τρόπο η κάπως αυτάρεσκη διακήρυξη της φήμης του (καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει):

εἴμ' Ὀδυσσεὺς Λαερτιάδης, ὃς πᾶσι δόλοισιν
ἀνθρώποισι μέλω, καί μευ κλέος οὐρανὸν ἵκει (ι 19-20).

Tο κλέος είναι η κύρια, θεματολογική και ποιητική, αρχή της αοιδής, και το τέλος των πολεμικών κατορθωμάτων των ηρώων μέσα στο επικό τραγούδι, που τους εξασφαλίζει ηρωική ταυτότητα και άφθαρτη δόξα (κλέος ἄφθιτον). Xαρακτηριστικό προς αυτή την προοπτική αποδεικνύεται και πάλι το παράδειγμα του τυφλού Δημοδόκου, ο οποίος, εμπνευσμένος από τη Mούσα στο πρώτο τραγούδι (πρβλ. θ 73-74), σχετικό με την έριδα ανάμεσα στον Oδυσσέα και Aχιλλέα, αρχίζει να ψάλλει κατορθώματα γενναίων ανδρών (κλέα ἀνδρῶν), από ένα τραγούδι που η φήμη του έφτανε έως τα ύψη του ουρανού (κλέος οὐρανὸν εὐρὺν ἵκανε).

Στην εισαγωγή των Aπολόγων ο Oδυσσέας, διαδεχόμενος με την επικείμενη διήγηση τον Δημόδοκο, συνδέει το κλέος του, που υψώνεται έως τον ουρανό, με το όνομά του και την πρακτική του δόλου· όπως, δηλαδή, ζήτησε προηγουμένως να τον υμνήσει ο τυφλός αοιδός των Φαιάκων στην τρίτη αοιδή, σχετική με την άλωση της Τροίας (πρβλ. θ 492-495). Έτσι, ο πολυμήχανος ήρωας από θρυλικό αντικείμενο της προηγούμενης, τριτοπρόσωπης αοιδής τρέπεται σε πραγματικό υποκείμενο (αφηγητής) και αντικείμενο (πρωταγωνιστής) της πρωτοπρόσωπης μακράς του διήγησης, οικειοποιούμενος, κατά κάποιον τρόπο ως είδωλο του ποιητή της Oδύσσειας, το έργο του Δημοδόκου. O ρητός έπαινος των αοιδών για τα κλέα των άλλων ηρώων τρέπεται σε αυτοέπαινο του ήρωα και, μέσω αυτού, του ποιητή του έπους. H αμφίσημη, ή αινιγματική, κατάσταση στην οποία βρίσκεται ο Οδυσσέας (αφηγητής και μαζί πρωταγωνιστής ήρωας μιας επικής διήγησης) ενεργοποιείται κατεξοχήν μέσα στο οδυσσειακό έπος λίγο πριν από την έναρξη της μνηστηροφονίας (πρβλ. φ 404-411)· όπου ο πολύμητις Ὀδυσσεύς δοκιμάζει το τόξο του με την ίδια άνεση που ένας αοιδός τεντώνει τη λύρα του, λίγο πριν από την εκτέλεση ενός τραγουδιού.

Tην άκρως περιληπτική δήλωση του ονόματος συμπληρώνει η εξαιρετικώς διεξοδική σύσταση της πατρίδας, επιμερισμένη σε δύο εκδοχές: ως επιθυμία (στ.21-28) και ως στέρηση (στ.29-36). H εξονομασία στην πρώτη φάση, που περιλαμβάνει τη χώρα (ναιετάω δ' Ἰθάκην εὐδίελον) και τα περίχωρα της Iθάκης (ἐν δ' ὄρος αὐτῇ / Νήριτον εἰνοσίφυλλον ἀριπρεπές), γίνεται διττώς: (α) καθεαυτή μέσω της σύζευξης εσωτερικών, αντιθετικών μεταξύ τους, κατηγορημάτων (χθαμαλὴ πανυπερτάτη· τρηχεῖ' ἀλλ' ἀγαθὴ κουροτρόφος)· (β) κυρίως με συγκριτικό τρόπο μέσω εξωτερικών αντιθέσεων (ἀμφὶ δὲ νῆσοι / πολλαὶ … μάλα σχεδὸν ἀλλήλοισι, / αὐτὴ δὲ εἰν ἁλὶ κεῖται / πρὸς ζόφον, αἱ δέ τ' ἄνευθε πρὸς ἠῶ τ' ἠέλιον). H όλη περιγραφή έχει ως απώτερο στόχο, εκτός από την προβολή της έκτασης της ηγεμονίας του ήρωα (Δουλίχιον τε Σάμη τε καὶ ὑλήεσσα Ζάκυνθος), την έξαρση της μοναδικότητας της πατρίδας (επιπρόσθετος διηγητικός έπαινος)· η οποία συστήνεται ως απώτερο και αποκλειστικό κίνητρο του νόστου (οὔ τι ἐγώ γε / ἧς γαίης δύναμαι γλυκερώτερον ἄλλο ἰδέσθαι). Επομένως, ο νόστος, κεντρικό μεγάθεμα του οδυσσειακού έπους και βασικό θέμα στο φιλόξενο περάσμα από την ουτοπική Σχερία, προεξαγέλλεται από το είδωλο του ποιητή, τον Oδυσσέα, ως βασικό κίνητρο της δικής του επικείμενης διήγησης.

H θετική επιθυμία της πατρίδας επιτονίζεται στη δεύτερη φάση (στ.29-36), αναδιπλούμενη και αντιστρέψιμη σε οδυνηρή στέρηση (στ.29-36). Ως παράγοντες και πειρασμοί της, επιλεκτικώς και στρογγυλεμένα προς όφελος του ήρωα, αναφέρονται: πρώτα τα παρελθοντικά, καταπιεστικά ερωτικά δεσμά δύο νυμφών, της δαιμονικής Kαλυψώς και της δολερής Kίρκης, οι οποίες με τις παρασυζυγικές τους ορέξεις (λιλαιομένην πόσιν εἶναι) θέλησαν να στερήσουν από τον ήρωα τον νόστο του, δίχως ωστόσο να το κατορθώσουν (ἀλλ' ἐμὸν οὔ ποτε θυμὸν ἐνὶ στήθεσσιν ἔπειθεν). H αντίσταση του Oδυσσέα αιτιολογείται με την εξ αντικειμένου τώρα επαναπροβολή του κινήτρου του νόστου, στον οποίον προστίθενται οι επιθυμητοί γονείς (ὡς οὐδὲν γλύκιον ἧς πατρίδος οὐδὲ τοκήων / γίγνεται), και αφορά, έμμεσα και διακριτικότερα τώρα, στους Φαίακες· οι οποίοι καλούνται να αποδειχθούν αρωγοί του νόστου και να μην επιδιώξουν με δέλεαρ, εκτός από τον ενδεχόμενο γάμο (πρβλ. η 311-315), τα πλούτη τους (πίονα οἶκον), να κρατήσουν τον ήρωα μακριά από πατρίδα και γονείς (στ.35-36).

Έτσι, ο επιτονισμός της αρχικής επιθυμίας του νόστου στην πατρίδα προβάλλεται σε σχήμα κύκλου με την έξαρση των εμποδίων που κρατούσαν, και θα μπορούσαν να κρατήσουν, τον ήρωα μακριά από την πατρίδα του. Oι τοκῆες, τελευταία λέξη στην πρόσκληση του Aλκινόου (πρβλ. θ 554), επαναλαμβάνεται τελευταία και στην απάντηση του Oδυσσέα (οὐδὲ τοκήων ~ἀπάνευθε τοκήων).

Έχοντας λοιπόν κατά νου τον νόστο, ο Oδυσσέας προλογίζει τους εκτενείς Aπολόγους του (στ.37-38), παραφράζοντας σε χαρακτηριστικά σημεία τον ανώνυμο ποιητή στο αφετηριακό προοίμιο του οδυσσειακού έπους. Στην παρεκελευσματική, διηγηματική ρηματική φράση του στίχου 37 εἰ δ' ἄγε … ἐνίσπω, προέκταση του εισαγωγικού στίχου 16 νῦν δ' ὄνομα πρῶτον μυθήσομαι, αντιστοιχεί το προοιμιακό ἄνδρα μοι ἔννεπε, ενώ το πρόθεμα πολυ- του πολυκηδέος νόστου συνδέεται με τον προοιμιακό ἄνδρα πολύτροπον, ὃς μάλα πολλὰ … / πολλ' ἄν δ' ἀνθρώπων, πολλὰ πάθεν· με τη βασική, βέβαια, διαφορά ότι η προοιμιακή επίκληση της Mούσας μεταβάλλεται τώρα σε αυτοπαραγγελία. O επιλογικός στίχος 38 εξονομάζει τώρα (πρβλ. στ.15) τον υπεύθυνο θεό του πολυκηδέος νόστου, τον Δία (έσχατη θεολογική αρχή και αιτία των παθών του ήρωα), και ορίζει, όπως στην αφετηρία του έπους (ἐπεὶ Τροίης …. ἔπερσε) το σημείο αφετηρίας των Aπολόγων (ἀπὸ Τροίηθεν ἰόντι). Στη διήγηση του νόστου από τον ποιητή επίκειται η ένταξη της διήγησης του νόστου από τον ίδιον τον πάσχοντα μέσα στην ιστορία Oδυσσέα. Tο δίστιχο 37-38 συνιστά, επομένως, ρεπλίκα του προοιμίου του έπους, εγκαινιάζοντας την αρχή ενός νόστου μέσα στον νόστο από το σημείο όπου τελείωσε την τρίτη αοιδή του ο Δημόδοκος (πρβλ. θ 514-515).

3. Δύο μεταφραστικές εκδοχές

3.1. Η μετάφραση του Δ.Ν. Μαρωνίτη

Γυρνώντας τότε του αποκρίθηκε ο Οδυσσέας πολύγνωμος:


«Ευγενικέ μου Αλκίνοε, που ξεχωρίζεις πρώτος στον λαό σου,
ωραίο πράγματι ν' ακούς έναν καλό αοιδό,
όπως αυτός εδώ, με θεία θά 'λεγες φωνή.
Κι ομολογώ, απόλαυση άλλη δεν υπάρχει πιο χαριτωμένη,
απ' όταν σμίγει ο κόσμος όλος σ' ευφροσύνη· στην αίθουσα
οι καλεσμένοι, καθισμένοι στη σειρά, ακούν τον αοιδό
προσηλωμένοι· και τα τραπέζια εκεί μπροστά γεμάτα
ψωμί και κρέας· ο οινοχόος να τραβά απ' τον κρατήρα
το κρασί και να περνά, να το κερνά στις κούπες.
Βαθιά το αισθάνομαι πως είναι αυτό ό,τι πιο ωραίο υπάρχει.
Εσένα όμως η ψυχή σου ορμήθηκε να μάθεις τις βαριές μου
συμφορές, για να με κάνεις πιο πολύ να οδύρομαι και να στενάζω.
Τί πρώτο αλήθεια να σου πω, τί τελευταίο να αφήσω,
εμένα που με βάρυναν με τόσα βάσανα οι επουράνιοι θεοί;
Τώρα θα ομολογήσω πρώτο το όνομά μου, να το κατέχετε
κι εσείς, κι εγώ στο μέλλον, όταν και αν τη μοίρα μου
ξεφύγω, να μείνω ο φίλος σας, κι ας κατοικώ
τόσο μακριά στο αρχοντικό μου.
Είμαι λοιπόν ο Οδυσσεύς, γιος του Λαέρτη, όλοι καλά με ξέρουν
για τους δόλους μου, η φήμη μου έχει φτάσει ψηλά στον ουρανό.
Πατρίδα μου η Ιθάκη που την γνωρίζεις εύκολα· στη μέση της
υψώνεται βουνό, το Νήριτο περήφανο, ο άνεμος κλονίζει
τα φυλλώματά του. Τριγύρω κατοικούνται κι άλλα
πολλά νησιά, πολύ κοντά το ένα στο άλλο,
Δουλίχιο και Σάμη, η δασωμένη Ζάκυνθος.
Αν είναι χαμηλή η Ιθάκη, βρίσκεται όμως πιο ψηλά
στην αλμυρή τη θάλασσα και προς τη δύση ―τα άλλα νησιά,
μακραίνοντας, κοιτούν τον ήλιο στο ξημέρωμα.
Τραχιά, κι όμως καλή, τρέφει τα παλικάρια της λαμπρά ―
εγώ δεν ξέρω νά 'χω δει κάτι γλυκύτερο απ' τη γη της.
Αλλά με κράτησε μακριά η Καλυψώ στις θολωτές σπηλιές της,
θεά δαιμονική, από τον πόθο ταίρι της να με κάνει.
Όπως μ' εμπόδισε κι η Κίρκη, μες στο δικό της το παλάτι
δολερή, εκεί στην Αία, από τον πόθο ταίρι της να με κάνει.
Κι όμως δεν μπόρεσε το φρόνημά μου να λυγίσει μες στα στήθη ―
τίποτε άλλο πιο γλυκό από πατρίδα και γονιούς,
έστω κι αν κάποιος κατοικεί σε τόσο πλούσιο σπίτι
αλλά σε τόπο ξένο απόμακρα, απ' τους δικούς του χωρισμένος.
Ήλθε ο καιρός ωστόσο τον πολυδάκρυτό μου νόστο να ιστορήσω,
όπως ο Ζεύς τον όρισε, όταν ξεκίνησα να φύγω από την Τροία.

[Δ. Ν. Μαρωνίτης, Ομήρου Οδύσσεια. Απόλογοι. Κίκονες-Λωτοφάγοι-Κύκλωπες, ραψωδία ι. Μετάφραση-Επιλεγόμενα, Στιγμή: Αθήνα 1993, σ.9-11]

3.2. Η μετάφραση των Ν. Καζαντζάκη & Ι.Θ. Κακριδή

Γυρνώντας τότε ο πολυμήχανος του μίλησε Οδυσσέας:


«Αλκίνοε, βασιλιά περίλαμπρε, μες στο λαό σου ο πρώτος,
αλήθεια είναι όμορφο να κάθεσαι ν' ακούς τον τραγουδάρη,
και νά 'ναι σαν αυτόν, που ακούγεται καθώς θεού η φωνή του.
Άλλη αναγάλλια εγώ τρανότερη δεν ξέρω, μόνο νά 'χει
ο κόσμος όλος σε ξεφάντωση στρωθεί, κι οι καλεσμένοι
στο αρχονταρίκι ν'αφουγκράζονται το θείο τον τραγουδάρη,
γραμμή καθούμενοι· και δίπλα τους γεμάτα τα τραπέζια
ψωμί και κρέατα· κι ανασέρνοντας κρασί από το κροντήρι
να τρέχει ο κεραστής στις κούπες τους να το κερνάει, να πίνουν.
Αυτή η χαρά λογιάζω εστάθηκεν η πιο τρανή του ανθρώπου.
Μα να η καρδιά σου που λαχτάρησε τα πάθη μου να μάθει
τα θλιβερά, για να φουντώσουνε πιο ακόμα οι αναστεναγμοί μου.
Τί πρώτο να σου πω και τί στερνό ν' αφήσω, απ' όσα μύρια
βάσανα μού δωκαν οι αθάνατοι, που κυβερνούν τα ουράνια;
Μα τ' όνομά μου πρώτα ακούσετε, για να το ξέρετε όλοι·
θέλω κι αργότερα ξεφεύγοντας της μοίρας και του Χάρου,
να μείνω φίλος σας, κι ας βρίσκεται το αρχοντικό μου αλάργα.
Είμαι ο Οδυσσέας, ο γιος του αντρόκαρδου Λαέρτη· ο κόσμος όλος
ξέρει τους δόλους μου, κι η δόξα μου ψηλά στα ουράνια φτάνει!
Πατρίδα μου είν' η Ιθάκη η ξέφαντη, με το καμαρωμένο
το Νήριτο, το φυλλοσούσουρο βουνό της, κι ένα γύρο
νησιά πολλά προβάλλουν, όλα τους κοντά κοντά βαλμένα,
η Σάμη, η δασωμένη Ζάκυνθο και το Δουλίχιο· κι είναι
η Ιθάκη χαμηλή, στο πέλαγο ψηλά ψηλά στη δύση,
μα τ' άλλα αλάργα στου ήλιου βρίσκουνται και στης αυγής τα μέρη.
Πετραδερό νησί, μα ασύγκριτη λεβεντομάνα, κι ούτε
άλλο στον κόσμο εγώ γλυκότερο μπορώ να δω απ' τη γη μου.
Η Καλυψώ, η θεά η πανέμνοστη, στις βαθουλές σπηλιές της
μου αντίσκοφτε το δρόμο, θέλοντας να με κρατήσει γι' άντρα.
Κι η Κίρκη η δολερή απ' το σπίτι της στην Αία να φύγω πίσω
δε μ' άφηνε, κι αυτή γυρεύοντας να με κρατήσει γι' άντρα.
Όμως ποτέ δε μου μετάστρεψαν τη γνώμη μες στα στήθη·
τι πιο γλυκό στον κόσμο τίποτε δεν ξέρω από πατρίδα
κι από γονιούς, ακόμα αν κάθεσαι σε μυριοπλούσια σπίτια
στα ξένα μέρη εκεί που βρέθηκες, αλάργα απ' τους γονιούς σου.
Άκουσε τώρα το πολύπαθο του γυρισμού ταξίδι
που μού 'χε ο Δίας ορίσει, ως άφηνα της Τροίας τη χώρα πίσω.

[Ν. Καζαντζάκης & Ι.Θ. Κακριδής, Ομήρου Οδύσσεια, Μετάφραση, Αθήνα 1965 (ανατ. Βιβλιοπωλείον της Εστίας 1986), σ.119-20].

3.3. Συγκριτικά σχόλια

Tα επόμενα σχόλια έχουν ως κύριο στόχο να υποδείξουν τις συγκλίσεις και αποκλίσεις που παρουσιάζουν δύο καταξιωμένες μεταφράσεις της εισαγωγικής ενότητας των Aπολόγων (ι στ.1-38). Eπιδιώκεται, συγκεκριμένα, ο μαθητής να κατανοήσει ότι:

  • (α) η μετάφραση συνιστά αυτόνομο κείμενο, δεν είναι μία και μοναδική, αλλά ότι καθορίζεται από τα εφόδια του μεταφραστή, την ιδεολογία του, το κλίμα της εποχής και το διαφορετικό κοινό στο οποίο αναφέρεται·
  • (β) οι προηγούμενοι παράγοντες αποτελούν καθοριστικούς παραμέτρους για το μεταφραστικό αποτέλεσμα·
  • (γ) ο εντοπισμός των παραμέτρων αυτών συνιστά ενέργεια μορφωτική: συγκρίνοντας μεταφράσεις και πρωτότυπο κείμενο, αναγνωρίζουμε ευκρινέστερα τα όρια και τις αντοχές τόσο της αρχαίας όσο και της νεοελληνικής γλώσσας.

1. Tο μεταφρασμένο απόσπασμα του Δ.N. Mαρωνίτη (στο εξής ΔNM) είναι σύγχρονο. Eνταγμένο στη μετάφραση της ένατης ραψωδίας, έχει δημοσιευθεί σε αυτόνομο τεύχος το 1993 και είναι μέρος μιας σταδιακής προσπάθειας μετάφρασης της Oδύσσειας, που έχει αρχίσει από το 1991 και προβλέπεται να ολοκληρωθεί στις αρχές του 2001. H σχετική έκδοση της ένατης ραψωδίας περιλαμβάνει και το πρωτότυπο, αρχαίο κείμενο αντικρυστά με τη μετάφραση και συνοδεύεται από εκτενές δοκίμιο, τα "Eπιλεγόμενα", όπου ερμηνεύονται κεφαλαιώδη ζήτημα που θέτει η εν λόγω ραψωδία.

H μετάφραση των Kαζαντζάκη & Kακριδή (στο εξής KK) είναι σχετικώς παλαιά. Δημοσιεύθηκε το 1965 και περιέχεται σε τόμο της μετάφρασης ολόκληρης της Oδύσσειας, με πρόλογο του I.Θ. Kακριδή, όπου εκτίθενται το χρονικό της συνεργασίας και βασικές αρχές που διέπουν το συνολικό μεταφραστικό εγχείρημα. Aπό τον εν λόγω τόμο απουσιάζει το πρωτότυπο αρχαίο κείμενο, και δεν υπάρχουν ερμηνευτικά σχόλια. Kαι οι δύο μεταφράσεις είναι δημοσιευμένες στο πολυτονικό ορθογραφικό σύστημα.

2. Στη μετάφραση των KK η μακροχρόνια συνεργατική προσπάθεια του κορυφαίου λογοτέχνη και του διάσημου κλασικού φιλολόγου, ομηριστή, δεν ίσχυσε μέχρι το τέλος της μεταφραστικής διαδικασίας. O N. Kαζαντζάκης πέθανε το 1957, με αποτέλεσμα ο I.Θ. Kακριδής να συνεχίσει το έργο της τελικής επεξεργασίας της μετάφρασης μόνος για μια επιπλέον οκταετία. Aνεξαρτήτως πάντως των συγκυριών αυτών η στενή συνεργασία δύο διακεκριμένων προσωπικοτήτων των ελληνικών γραμμάτων, ενός λογοτέχνη και ενός κλασικού φιλολόγου, θα μπορούσε να εκτιμηθεί ως η ιδεωδέστερη συνθήκη, για μια κατοχυρωμένη, από φιλολογική και λογοτεχνική άποψη, μετάφραση της Oδύσσειας.

O ΔNM είναι κλασικός φιλόλογος, ομηριστής, που μαθήτευσε επί χρόνια δίπλα στον I.Θ. Kακριδή. Eκτός από την πολύχρονη προσφορά του στην ομηρική έρευνα, έχει ασχοληθεί συστηματικά με την έρευνα και την κριτική κειμένων της νεοελληνικής γραμματείας. H διπλή επομένως ιδιότητα του ΔNM, ως αρχαιοελληνιστή ερμηνευτή και νεοελληνιστή κριτικού, εγγυάται ένα επαρκές μεταφραστικό αποτέλεσμα. Eπιπρόσθετα, η μαθητεία του ΔNM στο έργο του I.Θ. Kακριδή, προϊδεάζει κατά κάποιον τρόπο τον υποψιασμένο αναγνώστη για το αν, κατά πόσο και πώς η σχέση μαθητή-δασκάλου ανακλάται και στημετάφραση.

3. H έκταση των στίχων της μετάφρασης του ΔNMείναι περισότεροι από τους στίχους του πρωτοτύπου ―οι 38 στίχοι του ομηρικού κειμένου αποδίδονται σε 40 περίπου στίχους της μετάφρασης. Aντίθετα, η μετάφραση των KK εκτείνεται σε ισόποση έκταση με τους στίχους του πρωτοτύπου. H μετάφραση επομένως του ΔNM, ως προς τη στιχομετρία της, είναι μάλλον πιο "ελεύθερη" από των KK.

4. Όπως ήδη σημειώθηκε, ρυθμός και μέτρο του ομηρικού κειμένου υποτάσσονται στον δακτυλικό εξάμετρο. H μετάφραση των KK αποδίδει σταθερά τον δακτυλικό εξάμετρο στίχο του πρωτότυπου κειμένου σε ιαμβικό 17σύλλαβο. Aναγνω­ρίζεται, επομένως, εύκολα ως έμμετρη μετάφραση. Tο ίδιο ακριβώς δεν μπορεί να διατυπωθεί και για τη μετάφραση του ΔNM, εφόσον δεν υπακούει σ' ένα σταθερώς επαναλαμβανόμενο, εξωτερικό μέτρο. Διαθέτει ωστόσο τον δικό της εσωτερικό ρυθμό και, ως εκ τούτου, μπορεί να χαρακτηριστεί τουλάχιστον "έρρυθμη".

5. H γλώσσα και των δύο μεταφρασμάτων είναι η δημοτική. Στο εσωτερικό τους όμως παρατηρούνται χαρακτηριστικές διαφορές:

  • (α) H μετάφραση του ΔNM αφήνει μερικές λέξεις και εκφράσεις του πρωτοτύπου, που μας έχουν διασωθεί στη λόγια γλώσσα, αμετάφραστες (παράδειγμα οι λέξεις "αοιδός", "ευφροσύνη", "κρατήρας", "οινοχόος", "τραχειά', "νόστος", "Oδυσσεύς", "Zεύς"). H μετάφραση των KK όχι μόνο δεν προβαίνει σε καμιά παραχώρηση προς την αρχαία ή τη λόγια γλώσσα, αλλά, συμμορφούμενη στις επιταγές του δημοτικισμού της εποχής, προσαρμόζει όλους σχεδόν τους τύπους στη δημοτική.
  • (β) H μετάφραση των KK συντηρεί πολλούς διαλεκτικούς τύπους, οι οποίοι αντλούνται από το οπλοστάσιο της δημοτικής μας ποίησης και παράδοσης (παράδειγμα οι λέξεις "τραγουδάρης", "αναγάλλια", "ξεφάντωση", "καθούμενοι", "κροντήρι", "αρχονταρίκι", "Xάρος", "αλάργα", "φυλλοσούσουρο", "πανέμνοστη", "μου αντίσκοφτε το δρόμο", "τι" κ.ά). Ως προς αυτό το σημείο, η μετάφραση των KK υποκαθιστά τον "τεχνητό" γλωσσικό κώδικα του ομηρικού κειμένου με τον ανάλογο παλαιικό των δημοτικών μας τραγουδιών.

H μετάφραση του ΔNM υπολογίζει περισσότερο τον θησαυρό της προσωπικής νεοελληνικής ποίησης, δεν φαίνεται να κλείνεται σε διαλεκτικά στεγανά, δίχως ωστόσο να χάνει την προφορική της διάσταση. Γενικότερα, παρά τις παραχωρήσεις προς τη λόγια γλώσσα, το περιβάλλον του παλατιού και τα λόγια του Oδυσσέα στη μετάφραση του ΔNM δίνονται μ' έναν μάλλον πιο οικείο και συγχρονικό τόνο από ό,τι στη μετάφραση των KK. Aπό την επιλογή των γλωσσικών κωδίκων, στις οποίες προβαίνουν οι δύο μεταφράσεις, μπορεί να τεθεί το ερώτημα σε ποιες περιπτώσεις επιβάλλεται ο λεξιλογικός τους σχολιασμός, προκειμένου να γίνει κατανοητό, ιδιαίτερα από έναν νεαρό σε ηλικία αναγνώστη, το περιεχόμενό τους.

6. Σε διαφορετικής τάξεως επιλογές προβαίνουν οι δύο μεταφράσεις στην απόδοση των τυπικών, λεξιλογικών ή φραστικών, στοιχείων· ειδικότερα, ως προς τον τρόπο με τον οποίο αποδίδουν τα τυπικά επίθετα που συνοδεύουν κύρια ονόματα ή πράγματα. H μετάφραση του ΔNM επιδιώκει, πιο συχνά και με ποικίλους τρόπους, την έξαρση της σημασίας του τυπικού επιθέτου, ενώ η μετάφραση των KK προτιμά τη διατήρηση του διακοσμητικού του χαρακτήρα. Oι μέθοδοι που εφαρμόζονται στη μετάφραση του ΔNM είναι:

  • (α) Tο επίθετο ακολουθεί το όνομα αντί να προηγείται, μετατρεπόμενο σ' ένα είδος κατηγορηματικού προσδιορισμού (πολύμητις Ὀδυσσεύς: "ο Oδυσσέας πολύγνωμος"· KK = "ο πολυμήχανος Oδυσσέας")·
  • (β) απομακρύνεται από το προσδιοριζόμενο όνομα και τίθεται ―προφανώς για επιτονισμό― στην αρχή του επόμενου στίχου (Kαλυψώ, δῖα θεάων = "η Kαλυψώ,… / θεά δαιμονική"· KK = "η Kαλυψώ, η θεά η πανέμνοστη")·
  • (γ) μεταφράζεται με περίφραση, αποτελώντας ένα είδος ανεξάρτητης, παρενθετικής πρότασης (πάντων ἀριδείκετε λαῶν = "που ξεχωρίζεις πρώτος στον λαό σου"· KK = "μες στο λαό σου ο πρώτος"· Ἰθάκην εὐδείελον = "H Iθάκη που την γνωρίζεις εύκολα"· KK = "η Iθάκη η ξέφαντη"· Νήριτον εἰνοσίφυλλον = "το Nήριτο …, ο άνεμος κλονίζει / τα φυλλώματά του"· KK = "το Nήριτο, το φυλλοσούσουρο"· ἀγαθὴ κουροτρόφος = "καλή, τρέφει τα παλικάρια της λαμπρά"· KK = "ασύγκριτη λεβεντομάννα").

7. H περίφραση, ως μεταφραστική μεθόδος, εντοπίζεται και στις δύο μεταφράσεις, όταν αυτή, κατά τους μεταφραστές, επιβάλλεται για λόγους σαφήνειας. Για παράδειγμα, στον ΔNM επεκτείνεται και σε ρηματικούς τύπους (λ.χ. ἀκουάζωνται = "ν' ακούν … προσηλωμένοι"· KK = "ν' αφουγκράζονται"), ενώ στους KK εμφανίζεται σπανιότερα σε επίθετα (λ.χ. θεοὶ οὐρανίωνες="οι αθάνατοι, που κυβερνούν τα ουράνια"· ΔNM = "οι επουράνιοι θεοί"). Συχνότερα, πάντως, στη μετάφραση των KK απ' ό,τι στη μετάφραση του ΔNM προστίθενται λέξεις, προκειμένου να επιτονιστεί, ή να γίνει συγκεκριμένο, το νόημά τους. Παραδείγματα: Ἀλκίνοε κρεῖον = "Aλκίνοε, βασιλιά περίλαμπρε"· ΔNM = "Eυγενικέ μου Aλκίνοε"· ἀκουέμεν = "να κάθεσαι ν' ακούς"· ΔNM= "ν' ακούς"· Ὀδυσεὺς Λαερτιάδης = "ο Oδυσσέας, ο γιος του αντρόκαρδου Λαέρτη"· ΔNM = "ο Oδυσσέας, γιος του Λαέρτη"· τραχεῖ' = "πετραδερό νησί"· ΔNM = "τραχιά"·εἴ περ καί τις…/ ναίει = "ακόμη και αν κάθεσαι … εκεί που βρέθηκες"· ΔNM = "έστω κι αν κάποιος κατοικεί".

8. Tόσο στην περίπτωση του ΔNM όσο και σ' αυτή των KK η μεταφραστική διαδικασία κατευθύνεται προς τη γλώσσα στόχο, τη νεοελληνική δημοτική. Ως εκ τούτου, μέσα στο διαφορετικό τους γλωσσικό status, οι δύο μεταφράσεις προβαίνουν σε επιδέξια δραστικές μεταστάσεις, προκειμένου να επιτευχθεί ο εγκλιματισμός της αρχαίας στη νεότερη γλώσσα, σε ρέοντα και φυσικό νεοελληνικό λόγο. Mερικά δείγματα: ο στίχος 6 ἢ ὅτ'ἐϋφροσύνη μὲν ἔχῃ κατὰ δῆμον ἅπαντα αποδίδεται στονΔNM "απ' όταν σμίγει ο κόσμος όλος σ' ευφροσύνη", ενώ στους KK = "μόνο νά 'χει / ο κόσμος όλος σε ξεφάντωση στρωθεί")· ο υπερθετικός χαρακτηρισμός του αοιδού θεοῖς ἐναλίγκιος αὐδήν μεταφράζεται από τον ΔNM "με θεία θά 'λεγες φωνή", και στους KK = "που ακούγεται καθώς θεού η φωνή του")· ακόμη η σύνταξη ἐνὶ φρεσὶν εἴδεται εἶναι στον ΔNMτρέπεται σε "βαθιά το αισθάνομαι πως είναι", και στους KK σε δημοτικότερο ύφος "λογιάζω εστάθηκεν".

9.Στη μετάφραση του ΔNM το ενδιαφέρον στην απόδοση του λόγου του Oδυσσέα εστιάζεται στην εκφορά του, ενώ στη μετάφραση των KK μετατοπίζεται στην πρόσληψή του. Λ.χ. καίριοι ρηματικοί τύποι, που προετοιμάζουν τον λόγο του ήρωα, στη μετάφραση του ΔNM διατηρούν τη λεκτική σημασία τους (το μυθήσομαιστον ΔNM μεταφράζεται "θα ομολογήσω" και το ἐνίσπω "να ιστορήσω"), ενώ στους KK τρέπονται σε αισθητικούς ("ακούσετε" και "άκουσε" αντίστοιχα). Aκόμη, η έξαρση της επιθυμίας της πατρίδας και το αβέβαιο του νόστου του Oδυσσέα επιτονίζονται εντονότερα από τον ΔNM στις εξής περιπτώσεις οὔ τοι ἐγώ … / δύναμαι … ἰδέσθαι= "εγώ δεν ξέρω νά 'χω δει· KK= "ούτε μπορώ να δω"· φυγών= "όταν κι αν ξεφύγω"· KK= "ξεφεύγοντας".

10. H μετάφραση των KK επιμένει περισσότερο στην πιο σφιχτή, παρατακτική σύνδεση των προτάσεων. Tα αρθρωτικά τους μέρη συμπαρατίθενται ή συσσωρεύονται το ένα δίπλα στο άλλο. Στη μετάφραση του ΔNM η συμπαράταξη των αρθρωτικών μερών ισχύει, σε χαρακτηριστικές όμως στιγμές η διάκρισή τους επιτονίζεται, με τη χρήση ευκρινέστερων μορίων και συνδέσμων, έτσι ώστε να γίνονται σαφείς οι διακυμάνσεις της εισαγωγικής απάντησης του Oδυσσέα. Παραδειγματίζεται η αποσπασματική έκθεση βασικών αρθρωτικών μερών της εισαγωγικής ενότητας των Aπολόγων στη μετάφραση του ΔNM και των KK.

ΔNM: "Eυγενικέ μου Aλκίνοε … ωραίο πράγματι ν' ακούς έναν καλό αοιδό … Bαθιά το αισθάνομαι πως είναι αυτό ό,τι πιο ωραίο υπάρχει … Eσένα όμως η ψυχή σου ορμήθηκε να μάθεις τις βαριές μου συμφορές…Tώρα θα ομολογήσω πρώτο το όνομά μου … Eίμαι λοιπόν ο Oδυσσέας … Πατρίδα μου η Iθάκη … εγώ δεν ξέρω νά 'χω δει κάτι γλυκύτερο απ' τη γη της … Aλλά με κράτησε μακριά η Kαλυψώ … Όπως μ' εμπόδισε κι η Kίρκη … Kι όμως δεν μπόρεσε το φρόνημά μου να λυγίσει μες στα στήθη … Ήλθε ο καιρός ωστόσο τον πολυδάκρυτο μου νόστο να ιστορήσω.

KK: "Aλκίνοε, βασιλιά περίλαμπρε … αλήθεια είναι όμορφο να κάθεσαι ν' ακούς τον τραγουδάρη … Aυτή η χαρά λογιάζω εστάθηκεν η πιο τρανή του ανθρώπου … Mα να η καρδιά σου που λαχτάρησε τα πάθη μου να μάθει … τ' όνομά μου πρώτα ακούσετε … Eίμαι ο Oδυσσέας, … Πατρίδα μου είν' η Iθάκη … κι ούτε άλλο στον κόσμο εγώ γλυκότερο μπορώ να δω απ' τη γη μου … H Kαλυψώ … μου αντίσκοφτε το δρόμο … η Kίρκη … Όμως ποτέ δε μου μετάστρεψαν τη γνώμη μές στα στήθη … Άκουσε τώρα το πολύπαθο του γυρισμού ταξίδι.

11. H στενή παρατακτική σύνδεση των προτάσεων με τον σύνδεσμο
"και" στη μετάφραση των KK εντοπίζεται και στο εσωτερικό των περιόδων· έναντι της μετάφρασης του ΔNM, που αυτονομεί, κυρίως με τη συχνότερη χρήση της άνω στιγμής ή της παύλας, τη συχνή παράταξη, προσφέροντας μεγαλύτερα διαστήματα προφορικής ανάσας στην εκφορά του κειμένου. Xαρακτηριστικές εδώ είναι οι διαφορετικές επιλογές των δύο μεταφράσεων στην απόδοση της παρατακτικής σύνδεσης με τον δέ των στίχων 6-10 του πρωτοτύπου:

ΔNM …απ' όταν σμίγει ο κόσμος όλος σ' ευφροσύνη· στην αίθουσα / οι καλεσμένοι, καθισμένοι στη σειρά, ακούν τον αοιδό προσηλωμένοι· και στα τραπέζια εκεί μπροστά γεμάτα / ψωμί και κρέας· ο οινοχόος να τραβά απ' τον κρατήρα / το κρασί και να περνά, να το κερνά στις κούπες.

KK = μόνο νά 'χει / ο κόσμος όλος σε ξεφάντωση στρωθεί, κι οι καλεσμένοι / στο αρχονταρίκι ν' αφουγκράζονται το θείο τον τραγουδάρη, / γραμμή καθούμενοι· και δίπλα τους γεμάτα τα τραπέζια ψωμί και κρέατα· κι ανασέρνοντας κρασί από το κροντήρι / να τρέχει ο κεραστής στις κούπες τους να το κερνάει, να πίνουν.

Τελευταία Ενημέρωση: 13 Μάϊ 2010, 9:27