Dictionary of Linguistic Terms

Results for: "γραμματική"

6 items total [1 - 6]
γραμματική 1 [grammar]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
γραμματική 2 [grammar 2]
Με τη στενή του έννοια, ο όρος αναφέρεται στο μορφολογικό και συντακτικό επίπεδο ανάλυσης της γλώσσας: δηλαδή στον τρόπο με τον οποίο οι λέξεις δομούνται εσωτερικά και συνδυάζονται γραμμικά προκειμένου να δημιουργήσουν προτάσεις. Η αντίληψη αυτή θεωρεί ότι η δομή της γλώσσας μπορεί να διερευνηθεί χωρίς να ληφθεί υπόψη το φωνολογικό και το σημασιολογικό επίπεδο και έρχεται σε αντίθεση με...
γραμματική αμφισημία [grammatical ambiguity]
Βλ. αμφισημία
 
γραμματική λέξη [grammatical word]
Βλ. λέξη
 
γραμματική σημασία [grammatical meaning]
Βλ. σημασία
 
γραμματική φραστικής δομής [phrase structure grammar]
Χωρίς περιεχόμενο...
 
< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go