Albert Debrunner 

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική 

 

ΕΥΡΕΤΗΡΙΟ Ι. Λέξεις και συνθετικά

(Δεν έχουν συμπεριληφθεί παράγωγες λέξεις που είναι εύκολο να βρεθούν με τη βοήθεια του ΕΥΡΕΤΗΡΙΟΥ επιθημάτων).

 

Α

  • ἀ- στερητικό 6, 9, *54-56, 61 κεξ., 95, 112 κεξ., 139, 157 κεξ.
  • ἀ- (ἁ-) αθροιστικό 58, 157, Παράρτ. ΙΙ.
  • ἀα- (ἀάπλετος, ἀά-σπετος, ἀάσχετος)= ἀ- στερ. 55
  • ἄβατος 113
  • Ἀβδηρίτης 358
  • ἀβοατί 352
  • ἀβουλία 145, 287
  • ἀβροτάζειν 247
  • ἁβρύνειν 226
  • Ἀβυδηνός 321
  • ἀγα- *60, 95, 110
  • Ἀγαθθώ 23, 327
  • ἀγαθοδαίμων 91
  • ἀγαθοποιεῖν 85 υποσημ.
  • ἀγαθωσύνη 323
  • ἀγακλεής 60
  • ἀγακλειτός 60
  • ἀγακλυτός 60
  • ἀγάλακτες 58
  • ἄγαν 60
  • ἀγάννιφος 110, 123, 151
  • ἀγάρροος 60
  • ἀγάστονος 60
  • ἀγάστωρ 142
  • ἀγγεῖον 285
  • ἀγγελία 287
  • ἀγγέλλειν 228
  • ἀγγήιον 285
  • ἀγέραστος 368
  • ἀγήνωρ 60
  • ἀγήραος 144
  • ἀγήρως 144
  • ἅγιος 283 υποσημ.
  • ἁγιωσύνη 323
  • ἀγκυλομήτης 349
  • ἀγκύλος 324
  • ἁγνεύειν 215 κεξ.
  • ἁγνεύεσθαι 215
  • ἀγνώς 62, 150, 157
  • ἄγνωστος 156
  • ἀγοράζειν 237
  • ἀγοραῖος 285
  • ἀγορᾶσθαι 213
  • ἀγορεύειν 213
  • ἀγορητής 213
  • -αγός δες -ηγός
  • ἀγός 280
  • ἀγρεύειν 214
  • ἀγρεύς 301
  • ἀγρευτήρ 343
  • ἀγριαίνειν 221 κεξ.
  • ἀγριελαία 91
  • ἀγριέλαιος 91
  • ἀγριο- 91, 160
  • ἀγριόμηλον 91
  • ἀγριοσέλινον 91
  • ἀγριόχοιρος 91, 160
  • Ἀγρίσκᾱ 398
  • ἀγροῖκος 120
  • -αγρος 93, 112 υποσημ., 160
  • ἀγρός 335
  • ἀγρότερος 336
  • ἀγρότης 356
  • ἀγρυπνώδης 389
  • ἀγυρτάζειν 250
  • ἀγχε- δες ἀγχι- 136
  • ἀγχέμαχος 136
  • ἀγχίαλος 50, 143
  • ἀγχιβαθής 45
  • ἀγχιμαχητής 136
  • ἀγχιστεύειν 212
  • ἀγχιστεύς 212
  • ἀγχιστῖνος 320
  • ἀγωνία 184
  • ἀγωνιᾶν 184
  • ἀγωνοθετεῖν 193
  • ἀγωνοθέτης 349
  • ἀδελφίδιον 293, 296
  • ἀδελφιδοῦς 385
  • ἀδελφίζειν 264
  • ἀδελφός 58, 157
  • ἀδελφότης 364
  • ἀδικήει 209
  • ἄδικος 54
  • Ἄδμητος 157, 163
  • ἀει- δες αἰει-
  • ἀεικής (αἰκής) 54, 120
  • ἀεικίζειν (αἰκ-) 258
  • ἀείφρουρος 63
  • ἀείχλωρος 63
  • ἀεκαζόμενος 236
  • ἀέκων (ά̄κων) 61, 120
  • ἀελλόπος 130
  • ἀελπτεῖν 190
  • ἀεργός (ἀργός) 54, 62, 120
  • ἀερίοικος 33
  • (ἐξ-)ἀεροῦν 205
  • ἀετιδεύς 385
  • ἄζυξ 62, 13, 113, 150, 279
  • ἀηδής 140
  • ἀθεεί 26, 108, 352 υποσημ.
  • ἄθεος 26, 108
  • ἀθετεῖν 193
  • ἄθετος 193
  • ἄθικτος 195
  • ἄθυμος 62, 110, 112, 157, 158
  • αἴγαγρος 93, 148
  • αἰγίδιον 293, 296
  • αἰγίοχος 121 υποσημ., 153
  • αἰγυπτιάζειν 272
  • αἰγυπτιαστί 272
  • αἰδεῖσθαι 215
  • -αιδής 140
  • ἄιδρις 54, 63, 113, 157
  • αἰεί (ἀει-) 63
  • αἰειγενέτης 63, 347
  • αἰθάλη 324
  • αἰθαλόεις 324
  • αἴθαλος 324
  • αἰθρηγενής 126, 155
  • αἰκής αἰκίζειν δες ἀεικ-
  • αἱμαλέος 331
  • αἱμάσσειν 19, 230
  • αἱματίτης 359
  • αἱματο- (αἱμο-) 131
  • αἱματόεις 361
  • -αίματος δες -αίμων
  • αἱματοσταγής 131
  • αἱματοῦν 207
  • αἱμοβαφής 105
  • -αιμος δες -αίμων
  • αἱμοφόρυκτος 104, 131, 156
  • αἱμύλλειν 229
  • αἱμωδία 184
  • αἱμωδιᾶν 184
  • -αίμων, -αιμος, -αίματος 141, 143, 164
  • Αἵμων 164
  • Αἰνεάδης 384
  • αἰόλλειν 228
  • αἰπόλος 125
  • Ἄιρος 62, 117, 157
  • αἰσθάνεσθαι 169
  • αἴσιμος 307
  • αἰσχύνειν 224, 226
  • αἰσχύνη 224, 226
  • αἰτίᾱσις 372
  • αἰχμάζειν 237, 247
  • αἰχμητήρ 343
  • αἰχμητής 343
  • ἀκαλαρρείτης 72, 103
  • ἀκερσεκόμης 137
  • ἀκεστρίς 382
  • ἀκμάζειν 240, 248
  • ἀκμόθετον 131, 151, 159
  • ἄκοιτις 58
  • ἀκόλουθος 58
  • ἀκονιτεί 352
  • ἀκοντίζειν 257, 374
  • ἀκόντισις 374
  • ἀκοντιστύς 374
  • ἀκούειν 40
  • Ἀκουμενός 26
  • ἀκούμενος 26
  • ἀκουσίθεος 160
  • Ἀκραγαντῖνος 320
  • ἀκριβάζειν 240
  • ἀκρισία 284
  • Ἀκρισιώνη 314
  • ἀκροατήριον 283
  • ἀκρόπολις 91, 154
  • ά̄κων δες ἀέκων
  • ἀλαζονεύεσθαι 215
  • ἀλαλάζειν 241
  • ἀλαωτύς 374
  • ἀλγεῖν 194
  • ἀλγεινός 317
  • ἀλγηδών 386
  • ἀλεαίνειν 220
  • ἀλέγειν 227, 276
  • ἀλεγίζειν 276
  • ἀλεγύνειν 227
  • Ἀλεξανδρ(ει)εύς 303, 381
  • Ἀλεξανδρίς 381
  • ἀλεξάνεμος 119
  • ἀλέξειν 137
  • ἀλεξι- 137
  • ἀλεξίκακος 119, 137
  • ἀλετρίς 382
  • ἀλεωρή 325
  • ἀλήθεια 299
  • ἀληθείη 299
  • ἀλήθειν 174
  • ἀληθεύειν 217
  • ἀληθής 155
  • ἀληθοσύνη 323
  • ἄληκτος 123 κεξ.
  • ἁ̄λής 58
  • ἁλικός 395
  • ἀλινδήθρα 390
  • ἁλίσκεσθαι 172
  • ἀλιτεῖν 78
  • ἀλλαγή 281
  • ἄλληκτος 123 κεξ.
  • ἀλλοδαπός 377
  • ἀλλοτριοεπίσκοπος 122
  • ἁλμυρίζειν 253
  • ἀλογιστί 353
  • ἁλοσάχνη 67
  • Ἁλοσύδνη 219
  • ἄλοχος 58
  • ἅλς 279
  • ἁλυκός 395
  • ἀλυκτοπέδη 91
  • ἀλύσκειν 281 υποσημ.
  • ἀλφεσίβοιος 79
  • ἀμαθαίνειν 221
  • ἀμαθύνειν 227
  • ἀμαλδύνειν 227
  • ἁμαρτάνειν 169
  • ἁμαρτεῖν 78, 325
  • ἁμαρτίνοος 96
  • ἁμαρτοεπής 78, 96, 120
  • ἁμαρτωλός 325
  • ἁματροχιή 45
  • ἁμάτροχος 45
  • ἄμαχος 62
  • ἀμβλυωπεῖν 231
  • ἀμβλυωπής 231
  • ἀμβλυωπία 231
  • ἀμβλυώσσειν 231
  • ἀμβολιεργός 137
  • ἀμβολίη 137
  • ἄμβροτος 62, 123
  • ἀμελεῖν 196
  • ἀμεμφής 140
  • ἀμήτωρ 62, 117, 142
  • ἅμιππος 50
  • ἀμορφύνειν 226
  • ἀμυγδαλέα 297
  • ἀμυντήριος 395
  • ἀμυντικός 395
  • ἀμύξ 107
  • ἀμφάδιος 383
  • ἀμφαραβίζειν 261
  • ἀμφιεννύναι 171 υποσημ.
  • ἀμφιθάλασσος *45, 95, 151
  • ἀμφιθέατρον 47
  • ἀμφιθέατρος 47
  • ἀμφιπτολεμοπηδησί-στρατος Παράρτ. ΙΙ
  • Ἀμφισσεύς 303
  • Ἀμφισσίς 299
  • ἀν- στερητικό 54
  • ἀνα- = ἀ- στερ. 55
  • ἀναγκαῖος 285
  • ἀναδενδρίτης 359
  • ἀναίματος 141, 143
  • ἄναιμος 131, 141, 143
  • ἀναμίξ 107
  • ἀνάγνωστος 55
  • ἀνάεδνος 55
  • ἀνάελπτος 55
  • ἀνάθημα 310
  • ἀναιδεύεσθαι 215
  • ἀναιδής 140, 215
  • ἀναίμων 62, 141
  • ἀνά(μ)πνευστος 55
  • ἀνάριθμος 54
  • ἀνασταδόν 107
  • ἀνάστασις 36, 43
  • ἀναστατήρ 36, 43
  • ἀνάστατος 36, 43
  • ἀνάσχετος 55
  • ἀναυμαχίου 289
  • ἀνδραγαθεῖν 16,*93, 146, 149
  • ἀνδραγαθία 16,*93, 146
  • ἀνδραγαθίζεσθαι 16, *93, 146, 149
  • ἀνδράγρια 93 υποσημ.
  • ἀνδρεῖος 285
  • ἀνδρεϊφόντης 31, 136
  • ἀνδρεών 315
  • ἀνδριαντο- 131
  • ἀνδριαντοποιός 131
  • ἀνδρίζεσθαι 257
  • Ἀνδρίσκος 399
  • ἀνδρο- 131
  • ἀνδρόγυνος *82 κεξ., 94, 100, 117
  • Ἀνδρόνικος 163
  • -ανδρος 143
  • ἀνδροφάγος 131
  • ἀνδροφονεῖν 212
  • ἀνδροφόνος 212, 302
  • ἀνδρώδης 389
  • Ἄνδρων 313
  • ἀνέδην 107
  • ἀνέεδνος 55
  • ἀνέελπτος 55
  • ἀνεμοσκεπής 85, 103
  • (ἐξ-)ἀνεμοῦν 205
  • ἀνηλεής 57
  • ἀνήνεμος 57
  • ἀνήνυστος 62
  • ἀνήροτος 118
  • ἀνθεΐζειν (δι-) 258
  • ἀνθεμώδης 388
  • ἀνθίζειν 258
  • ἄνθινον 319
  • ἀνθρωπάρεσκος 103
  • ἀνθρώπειος 285
  • ἀνθρώπινος 319
  • ἀνθρωποειδής 122
  • ἀνθρωποφαγεῖν 190
  • ἀνιᾶν 202
  • ἀνιᾱρός 336
  • ἀνίστημι 36, 43
  • ἄνοδμος 54
  • ἄνοζος 54
  • ἀνοίγειν 171
  • ἀνοιγνύναι 171
  • ἀνόμοιος 61
  • ἀνομοιοῦν 61
  • ἄντα 182
  • ἀντᾶν 182
  • ἀντευπάσχειν 37
  • ἀντευπείσεται 37, 61
  • ἀντευποιεῖν 37, 61
  • ἀντι- *53, 113, 164
  • ἀντιάνειρα 53
  • ἀντίδουλος 53
  • ἀντίθεος 53, 110
  • ἀντίκλεις 53
  • ἀντιλέγειν 37
  • ἀντιλέων 53
  • Ἀντιοχεύς 303
  • Ἀντιοχίς 299 κεξ
  • Ἀντιόχισσα 299 κεξ
  • Ἀντιπᾶς 164
  • Ἀντίπατρος 164
  • ἀντίπυργος 53
  • ἀνύδατος 143
  • ἀνυσιεργός 137
  • ἀνώνυμος 57
  • ἀξιο- 87 κεξ.
  • ἀξιόλογος 87, 93, 110, 151, 159
  • ἀξιομακάριστος 88
  • ἀξιόνικος 87
  • ἀξιόπιστος 88
  • ἀξιοσπούδαστος 88
  • ἀξιοφίλητος 88
  • ἄοδμος 54
  • ἄοζος 54
  • ἀοιδός 280
  • ἄοικος 54
  • ἄοινος 54
  • ἀολλής 58
  • ἀόρατος 54
  • ἄορνος 54
  • ἄπαις 117
  • ἁπαλύνειν 226
  • ἀπάνθρωπος 50
  • ἅπαξ 58, 107
  • ἅπας 58
  • ἀπατᾶν 98, 202, 325
  • ἀπατηλός 325
  • ἀπάτωρ 142
  • ἄπεδος 58
  • ἀπειθής 140
  • ἀπειρο- 87
  • ἀπειρόκαλλος 87
  • ἀπειρομάχᾱς 87
  • ἀπείρων 141
  • ἀπελεύθερος 25, 46
  • ἀπελευθεροῦν 25, 46
  • ἁπλοΐζεσθαι 257
  • ἁπλότης 364
  • ἁπλοῦς 58, 257, 365
  • ἄπνευστος 62
  • ἀπόθεος 50
  • ἀποθύμιος 51
  • ἄποικος 50
  • Ἀπολλόδωρος 163
  • Ἀπολλωνιασταί 270
  • Ἀπολλώνιον 289
  • ἀπόπ(τ)ολις 50
  • ἀπόπτυστος 275
  • ἀπορρώξ 44, 150
  • ἀποσταδά107
  • ἀπόστολος 44
  • ἀπότολμος 50
  • (ἀμφ-) ἀραβεῖν 261
  • (ἀμφ-) ἀραβίζειν 261
  • ἀραρίσκειν 172
  • ἄραφος 124
  • ἀργαίνειν 220
  • ἀργαλέος 329, 333
  • ἀργεϊφόντης 31
  • Ἀργινοῦσσαι 363
  • ἀργολίζειν 272
  • Ἀργολίς 381
  • ἀργολιστί 272
  • ἁ̄ργός 54, 120
  • ἀργυροῦν 205
  • Ἀρδεάτης 358
  • ἀρει- 32, 136
  • ἀρειθύσανος 32, 136
  • ἀρείφατος 32
  • ἀρείων 60
  • αρετή 367
  • ἀρηϊ- 68, 85, 104, 154, 163 δες επίσης ἀρει-
  • Ἀρηΐθοος 163
  • ἀρηΐφιλος 68, 85
  • ἀρθρῖτις 360
  • ἄρθρον 390
  • ἀρι- 9, 60, 102, 172, 233
  • ἀρίγνωτος 60
  • ἀρίζηλος 60
  • ἀριπρεπής 102
  • ἀριστεία 16, 212, 287
  • ἀριστεῖον 16, 212, 290
  • ἀριστερός 336
  • ἀριστεύειν 16, 212
  • ἀριστεύς 16, 212
  • ἀριστόμαντις 91 υποσημ.
  • ἄριστον 40
  • ἄριστος 16, 60, 212, 290
  • ἀριφραδής 60
  • ἀρκτύλος 326
  • ἁρματο- 131
  • ἁρματοπηγός 131
  • ἄροτρον 351
  • ἀροῦν 118
  • ἁρπαγμός 304
  • ἁρπαλέος 329
  • ἁρπεδόνη 386
  • ἄρρηκτος 123
  • Ἀρτεμίσιον 289
  • ἀρτόκρεας 81, 94
  • ἀρτύνειν 224
  • ἀρχε- *75, 96, *115, 137, 151, 160, 163· δες επίσης ἀρχι-
  • -αρχεῖν 195
  • ἀρχεῖον 15, 290
  • ἀρχέκακος 75, 76, 89, 96, 115, 137, 151
  • Ἀρχέλοχος 115, 163
  • ἀρχέπολις 160
  • Ἀρχεπτόλεμος 115
  • ἀρχεσίμολπος 137
  • ἀρχεύειν 214
  • ἀρχή 281
  • -άρχης δες -αρχος
  • ἀρχι- 122 δες επίσης ἀρχε-
  • Ἀρχίας 288
  • ἀρχίδικος 115
  • ἀρχιεπίσκοπος 122
  • ἀρχ(ι)ιερεύς 115 αρσ. υποσημ., 122, 144
  • ἀρχιέρεως 115 αρσ. υποσημ., 122, 144
  • ἀρχιιατρός 122
  • ἀρχικυβερνήτης 115
  • Ἀρχίλοχος 163
  • ἀρχιμάγειρος 115
  • ἀρχιοινοχόος 122
  • ἀρχιποιμήν 115
  • Ἄρχιππος 163
  • ἀρχιπρεσβευτής 115
  • ἀρχισυνάγωγος 115
  • ἀρχιτέκτων 115
  • -αρχος, -άρχης *99, 160
  • ἀσάμινθος 390
  • ἀσβολαίνειν 220
  • ἀσθενεῖν 16, 205
  • ἀσθενής 16, 62, 155, 157, 205
  • ἀσθενοῦν 16, 205
  • Ἀσιανός 321
  • Ἀσκληπιάδης 384
  • ἀσπαρίζειν 276
  • ἄσπασμα 310
  • ἀσπαστύς 375
  • ἀσπιδαποβλής 102, 150, 161
  • ἀσπιδη- 134, 160
  • ἀσπιδηστρόφος 134
  • ἀσπιδηφόρος 134, 160
  • ἀσπίδιον 293
  • ἀσπιδισκάριον 295
  • ἀσπιδίσκιον 294
  • ἀσπιδίτης 359
  • ἀσπιδο- 132
  • ἀσπιδόδουπος 132
  • ἀσπουδεί 108
  • ἄσπουδος 108
  • ἀστακτ(ε)ί 108, 352
  • ἀστεΐζεσθαι 259
  • ἀστεῖος 285
  • ἀστερόεις 361
  • ἀστικός 395
  • ἀστροβλής 105
  • ἀστυ- 126
  • Ἀστυάναξ 126, 163
  • Ἀστύλος 327
  • ἄσχετος 62
  • ἀταλάφρων 72
  • ἀτελείη 299
  • ἀτίει 61
  • ἀτιμάζειν 61, 242
  • ἀτιμᾶν 61
  • ἄτιμος 61, 139, 242
  • Ἀτλαντίς 381
  • Ἀτρείδης 384
  • ἀτρεμεῖν 266
  • ἀτρεμίζειν 266
  • ἀττικιστί 272
  • αὐαίνειν 220
  • αὐγάζειν 244
  • αὐθάδης 155
  • αὐθημερόν 26, 108
  • αὐθήμερος 26
  • αὐλητής 348
  • αὐλητρίς 348
  • αὐξάνειν 169
  • αὔξειν 169
  • αὔξη 81
  • αὐξο- 81, 138
  • αὐξομείωσις 81
  • αὐξοσέληνον 138
  • αὐσταλέος 331
  • ἀυτεῖν 194
  • ἀυτή 367
  • αὐτῆμαρ 108
  • αὐτο- επίρ. 108
  • αὐτονομεῖσθαι 197
  • αὐτονυχί 108
  • αὐτοσχεδιάζειν 252 υποσημ.
  • αὐχαλέος 332
  • αὐχενίζειν 257
  • ἀφαμαρτοεπής δες ἁμαρτοεπής
  • ἀφανίζειν 258
  • ἀφελότης 364
  • ἄφορος 21, 62, 113
  • ἀφραίνειν 221
  • ἄφρων 141
  • Ἀχαιΐδες 381
  • Ἀχαιϊκός 392, 394
  • Ἀχᾱϊκός 394
  • ἄχαρις 139
  • ἀψευδής 155

Β

  • βάζειν 241
  • βαθυδίνης 139
  • Βάθυλλος 327
  • βαθύνειν 225 κεξ.
  • βαθύρροος 123
  • βαλάνισσα 300
  • βαμβάλλειν 234
  • βαμβαλύζειν 234
  • βαπτίζειν 275
  • βαρύνειν 226
  • βάρυνσις 372
  • βαρύνω 224
  • βαρυστενάχων 34, 69
  • βασιλεία 287
  • βασίλεια 299
  • βασιλείδιον 293
  • βασίλειος 287
  • βασιλεύειν 214
  • βασιλεύς 214, 285, 287, 299, 381, 393
  • βασιλέως 132
  • βασιληΐη 299
  • βασιλήϊος 285
  • βασιλῆος 132
  • βασιλίζειν 272
  • βασιλικός 393
  • βασιλίς 299, 381
  • βασιλίσκος 399
  • βασίλισσα 300, 393
  • βάσις 371
  • βασκαίνειν 178, 219
  • βάσκανος 178
  • βάσκειν 172
  • -βάτης 338, 345
  • βατραχομυομαχία 161
  • βαΰζειν 234
  • -βαφής 105
  • *βελη- 5
  • -βήτωρ 338, 345
  • βιβλαρίδιον 295
  • βιβλιδάριον 295
  • βιβλί̄διον 293
  • βιβρώσκειν 172
  • -βλαβής 85, 105
  • βλάβος 400
  • βλαστάνειν 169
  • -βλής 102, 105, 150
  • βλιτυρίζεσθαι 263
  • βλώσκειν 172
  • βοάγρια 93 υποσημ.
  • βόαγρος 93 υποσημ.
  • βοᾶν 180
  • βοεικὸς 393
  • βοηλασίη 145, 284, 341
  • βοηλάτης 145
  • -βολή 156
  • -βολος 97, 106
  • βοο-, βο(υ)- 128, 132
  • βοόκλεψ 132
  • βοοκτασία 132
  • βορβοροτάραξις 160
  • Βορεάς 381
  • Βορυσθενίτης 358
  • (-)βοσκός 25, 97
  • (-)βοτήρ, -βότης 338, 342 κεξ.
  • βου- δες βοο-
  • βούδιον 293
  • βοῦκλεψ 132
  • βουκόλος 127
  • βούλεσθαι 197
  • βούλευμα 310
  • βουλευτής 342, 349
  • βουλευτίς 348
  • βουληφόρος 152
  • -βουλία 145
  • βουπλήξ 21, 102, 150, 279
  • βραβεύειν 214
  • βρασματίας 288
  • βραχύνειν 226
  • βρί̄θειν 174
  • βροντή 367
  • βροτός 123
  • βροτοῦσθαι 207
  • -βρώς 102, 150
  • (ἐρι)βῶλαξ 391
  • -βώτης 100, 338, 341 υποσημ., 345, 349
  • βωτιάνειρα 79 υποσημ.

Γ

  • γαγγραινοῦσθαι 207
  • γαιήοχος 121 υποσημ. 153
  • -γαιος δες -γειος
  • Γαλάτισσα 300
  • γαμεῖν 217, 269, 296
  • γαμέτης 355
  • γαμίζειν 217, 269, 296
  • γαμόρος δες γεωμόρος
  • γαστ(ε)ρόχειρ 160
  • γαστρίον 296
  • γάστρων 313
  • -γάστωρ 142, 160
  • -γειος, -γαιος 144
  • γελᾶν 179 υποσημ.
  • γελασίνη 320
  • γελασῖνος 164, 320
  • γέλασος 164, 320
  • γενε- 345, 355 υποσημ. 371
  • γενέθλη 390
  • γένεθλον 390
  • γενειάσκειν 173
  • γένεσις 371
  • -γενής 140, 155
  • γένος 400
  • γερασφόρος 127
  • γεροντο- 131
  • γεροντοδιδάσκαλος 131
  • γεφυροῦν 204 υποσημ. 205
  • γεω-, γεως 130, 144
  • γεωμετρεῖν 99, 130
  • γεωμέτρης 99, 130
  • γεωμόρος (γαμόρος) 130
  • γεωργός 120
  • γηθοσύνη 323
  • γηθόσυνος 323
  • γήϊνος 319
  • γηραλέος 331
  • -γήραος 140, 144
  • γηράσκειν 173
  • γηρο- 131
  • γηροβοσκός 97
  • γηροτρόφος 131
  • γιγνώσκειν 172
  • γλαυκίσκος 398
  • γλαυκός 26
  • Γλαῦκος 26
  • γλυκάζειν 240, 244
  • γλυκαίνειν 240, 244
  • γλυκύμαλον 91
  • γλυκύπικρος *81, 91, 94, 154
  • γλυκύτης 364
  • -γνωμονεῖν 195
  • -γνώς 62, 150, 157
  • γογγύλλειν 178
  • γογγύλος 178
  • γόνος 280
  • γοργιάζειν 272
  • γουνάζεσθαι 236
  • γουνοῦσθαι 204 υποσημ.
  • γρᾴδιον 293
  • γραΐδιον 293
  • γραΐζειν 257
  • γραμματεύς 301
  • γραπτύς 375
  • -γραφος, -γραφον 97, 106, 152, 302
  • γρύζειν 234
  • γυιός 25, 200
  • (ἀπο-)γυιοῦν 25, 200
  • γυμνής 340
  • γυμνήτης 340
  • γυναίκανδρες 82
  • γυναικεῖος 285
  • γυναικιστί 353
  • γυναιμανής 125
  • γύναιος 125
  • γύνανδρος 82
  • γύννις 23
  • γυψοῦν 207

Δ

  • δα- 60, 110
  • δαγκάνειν 169
  • δᾳδοῦχος 121
  • δαιδάλλειν 228
  • δαίδαλον 22
  • δαικτάμενος 104
  • δαιτρεύειν 213
  • δαιτρός 351
  • δακέθυμος 160
  • -δακής 160
  • δάκνειν 168
  • δακνώδης 389
  • δακρύειν 208
  • δακρυχέων 34, 69
  • δαμάζειν 244 υποσημ.
  • -δάμας 102 κεξ.
  • Δαμασι- 164
  • Δαμασικλῆς 164
  • Δαμάσιππος 164
  • Δαμασκηνός 321
  • Δάμασος 164
  • δᾱμέτᾱς 356
  • δαμνᾶν 98
  • δαμνάναι 98, 170
  • -δάμνης 98
  • -δαμος 98, 153, 163
  • δάπεδον 40
  • δάσκιος 60, 110
  • δαφοινός 60
  • -δέγμων 102
  • δεῖγμα 310
  • δεικνύναι 171
  • δειλός 324
  • δεῖμα 310
  • δειμαλέος 332
  • δεινός 316
  • δειπνεῖν 257, 266
  • δειπνίζειν 257, 266
  • δεισαλέος 331
  • δεκα- 135
  • δεκαετής 122
  • δεκατρεῖς κτλ. 81
  • Δεκελειεύς 393
  • Δεκελεικός 393
  • Δεκελεύς 303
  • δεκέτης 122
  • δελεάζειν 236, 240
  • δελφινίζειν 271
  • δελφινίσκος 398
  • δενδρύφιον 337
  • δεννάζειν 242
  • δεξιτερός 336
  • δεσμός 305
  • δεσμωτήριον 283, 349, 354, 357
  • δεσμώτης 283, 349, 354, 357
  • δεσπόσυνος 323
  • δέχεσθαι 61, 247
  • δηιοῦν 198
  • δημεραστής 338 υποσημ.
  • δημιουργός 28, 120
  • δημοκρατεῖσθαι 197
  • δημόσιος 283, 348 κεξ., 354, 356
  • δημότης 283, 348 κεξ., 354, 356
  • δημότις 283, 348 κεξ., 354, 356
  • Δημύλος 327
  • δημώδης 389
  • δι- 90
  • δια(ν)θεΐζειν 258
  • διαπρό 109, 157, 162
  • δίδακτρον 281 υποσημ., 351
  • διδάσκαλος 281 υποσημ., 324
  • διδάσκειν 281 υποσημ.
  • διδαχή 281
  • διδόναι 22
  • Διδυμοτειχίτης 358
  • διεκπερᾶν 162
  • διετής 122
  • Διισωτήρια 147, 289
  • δίκαιος 285
  • δικαιοῦν 198
  • δικασπόλος 72, 103
  • δικαστήρ 344
  • δικαστής 344
  • -δίνης 139
  • διογενής 26
  • Διογένης 26
  • διόσδοτος 31, 67, 104
  • Διόσκο(υ)ροι 34, 41, 67, 85, 151, 154
  • Διοσσωτηριασταί 147
  • διοτρεφής 105
  • δίπους 122
  • δισ- 64
  • δισταγμός 249
  • διστάζειν 249
  • δισχίλιοι 64
  • διχοτομεῖν 192
  • διψαλέος 330
  • διώβολον 90
  • δνοπαλίζειν 277
  • δοιάζειν 249
  • δοκάζειν 247, 251
  • δοκεῖν 187
  • δοκιμάζειν 240, 247
  • (-)δοκος, (-)δοκη 251, δες επίσης εὐδοκεῖν και καραδοκεῖν
  • δολόεις 361
  • δολόφρων 85 υποσημ.
  • δολοφρονέων 85 υποσημ.
  • δορατο- 130
  • δορατοπαχής 130
  • δορυ- 130
  • δορύξενος 130
  • δόσις 368 κεξ
  • δότειρα 341
  • δοτήρ 350
  • (-)δότης 345, 350
  • -δότις 341
  • -δοτος 156
  • δουλεύειν 214
  • δουλοσύνη 323
  • δουλόσυνος 323
  • δουρικλειτός 68, 104
  • δουρικλυτός 68, 104
  • δουρίμαχος 71, 103
  • δουρο- 130
  • δουροδόκη 130
  • δραγμεύειν 213
  • δράκαινα 299
  • δρᾶν 179
  • δρεπάνη 316
  • δρέπανον 316
  • δρήστειρα 300
  • δρῑμύλος 326
  • Δρόμων 313
  • δροσερός 335
  • δροσίζειν 265
  • δροσοῦν 265
  • δυάζειν 249
  • δυσ- 6, 9, 30, *59, 62, 95, 113, 125
  • δυσάθλιος 62
  • δυσάλωτος 59
  • δυσάμμορος 62
  • δυσαριστοτόκεια Παράρτ. ΙΙ
  • δύσβατος 62
  • δύσγαμος 62
  • δυσδαίμων 59, 62
  • δύσεργος 62
  • δισθανής 64
  • δυσθεσία 145
  • δυσθυμαίνειν 221
  • δύσθυμος 62, 110
  • δυσμαθαίνειν 221
  • δυσμαθεῖν 196
  • δυσμαθής 196
  • δύσμαχος 62
  • δυσμεναίνειν 221
  • δυσμενής 30, 59, 62, 155
  • δύσμορος 125
  • δύσνους 125
  • δύσπαις 62, 117
  • Δύσπαρις 62, 91
  • δύσπορος 59
  • δύσφορος 62, 280
  • δυσώδης 388
  • δυσώνυμος 125
  • δ(υ)ώδεκα 66, 74, 81, 151
  • δυωκαιεικοσίμετρος 135
  • δυωκαιεικοσίπηχυς 135
  • δωρίζειν 272, 353
  • δωριστί 272, 353
  • δωρο-, -δωρος 163
  • δωροδόκος 251
  • Δωρόθεος 163

Ε

  • ἐαρίδρεπτος 68, 104
  • ἐαρίζειν 257
  • ἐαρινός 318
  • ἑβδομάζειν 246, 249
  • ἑβδομάς 377
  • ἐγγυαλίζειν 149
  • ἐγγυᾶν 202
  • ἐγγυᾶσθαι 202
  • ἐγερτί 352
  • ἐγχειρεῖν 149
  • ἐγχειρίδιος 383
  • ἐγχειρίζειν 149
  • ἐγχειρίθετος 70, 104
  • ἐγχέσπαλος 127
  • ἕδρᾱ 335
  • ἕδρανον 316
  • ἐδώδιμος 307
  • ἐεικοσα- 135
  • ἐεικοσάβοιος 135
  • ἐθελο- *77, 96, 113
  • ἐθελόδουλος 77
  • ἐθελόπονος 77
  • ἐθελοπρόξενος 77
  • εἰαρινός 318
  • εἰδαίνεσθαι 219
  • -ειδής δες θεοειδής
  • εἰδωλολάτρης 99
  • εἰκάζειν 236
  • εἴκελος 324
  • εἰκοσα-, εἰκοσι- 135
  • εἰκοσαέτης 135
  • εἰκοσάφυλλος 135
  • εἰλαπινάζειν 237, 246, 342
  • εἰλαπιναστής 342
  • εἰσαεί (ἐσαεί) 49, 157
  • ἐίσκειν 172
  • ἑκατόγχειρος 135
  • ἑκατόμπεδος 143
  • ἑκατόμπυλος 135
  • ἑκατον(τα)- 135
  • ἑκατοντακάρανος 135
  • ἑκατοντάκις 135
  • ἑκατοντάρχης 135, 195
  • ἑκατόνταρχος 135, 195
  • ἑκατοστός 135
  • ἔκδοτος 156
  • ἐκείνινος 319
  • ἑκούσιος 284
  • ἔκπαγλος 324
  • ἕκπλεθρος 135
  • ἑκτημόριος 66, 147 κεξ.
  • ἑκτήμορος 66, 147 κεξ.
  • -έκτης 146 · δες επίσης πλεονέκτης
  • ἐλᾱΐνεος 319
  • ἐλά̄ϊνος 319
  • ἐλαιοῦν 207
  • ἕλανδρος 119
  • ἔλασις 145, 284
  • ἐλασσοῦν 206
  • ἐλατήρ 100, 341
  • ἐλατήριος 100, 341
  • ἐλαττοῦν 206
  • ἐλαφηβόλος 133
  • ἔλαφος 337
  • ἐλαφρύνειν 226
  • ἐλεεινός 317
  • ἐλελίζειν 264
  • ἐλελίχθων 125
  • ἑλέπτολις 119
  • ἐλευθερία 287
  • ἐλευθέριος 287
  • ἐλεφαντοῦν 205
  • ἑλίσσειν 125, 230
  • ἑλίτροχος 125
  • ἑλκε- 75, 96
  • ἑλκεσι- 79
  • ἑλκεσίπεπλος 79
  • ἑλκεχίτων 75, 79
  • ἑλκοῦν 205
  • ἑλκυστάζειν 250
  • ἑλκώδης 389
  • ἑλλέβορος 184
  • ἑλλεβοριᾶν 184
  • ἑλληνίζειν 267, 272
  • Ἑλλησπόντιος 36
  • Ἑλλήσποντος 36
  • ἐλπίζειν 253
  • ἐλπίς 230, 380
  • ἐλπωρή 325
  • ἐμβασίχυτρος 96, 161
  • ἔμετος 367
  • ἐμμενής 140, 155
  • ἔμπεδον 52
  • ἔμπεδος 52
  • ἐμποδών 48
  • ἐμπυριβήτης 73
  • ἕνδεκα 81
  • ἐνδυτήρ 347
  • ἐνεδρεύειν 214
  • ἔνθεος 45, 151
  • ἐνθουσιασμός 305
  • ἐνιαύσιος 284
  • ἐννεα- 74, 135
  • ἐννεάβοιος 74
  • ἐνοίκιον 289
  • ἔνοίκιος 51
  • ἔνοικος 51
  • ἑνότης 129
  • ἔνοχος 153
  • ἔντιμος 50
  • ἐντοσθίδια 383
  • ἐντυλίσσειν 19, 230
  • ἐντύ(ν)ειν 227
  • ἐνύπνιον 52, 148, 289
  • ἐνύπνιος 52, 148, 289
  • ἔνυπνος 148
  • ἐνώπια 52
  • ἐνώπιον 52, 107
  • ἐνώπιος 52
  • ἐνωτίζεσθαι 149
  • ἑξ(α)- 135
  • ἑξάετες 135
  • ἐξαπατᾶν 229
  • ἐξαπατύλλειν 229
  • ἐξαχυριῶσαι 200
  • ἐξέλασις 145
  • ἐξελεύθερος 46
  • ἐξελευθεροῦν 46
  • ἔξοδος 47
  • ἔξοχος 153
  • ἐξώλης 155
  • ἑορτάζειν 246
  • Ἐπαμεινώνδας 384 υποσημ.
  • ἐπαμφοτερίζειν 149
  • ἐπάνω 49
  • ἐπάρουρος 50, 139, 143
  • ἐπέκεινα 34, 48
  • ἐπενδύτης 347
  • ἐπεσβόλος 127
  • ἐπήβολος 134
  • ἐπήρετμος 45
  • ἐπιβήτωρ 338, 345
  • ἐπιβλής 150
  • ἐπιβουλεύειν 214
  • ἐπιβουλή 145, 214
  • ἐπίγειος 144
  • Ἐπικούρειος 285
  • ἐπιμειδιᾶν 124
  • ἐπιμίξ 107
  • ἐπίπαν 48
  • ἐπιράπτειν 124
  • ἐπίσημος 141
  • ἐπιστολιμαῖος 308
  • Ἐπίστροφος 163
  • ἐπισχερώ 48
  • ἐπιτάξ 107
  • ἐπιτροχάδην 107
  • ἐπιτυμβίδιος 383
  • ἐπιχαιρέκακος 96, 161
  • ἐπιχθόνιος 51
  • ἐπίχρυσος 46
  • ἐπουλοῦσθαι 207
  • ἑπτα- 135
  • ἑπτακαίδεκα 81
  • ἐπύλλιον 294
  • ἐπώνυμος 118
  • ἔρασθαι 118, 275
  • ἐρασιπλόκαμος 96
  • ἐρατεινός 317
  • ἐρατίζειν 275
  • -εργεῖν 189
  • -εργός 54, 62, 120, 137
  • ἐρεθίζειν 276
  • ἔρεισμα 310
  • ἐρετμός 306
  • ἐρι- 9, *60, 110, 151, Παράρτ. ΙΙ
  • ἐριβρεμέτης 60
  • ἐρίβωλος 60, 110
  • ἐρίγδουπος 60
  • ἐρίζειν 253
  • Ἐρικοῦσσα 363
  • ἐρικυδής 60
  • ἐρίτιμος 60
  • Ἑρμαΐσκος 399
  • ἑρμαφρόδιτος 94
  • ἑρπυστάζειν 250
  • ἐρυθ(ρ)αίνειν 18, 219 κεξ.
  • ἐρυθρῖνος 320
  • ἐσαεί δες εἰσαεί
  • ἐσμαραγίζειν 261
  • ἑσπερινός 318
  • ἑσπέριος 283, 318
  • ἐσσοῦσθαι 185, 206
  • ἑστιάτωρ 346
  • ἑστιοῦχος 121
  • ἐσχάριον 335 υποσημ.
  • -ετης (-τούτης από τὸ ἔτος) 120, 122, 132, 135 υποσημ., 155
  • ἐτνήρυσις 145
  • εὐ (ἐυ-) *59, 61 κεξ., 95, 112 κεξ., 139, 158, 163
  • εὐαγγέλιον 289
  • εὐάζειν 241
  • εὐάλωτος 59
  • Εὐβοεύς 303
  • Εὐβοϊκός 394
  • εὐγενής 155
  • ἐύγναμπτος 62, 156
  • εὐδαίμων 59, 62, 139
  • εὐδοκεῖν 36, *61
  • εὔδοκος 61
  • εὐεκτεῖν 146
  • εὐέκτης 146
  • εὐεξία 146
  • εὐεργεσία 348
  • εὐεργετεῖν 37
  • εὐεργέτης 348
  • εὐεργέτις 348
  • εὐεργός 62
  • εὔζυξ 21, 62, 150
  • ἐύζωνος 139
  • Εὐηνί̄̄νη 314
  • εὐήνωρ 142
  • εὐθετεῖν 193
  • εὔθετος 193
  • εὔθυμος 62, 110, 151
  • εὔθυνα 224
  • εὐθύνειν 224
  • εὔθυνος 224
  • εὐκέατος 62
  • εὐκέραος 144
  • εὔκερως 144
  • Εὐκλείδης 384
  • εὐκλεΐζειν 258
  • εὐκράς 62, 150
  • Εὐκρατίδης 384
  • εὔμαχος 62
  • εὐμενής 59, 62
  • ἐυμμελίης 138
  • Εὔμολπος 163
  • εὐνέτης 355
  • εὔπαις 62, 91, 117
  • εὐπειθής 140
  • εὖ ποιεῖν 37, 61
  • εὐποιΐα 37, 61
  • εὐποιός 37, 61
  • εὔπορος 59
  • εὐρακύλων 94
  • εὑρίσκειν 172
  • εὐρόνοτος 94
  • Εὐρυβάτης 163
  • εὐρύνειν 226
  • Εὐρυσθένης 164
  • Εὐρυσθεύς 164
  • εὐρώδης 389
  • εὐσέβεια 299
  • εὔσοος 62
  • εὐτυχία 299
  • Εὐτυχιανισταί 273
  • εὔφορος 62
  • εὐφραίνειν 219
  • εὐφροσύνη 131, 323
  • εὔφρων 72
  • εὐχετᾶσθαι 186
  • εὐχέτης 186
  • εὐχωλή 325
  • εὐώδης 155, 388
  • ἐφημέριος 148
  • ἐφήμερος *50 κεξ., 148
  • ἐχε- 75, 96, 111
  • ἔχειν 102, 121, 146, 335
  • Ἐχένηος 144
  • ἐχέφρων 75, 110
  • ἐχθαίρειν 228
  • ἐχρῆν 40, 66
  • ἐχῠρός 335
  • ἑψαλέος 333

Ϝ

  • Ϝ δες ΕΥΡΕΤ. ΙΙΙ στο λήμμα δίγαμμα

Ζ

  • ζα- *60, 110, 151, Παράρτ. ΙΙ
  • ζάθεος 60, 110
  • ζάκοτος 60
  • ζατρεφής 60
  • ζευγί̄σιον 284
  • ζευγίτης 359
  • ζεῦξις 371
  • ζηλοῦν 199
  • ζημιοῦν 205
  • Ζηνᾶς 164
  • Ζηνο- 164
  • -ζυξ 21, 62, 150, 279
  • ζῳδιακός 394
  • ζῴδιον 293
  • ζωννύναι 171
  • ζωοποιεῖσθαι 190
  • ζῳΰφιον 337

Η

  • ἡβάσκειν 173
  • -ηβολος 133
  • ἡγεμονεῖν 194
  • ἡγεμονεύειν 214
  • ἡγεμών 312
  • -ηγενής 133
  • -ηγέτης 338
  • ἡγήτωρ 338
  • -ήγορος 118
  • -ηγός (-αγός) 118
  • ἥδειν 216
  • ἥδεσθαι 216
  • -ηδής (ἀ-, μελι-) 86, 140
  • Ἡδύλος 327
  • -ήθης 155
  • -ηλασίη 145, 284, 341
  • -ηλατεῖν 195
  • -ηλάτης 100, 145
  • -ήλατος 118
  • ἡλιακός 394
  • ἡλικιάζεσθαι 248
  • ἠλιτόμηνος 78
  • -ῆμαρ 108 υποσημ., 113
  • ἡμέτερος 336
  • ἡμι- *65, 95, 113
  • ἡμίβρωτος 65
  • ἡμίθεος 65
  • ἡμιθνής 65
  • ἡμίκακος 65
  • ἡμίλουτος 65
  • ἡμίμεστος 65
  • ἡμίονος 65
  • ἡμίοπος 65
  • ἡμιτάλαντον 65
  • ἡμιτελής 65
  • (-)ἠνεκής 25
  • ἠνεμόεις 361
  • ἡνία 121
  • ἡνιοχῆα 301 υποσημ.
  • ἡνίοχος 121, 153
  • -ήνωρ 142
  • ἧπαρ 17
  • ἡπατῖτις 360
  • ἠπειρώτης 357
  • Ἡρακλεϊσταί 270
  • -ήρατος 118
  • -ήρετμος 45, 118
  • -ήρης 118
  • ἠρι- 63
  • ἠριγένεια 63
  • ἠριπόλη 63
  • Ἡρόστρατος 163
  • -ήροτος 118
  • Ἡρῳασταί 270
  • Ἡρῳδιανοί 322
  • (ἀφ-)ἡρωΐζειν 257
  • ἧττα 25, 185
  • ἡττᾶν 25
  • ἡττᾶσθαι 15 υποσημ., 18, 25, 185, 206
  • -ηφορος 133

Θ

  • θαλαμηπόλος 133
  • θαλασσίζειν 271
  • θαλέθειν 174
  • θανατᾶν 183, 367
  • θάνατος 183, 367
  • θανατοῦν 199, 205
  • θαρραλέος (θαρσ-) 329, 332
  • θαρσαλέος 329, 332
  • θαρσύνειν 224
  • θεά 282
  • θέαινα 299
  • θεάκουστος 160
  • θεαρός δες θεωρός
  • θεᾶσθαι 180
  • θέατρον 351
  • θελγεσίμυθος 159
  • θεοβλαβής 85, 105
  • θεόδμητος 85, 104, 152, 156
  • θεόδοτος 31, 41, 136, 163
  • Θεόδωρος 163
  • θεοειδής 86, 120, 122, 126, 140, 155, 388 υποσημ.
  • θεοείκελος 85, 120
  • Θέολλος 327
  • θεομάχος 103
  • θεόπομπος 44, 106, 152, 280
  • θεοπρεπής 102, 103
  • θεός 282, 299
  • θεόσδοτος δες θεόδοτος
  • θεοστυγής 102, 105
  • θεόταυρος 94
  • θεότης 364
  • θεοφιλής 105
  • θεράπαινα 299
  • θεραπεύειν 214
  • θερειγενής 71
  • θερμαίνειν 220
  • θέρμανσις 372
  • θερόεις 362
  • Θερσίτης 359
  • -θεσία 145
  • θεσμοθετεῖν 193
  • Θεσμοφόρια 289
  • θεσμοφοριάζειν 270
  • Θεστιάς 381
  • -θετεῖν 193
  • -θέτης 345, 349
  • θεωρός (θεαρός) 120
  • Θηβᾱΐς 381
  • θηλυκός 395
  • θηλυκτόνος 103
  • θηλύνειν 226
  • θηρᾶν 98, 214, 307
  • -θήρας 98, 139
  • θηράσιμος 307
  • θήρειος 285
  • θηρεύειν 213, 214
  • θηριοῦσθαι 198
  • θηρο- 131
  • θηροζυγοκαμψιμέτωπος 161
  • θηροτροφεῖν 98
  • θηροτρόφος 106
  • θηρότροφος 106
  • θηροφόνος 131
  • Θησεῖον 289
  • θιασώτης 357
  • -θνής 65, 105, 150
  • θνήσκειν 172
  • θνητός 366
  • θοινάζειν 246
  • θρασυ- 126
  • θρασυκάρδιος 126
  • Θράσυλλος 327
  • θρασύνειν 224, 226
  • θρασύς 126, 224, 329
  • θρεπτήρια 289
  • θρέπτρᾰ 351
  • θυγατρίζειν 264
  • θυγάτριον 296
  • θυήεις δες θυόεις
  • θυμαίνειν 221
  • θυμοῦσθαι 199
  • θυμοφθόρος 97, 152
  • θυννάζειν 240
  • θυόεις (θυήεις) 362
  • θυραῖος 285, 295
  • θυρ(α)ωρός 120 υποσημ., 126
  • θύριον 295
  • θυροῦν 205
  • θυρσάζειν 246
  • θυρωρός 120 υποσημ., 126
  • θυώδης 388
  • θωρακίζειν 257
  • θωρακίτης 359

Ι

  • ἰάζειν 272
  • ἰᾶσθαι 179
  • ἰαστί 272, 353
  • Ἰάτης [ᾱ] 357
  • ἰατρόμαντις 81, 86, 94, 154
  • ἱδρώττειν 231
  • ἱερακίζειν 262
  • ἱέρεια 299
  • ἱερεύειν 214
  • ἱερεωσύνη 132, 323
  • ἱερομνήμων 141
  • ἱεροπρεπής 102, 103
  • ἰητήρ 351
  • Ἰήτης 357
  • ἰητρός 351
  • ἰθύειν 208
  • ἰίζειν 271
  • ἱκανός 316
  • ἴκελος 324
  • ἱκετεύειν 213
  • ἱκέτης 349
  • ἰκτεροῦσθαι 207
  • ἰλιγγιᾶν 184
  • ἴλιγγος 184
  • ἰλλαίνειν 221
  • ἱμάσθλη 390
  • ἱμείρειν 228
  • ἰουδαΐζειν 259
  • ἵππαγρος 93
  • ἱππαλεκτρυών 94
  • Ἵππαρχος 163
  • ἱππεύειν 211
  • ἱππεύς 211, 301
  • ἱππηλατεῖν 100, 195
  • ἱππηλάτης 100, 195
  • ἱππήλατος 129
  • ἱππ(ο)- 129, 163
  • ἱπποβοσκός 97
  • Ἱπποδάμας 102
  • ἱππόδαμος 73, 98, 153
  • Ἱππόδαμος 163
  • Ἱππόλυτος 163
  • ἱππόμαχος 129
  • ἱπποπόταμος 93, 112 υποσημ., 148, 154
  • ἵππος ποτάμιος 93
  • ἰσάζειν 244
  • Ἴσανδρος 163
  • ἰσηγορία 92
  • ἰσο- 87, 92, 163
  • ἰσοδυναμία 92
  • ἰσόθεος 76, 87, 126
  • ἰσοκρατία 92
  • ἰσομοιρία 92
  • ἰσόμοιρος 92
  • ἰσονομία 92
  • ἰσόνομος 92
  • ἰσοπολιτεία 25, *92
  • ἰσοπολίτης 25, *92
  • ἰσοπολῖτις 92
  • ἰσοῦν 244
  • Ἰσραηλίτης 358
  • ἱστοδόκη 251
  • ἱστοπέδη 85, 113
  • ἰσχ(ν)αίνειν 18, 219 κεξ., 329
  • ἰσχ(ν)αλέος 18, 329 κεξ.
  • ἰσχῡρός 336
  • ἰσχυροῦν 205
  • Ἰταλιώτης 357
  • ἰφι- (Ἰφι-) 70, 73, 104, 110
  • Ἰφιάνασσα 70
  • Ἰφιγένεια 73
  • ἰφιγένητος 70, 104
  • Ἰφικράτης 73, 110
  • Ἰφιμέδουσα 70
  • ἰχθυάζειν 240
  • ἰχθύ̄διον 293, 296
  • ἰχθύινος 319
  • ἰχθυο- 130
  • ἰχθυόεις 129, 361
  • ἰχθυοπωλεῖν 99
  • ἰχθυοπώλης 130
  • ἰχνεύειν 213 κεξ.
  • ἴχνιον 292 υποσημ.
  • ἰωτακισμός 274

Κ

  • καθαίρειν 178
  • καθαρός 178
  • κάθαρσις 372
  • καθετήρ 347
  • καθῆσθαι 40 καί στη σύνθεση 81
  • καίειν 210
  • κάκη 26
  • κακκαβίζειν 262
  • κακο- 91
  • κακοδαιμονᾶν 183
  • κακοδαιμονίζειν 264
  • κακοδαίμων 91, 117
  • κακόδουλος 91
  • κακοεργός 120
  • κακοήθεια 298
  • κακοήθης 155, 299
  • κακοηθία 298
  • κακοικονόμος 91
  • Κακοΐλιος 91
  • κακόμαντις 91
  • κακοποιεῖν 37, 85 υποσημ.
  • κακός 26, 121, 364
  • κακότης 364
  • κακοῦν 14, 199
  • κακοῦργος 120
  • κακουχία 121
  • κάκωσις 14, 372
  • καλλι- 126, 164
  • καλλιελαία 91
  • καλλιέλαιος 91
  • κάλλιμος 307
  • καλλίπαις 91, 117, 139
  • καλλιπλόκαμος 126
  • κάλλιστος 126
  • Καλλίτιμος 163
  • Κάλλιτος 164
  • κάλλος 126, 225
  • καλλύνειν 224, 226
  • καλο- 91
  • καλοδιδάσκαλος 91
  • καλοκἀγαθία *36, 81, 146
  • καλοκἀγαθός *36, 81, 146
  • καλός 126, 307
  • καλχαίνειν 220
  • καματώδης 389
  • κάμνειν 168
  • καμπτήρ 347
  • καμπύλος 324
  • καναχίζειν 257, 260 κεξ., 266
  • καπηλεῖον 290
  • καπηλεύειν 290
  • καρᾱ- (καρη-) 38, *74 υποσημ.
  • καραδοκεῖν 38, *74 υποσημ.
  • καρδιώσσειν 231
  • καρη- δες καρᾱ-
  • κάρη κομόωντες 30, 34, 69
  • καρκινοῦσθαι 207
  • καρποφόρος 160
  • καρτερεῖν 16, 205
  • καρτεροῦν 16, 205
  • καρυατίζειν 269
  • κασιγνήτη 281
  • κατάγειος 51
  • καταθύμιος 51
  • καταξηραίνειν 46
  • κατάξηρος 46
  • καταπάλτης 347
  • καταπέλτης 347
  • κατάρα 39
  • καταρᾶσθαι 39
  • καταχθόνιος 51
  • κατάχρυσος 46
  • κατιαραίων 210
  • κατιαραύσειε 210
  • κατόπισθε 49
  • κάτοχος 21, 44, 153
  • καχεκτεῖν 146
  • καχέκτης 146
  • καχεξία 146
  • κέδρινος 319
  • κεκραξιδάμας 103
  • Κελτίβηρες 94
  • Κελτολίβυες 94
  • κένανδρος 87
  • κεντρίσκος 398
  • κεράεις 362
  • κεραμεικός 393
  • κεραννύναι 170, 347
  • κεραο- 131
  • κεραοξόος 131
  • -κέραος (-κερως) 144
  • κεράστης 354
  • κερδαλέος 329
  • κερδάριον 294
  • κερματίζειν 257, 274
  • κερόεις 362
  • -κερως 144
  • κεφαλαργία 329
  • κηδεστής 343
  • κηδέστωρ 343
  • κηκαδεῖν 241
  • κηκάζειν 241
  • Κηληδόνες 386
  • κηλιδοῦν 207
  • κηλίς 207
  • κηπάριον 294
  • κῆπος 120
  • κηπουρός (-ωρός) 120
  • κηρεσσιφόρητος 68, 104
  • κήρυγμα 310
  • κιθαρίζειν 263
  • Κίλισσα 300
  • κιρνάναι 170
  • κίσσα 183
  • κισσᾶν 183
  • κλαγγαίνειν 169
  • κλαγγάνειν 169
  • κλά̄ζειν 169
  • κλαυσίγελως 81, 94
  • κλειτύς 375
  • Κλέομμις 23
  • Κλεοπάτρη 131
  • κλέπτης 349
  • κλεπτοσύνη 323
  • Κλέων 313
  • κλητήρ 346
  • κλινάριον 296
  • κλινίδιον 296
  • κλύδων 7
  • -κμής 105, 150
  • κνεφάζειν 237
  • κογχυλίας 288
  • κοΐζειν 262 κεξ.
  • κοικύλλειν 229
  • κοίτη 367
  • κοῖτος 367
  • κοκκίζειν 268
  • κοκκύζειν 234
  • κολακεύειν 213
  • κολακίς 382
  • κολποῦν 198
  • κομίζεινκαι μέσ. 201
  • κομπάζειν 243
  • κοναβεῖν 261 κεξ.
  • κοναβίζειν 261 κεξ.
  • κοντωτός 368
  • κορακῖνος 320
  • κορακιστί 353
  • κορεννύναι 171
  • κόρηθρον 390
  • Κόρινθος 390
  • κορίσκη 398
  • κορυζᾶν 183
  • κορύσσειν 230
  • κορυφοῦν 204 υποσημ.
  • κορωνίζειν 264
  • κοτυληδών 386
  • κουρά 184
  • κουρεῖον 15, 290
  • κουριᾶν 184
  • κουρίζειν 267
  • κουροτρόφος 97, 152, 280, 326
  • κράζειν 241
  • -κράς 62, 150
  • κραταιΐς 381
  • -κρατεῖσθαι 197
  • κρατήρ (κρητήρ) 347
  • κραυγάζειν 243
  • κρεᾴδιον 296
  • κρεισσότεκνος 131, 159
  • κρεμαννύναι 170
  • κρεο- (κρεω-) 131
  • κρεοφάγος 131
  • κρεΰλλιον 296
  • κρεωφάγος 131
  • κρηνίδιον 293
  • κρητήρ δες κρατήρ
  • κριγμός 260
  • κρίζειν 260
  • κρῑθηφόρος 133
  • κριθοφόρος 133
  • κριμνάναι 170
  • κρί̄̄νω 178
  • κρίνειν 178
  • κριτήρ 350
  • (-)κριτής, -κρίτης 350
  • κριτικός 396
  • Κρονίων 314
  • κροταλίζειν 262
  • Κροτωνιάτης 357
  • κρυβάζειν 251 υποσημ.
  • κρυμαλέος 330
  • κρυόεις 362
  • κρυπτάδιος 383
  • -κτάμενος 104
  • κτεατίζειν 257
  • κτερεΐζειν 258
  • κτερίζειν 258
  • -κτήμων 141
  • κτήσασθαι 79
  • Κτησι- 79
  • Κτήσιππος 79
  • κτῆσις 79
  • κτυπεῖν 191
  • κυάνοφρῠς 139
  • κυανοχαίτης 139
  • κυδάζειν 240, 242
  • κυδαίνειν 219
  • κυδάνειν 219
  • κυδάλιμος 219, 307 υποσημ.
  • κυδι- 122, 126
  • κυδιάνειρα 126
  • κύδιστος 126
  • κῦδος 126, 240
  • κυδρός 126, 219, 307
  • κυλλαίνειν 222
  • κυν- δες κυνο-
  • κυνάριον 294, 296
  • κύνεος 297
  • κυνηγέσιον 284
  • κυνηγέτης 127
  • κυν(ο)- 127, 129, 131
  • κυνοραιστής 127, 129, 131
  • Κυνόσουρα 31, 67
  • κυνῶπις 127, 129
  • κυπτάζειν 250
  • κυφαλέος 331
  • κύφων 313
  • κωκυτός 367
  • κωμάζειν 246
  • κωμαίνειν 221

Λ

  • λαβδ- δες λαμβδ-
  • Λαερτιάδης 384 αρσ. υποσημ.
  • Λαέρτιος 384 αρσ. υποσημ.
  • λάϊνος 319
  • Λάκαινα 299
  • λακωνίζειν 257, 272
  • λακωνισμός 273, 305
  • λακωνιστής 273
  • λαλαγεῖν 241
  • λαλάζειν 241
  • λαμβάνειν 169
  • λα(μ)βδακισμός 274
  • λαμπαδίζειν 269
  • λαμπαδοῦχος 121
  • λαμπάς 380
  • Λαμπρίσκος 399
  • λαμπυρίζειν 253, 271
  • λαρυγγᾶς 282
  • λασιών 315
  • λατρεύειν 99
  • λαχανόπωλις 99
  • λέαινα 299
  • λειμών 312
  • λειπο- δες λιπο-
  • λειψο- 138
  • λειψόθριξ 138
  • λειψοσέληνον 138
  • λε(οντ)όπαρδος 94
  • λεπρᾶν 183
  • Λεπρεάτης 357
  • λεπτόγεως 130, 144
  • λεπτύνειν 226
  • λεπυριοῦν 200
  • λεπυριῶσαι 200
  • (ἐκ-)λεπυροῦν 200
  • λευγαλέος 329, 333
  • λευκαίνειν 220
  • λευκέρυθρος *81, 94
  • λεύκη 26
  • λευκόϊον 91
  • λευκός 26
  • λευκότης 364
  • λευκώλενος 86, 90, 110
  • λήγειν 123
  • ληθεδανός 387
  • ληϊστήρ 342
  • ληΐστωρ 342
  • λῆν 179
  • λήπτης 101
  • ληραίνειν 221
  • Λιβυκός 395
  • Λιβυφοίνικες 94
  • λιγυρός 335
  • λιθάζειν 235
  • λίθαξ 391
  • λίθεος 297
  • λιθοβολεῖν 98
  • λιθοβόλος 97, 106
  • λιθόβολος 106
  • λιμαίνειν 221
  • λιμήν 312
  • λιμοθνής 105, 150
  • λῑμός 304
  • λιμπάνειν 169
  • λίνεος 297
  • λινίσκος 398
  • λινοῦς 297
  • λιπαρός 335
  • λιπο- (λειπο-) *78, 96, 113
  • λιπομαρτυρίου 289
  • λιπόναυς 78
  • λ(ε)ιποστρατία 78
  • λ(ε)ιποψυχεῖν 78
  • -λογεῖν 189
  • λογογράφος 97, 106, 152, 302
  • λοιμός 304
  • λοπᾶν 183
  • λοπός 183
  • λοχαγός 118
  • Λυδία 287
  • Λύδιος 287
  • λύκαινα 299
  • Λυκόσουρα 31, 136
  • Λυκόφρων 163
  • λυπεῖν 194
  • λυρίζειν 263
  • Λυσι-, Λῦσις 163 κεξ.
  • Λυσικλῆς 163
  • λύσσα 183
  • λυσσαίνειν 221
  • λυσσᾶν 183
  • λυσσώδης 388
  • λύτρον 351
  • λωβᾶσθαι 185, 202
  • λώβη 185, 202

Μ

  • μαγαδίζειν 263
  • μαθητιᾶν 184
  • μακαρίζειν 257, 264
  • μακροημερεύειν 122
  • μακροκαμπυλαύχην 161
  • μαλακίων 314
  • μανία 283 υποσημ.
  • μαντεία 287
  • μαντεύεσθαι 213
  • μαντικός 392
  • μάντις 213, 370, 373
  • μαντοσύνη 323
  • μαρασμός 305
  • μαργαίνειν 221
  • μαργαρίτης 359
  • μαργαρῖτις 359
  • μάρνασθαι 170
  • μαστιγίας 288
  • μαστιγοῦν 205
  • μαστίειν 208
  • ματᾴζειν 259
  • (ἀπο-)ματαΐζειν 259
  • ματαιότης 364
  • -ματοῦν 205
  • -μαχεῖν 38
  • -μαχία 38, 145
  • μάχιμος 307
  • μαχλᾶν 183
  • μάχλος 183
  • -μαχος 38, 62, 71, 145, 153
  • μεγαλειότης 364
  • Μεγάλη Πόλις 92, *146, 358
  • Μεγαλόπολις 92, *146, 358
  • Μεγαλοπολίτης 92, *146, 358
  • μεγαλύνειν 15 υποσημ., 226
  • μεγαλωσύνη 323
  • Μεγαρεύς 381, 393
  • Μεγαρικός 393
  • Μεγαρίς 381, 393
  • μέγας 60
  • Μεθυδριεύς 303
  • μεθύειν 164, 208
  • μέθυσος 164
  • μειδ(ι)ᾶν 123
  • μείλινος 319
  • μέλινος 319
  • μειονεκτεῖν 146
  • μειονέκτης 146
  • μειονεξία 146
  • μελάγγαιος 144
  • μελαγχολᾶν 183
  • μελαγχολία 183
  • μελάγχολος 183
  • μελαγχροιής 127
  • μελαίνειν 219 κεξ.
  • μέλανος 129
  • μελανότης 364
  • μελάνυδρος 143
  • μέλας 129
  • μελεδώνη 386
  • μελεδωνός 386
  • μελεΐζειν 258
  • μελεϊστί 352
  • μελέτη 367
  • μελησίμβροτος 96
  • μελίζειν 258
  • μελιηδής δες -ηδής
  • -μελίης 139
  • μελίσκον 398
  • μελιτοῦν 207
  • μέλπειν 243, 251
  • -μεμφής 140
  • μενε- 75, 96
  • μενεαίνειν 258
  • μενεδήιος 75
  • -μενής 140, 155
  • Μενίσκος 399
  • μενο- 131
  • μενοεικής 131
  • μερισμός 305
  • μεσαιπόλιος 70
  • μεσήεις 362
  • μεσημβρινός 318
  • μετακιόνιον 52
  • μετανιπτρίς 382
  • μετρητής 347
  • μή και μηδέ στη σύνθεση 57
  • μηδίζειν 272
  • -μήκης 155
  • μηκύνειν 224
  • μηλέα 297
  • μηλοβότᾱς 342
  • μηλοβοτήρ 343
  • μηλοβοτῆρας 342
  • μηνίειν 208
  • μηνοειδής 122
  • -μήτης 345, 349
  • μητίεσθαι 208
  • μητροπάτωρ 85, 110, 142
  • μητρυιός 25
  • -μήτωρ 142
  • μηχανᾶσθαι 180
  • μιαίνειν 219, 310
  • μίασμα 310
  • μιγάζεσθαι 235, 237
  • μικκύλος 326
  • μιλτοῦν 207
  • μιμνάζειν 251
  • μιμνήσκειν 172
  • μινύρεσθαι 228, 276
  • μινυρίζειν 276
  • -μίξ 107
  • μισάνθρωπος 77
  • μισεῖν 188
  • μισέλλην 77
  • μισῆσαι 188
  • μισθοῦν και μέσ. 201
  • μισθοφορά 145, 287, 372 υποσημ.
  • μισθοφορία 145, 287, 372 υποσημ.
  • μισο- *77, 96, 113
  • μισοπόνηρος 77
  • -μνήμων 141
  • μοῖρα 182
  • μοιρᾶσθαι 182
  • μοιρηγενής 126
  • μολπάζειν 243, 251
  • μονάζειν 249
  • μονάς 377
  • μονομαχεῖν 38, 145, 189, 287
  • μονομαχία 38, 145, 189, 287
  • μονομάχος 38, 145, 189, 287
  • μορμύρειν 22
  • μοσχύνειν 227
  • Μουσεῖον 290
  • μουσική 392
  • μυδαλέος 330 κεξ.
  • μυριάκις 135
  • μυριοντάκις 135
  • μυριόνταρχος 135
  • Μυρίσκος 398
  • μυροπωλεῖν 195
  • Μυρρινοῦς 363
  • mytacismus 274
  • μωλύνειν 226
  • μωμᾶσθαι 185
  • μῶμος 185
  • μωραίνειν 221 κεξ.
  • μωραίνεσθαι 221 κεξ.

Ν

  • ναιετᾶν 186
  • ναιέτης 186
  • νᾱμερτής 118
  • ναυ- (νηο-) 128, 132
  • ναυᾱγός 128
  • ναύαρχος 128
  • ναύμαχος 128
  • ναῦς 279
  • ναύτης 354
  • ναυτία 184
  • ναυτιᾶν 184
  • ναυτίλλεσθαι 228
  • νεάζειν 248
  • νεανίας 139, 288, 340
  • νέᾱξ 391
  • Νέα Πόλις 30, 36, 43, 66, 92, *146, 358
  • Νεάπολις 30, 36, 43, 66, 92, *146, 358
  • νεαρός 335
  • νεηγενής 95, 132
  • νεήκης 95
  • νεμεσίζεσθαι 254
  • νεο- 95
  • νεόδαρτος 95
  • νεοπενθής 95
  • νεόπλυτος 95
  • νεόπριστος 95
  • νεόσμηκτος 95
  • νεόστροφος 95
  • νεότευκτος 95
  • νεοτευχής 95
  • νεούτατος 95
  • Νεοπολίτης δες Νέα Πόλις
  • νευστάζειν 250
  • νεώριον 132 υποσημ.
  • νεωρός 132 υποσημ
  • -νεως δες -νηος
  • νεώσοικοι 67
  • νη- 28, *56 κεξ.
  • νῆϊς 56, 150
  • νηκερδής 56
  • νηλεής 28, 56 κεξ., 118, 317
  • Νηληΐῳ υἷι 314
  • νηλιποκαιβλεπέλαιος 81, 161
  • νημερτής 56, 118, 155
  • νηο- δες ναυ-, -νηος (-νεως) 144
  • νήνεμος 28, 56, 57
  • νηοσσόος 132
  • νηπενθής 56
  • νηπευθής 56
  • νήποινος 28, 57
  • νήπυστος 56
  • Νηρηΐδες 381
  • νήριθμος 28
  • νησαῖος 285
  • νησιώτης 357
  • νῆστις 56
  • νηφάλιος 328
  • νηφαλέος 328
  • νικᾶν 98, 180, 185
  • νικᾶσθαι 18, 25, 185
  • -νίκης 98, 139
  • Νικίας 164, 288
  • Νίκιππος 130
  • νικ(ο)-, -νικος 130, 163
  • Νικοκλῆς 163
  • Νίκυλλος 327
  • Νίκων 164, 313
  • νιφάδες 123
  • νιφόεις 361
  • νόημα 310
  • νομάζειν 237
  • νόμιμος 307
  • νόμισμα 310
  • νομοθετεῖν 193
  • νοσάζειν 245
  • νοσαίνειν 245
  • νόσανσις 245
  • νοσηλεύειν 325
  • νοσηλός 325
  • νοσηρός 336
  • νοσφίδιος 383
  • νοσφίζειν 254
  • νουνεχής 30, 69, 72, 102 κεξ.
  • νουνεχόντως 30, 69, 72, 102 κεξ.
  • νυκτερινός 318
  • νυκτερίς 318
  • νύκτερος 318
  • νυκτ(ο)- 128, 132
  • νυκτομαχία 132
  • Νυμφαῖον 289
  • νυμφεύειν 217
  • νυχθήμερος 83
  • νώνυμ(ν)ος 56, 118, 141, 143

Ξ

  • ξε(ι)ναπάτης 98
  • ξείνη 282
  • ξεινήιον 290
  • ξεναγός 118
  • ξενία 287
  • ξένιος 287
  • ξενόστασις 145
  • ξηραίνειν 220
  • ξιφηφόρος 134
  • ξιφίας 288
  • ξιφομάχαιρα 94
  • ξυλήφιον 337
  • ξυράφιον 337

Ο

  • ὀ- = ἀ αθροιστικό 58
  • ὀβελίσκος 398
  • ὀγκύλλεσθαι 229
  • ὁδεύειν 213
  • ὁδηγός 118
  • ὁδίτης 359
  • ὁδοι- 28, 73
  • ὁδοιπόρος 28, 73
  • ὁδοποιεῖν 38
  • ὁδοποιός 38
  • -οδος 47
  • ὀδυρμός 304
  • -οειδής 122, 388 υποσημ.
  • οἰδαίνειν 183, 219
  • οἰδᾶν 183, 219
  • οἰδάνειν 183, 219
  • οἶδος 183
  • οἴζειν 234
  • ὀιζῡρός 336
  • οἰκεῖος 285
  • οἰκέτης 349, 354, 356
  • οἰκί̄διον 293, 296
  • οἰκοδομή 145
  • οἰκοδόμημα 145
  • οἰκοδόμησις 145
  • οἰκοδομία 145
  • οἶκος 120, 285, 293, 354
  • οἰκότης 356
  • οἰκότριψ 99
  • οἰκουρός 120
  • οἴμη 52
  • οἶμος 52
  • οἰμώζειν 234
  • οἰνάζειν 249
  • οἰνοῦν 199
  • οἰνοῦττα 363
  • οἰνοχεύειεν 189, 196, 212 υποσημ.
  • οἰνοχοεῖν 189, 196, 212 υποσημ.
  • οἰνοχόη 145
  • οἰστρᾶν 183
  • οἰστροπλήξ 21, 44, 105, 279
  • οἶστρος 183
  • ὀκλάξ 107
  • ὀκναλέος 332
  • ὀκριόεις 361
  • ὀκτα-, ὀκτω- 135
  • ὀκτάκνημος 135
  • ὀκταπόδης 135
  • ὀκτώπους 135
  • ὀλβίζειν 264
  • ὀλβοδότις 341
  • ὄλεθρος 390
  • ὀλέσαι 79
  • ὀλισθαίνειν 169
  • ὀλισθάνειν 169
  • ὀλισθηρός 336
  • ὁλκάζειν 237
  • ὀλλύναι 171
  • ὀλολυγή 22, 234
  • ὀλολύζειν 234
  • ὁλότης 364
  • Ὄλυνθος 390
  • ὁμηγερής 116
  • ὁμήγυρις 116
  • ὁμῆλιξ 116
  • ὀμμάτιον 296
  • ὁμο- 116
  • ὁμογάστριος 116
  • ὁμογάστωρ 142
  • ὁμογέρων 116
  • ὁμόδουλος 116
  • ὁμοθυμαδόν 107
  • ὁμοιο- 87
  • ὁμοιόδουλος 116
  • ὁμοιόκριθος 87
  • ὁμοιόπῡρος 87
  • ὁμομήτωρ 142
  • ὁμοπάτριος 110, 142, 147 κεξ.
  • ὁμοπάτωρ 110, 142, 147 κεξ.
  • ὀμοργνύναι 171
  • ὁμόφοιτος 116
  • ὁμόφρων 116
  • ὀμφακίας 288
  • ὁμώνυμος 116
  • ὄνομα 56, 118, 127, 141, 236, 309
  • ὀνομάζειν 236
  • ὀνομακλυτός 127
  • ὀνομαστί 353
  • ὀνοτάζειν 242, 250
  • ὀξίζειν 271
  • ὀπάζειν 251
  • ὄπατρος 58
  • ὀπίζειν 268
  • ὀπισθο- 132, 136
  • ὀπισθοφύλακες 136
  • ὁπλίτης 359
  • Ὀποῦς 363
  • ὀπταλέος 333
  • ὀργαίνειν 221
  • ὀργᾶν 183
  • ὀργή 183
  • ὀργιάζειν 269
  • ὀργίζεσθαι 215
  • ὀργίλος 324
  • ὀρέγεσθαι 197
  • ὀρεικὸς 393
  • ὀρεινός 317
  • ὀρείοικος 33
  • ὀρεσίτροφος 71
  • ὀρέστερος 336
  • Ὀρέστης 354
  • ὀρεω- 132
  • ὀρεωκόμος 132, 144, 323
  • ὀρθοῦν 198
  • ὁρκώμοτος 118
  • ὀρνιθεύειν 214
  • ὀρνιθ(ο)- 128, 132
  • ὀρνιθοθήρας 98, 132
  • *-ορός 120
  • ὀρσο- 138
  • ὀρσοτριαίνης 138
  • ὀρφανικός 392
  • Ὀρφικός 393
  • ὀρχηστής 349
  • ὀρχηστικός 395 υποσημ.
  • ὀρχήστρα 351
  • ὀτραλέος 332 κεξ.
  • ὄτριχες 58
  • ὀτρύνειν 227, 333
  • οὐ και οὐδέ στη σύνθεση 57
  • οὐδείς 35, 57
  • οὐδενόσωρος 71
  • οὐλόθριξ 89, 160
  • (ἐπ-)οὐλοῦσθαι 207
  • οὐραγός 118
  • οὐρανίων 314
  • -ουργος 120
  • οὐτιδανός 377
  • οὔτις 57
  • -οῦχος 121, 153
  • ὀφειλέτης 355 υποσημ.
  • ὀφθαλμία 184
  • ὀφθαλμιᾶν 184
  • ὀφί̄διον 293
  • ὀφρυο- 130
  • ὀφρυόσκιος 130
  • (-)ὀφρύ̄ς 139
  • -οχος 21, 44, 121 με υποσημ., 153
  • ὀψείων 188 υποσημ.
  • ὀψώνιον 289

Π

  • παγετός 367
  • παγχρύσεος 64
  • παθητικός 396
  • παιδάριον 296
  • παιδεύειν 213
  • παιδικός 392
  • παιδίον 296
  • παιδνός 317
  • παιδοτρίβης 99
  • -παις 117
  • παλαι- *63, 95
  • παλαιγενής 63
  • παλαιομάτωρ 91
  • παλαίφατος 63
  • παλαίχθων 63
  • παλιγγενεσία 124 υποσημ.
  • παλιμπλαγχθέντα(ς) 34
  • παλινγενεσία 124 υποσημ.
  • παλίντροπος 160
  • πολί̄της 209, 349, 354
  • πολλαπλάσιος 135
  • παμμέλας 64
  • παμμήκης 64
  • παμμήτειρα 64
  • πάμπαν 22, 80, 151
  • πάμπρωτος 64
  • παν-, παντ(ο)- 64, 91, 108, 113, 120, 125, 131, 163
  • Παναθηναϊσταί 270
  • παναίολος 64
  • πανάπαλος 64
  • πανάποτμος 64
  • Παναχαιοί 91
  • πανδαμάτωρ 64
  • πανδημεί 108
  • πάνδημος 108
  • πανδοκεύς 102
  • πανδόκος 102
  • Πανέλληνες 64, 91
  • πανηγυρίζειν 269
  • πανῆμαρ 64, 69, 92
  • πανημέριος 64, 69, 92
  • Πάνθοος 163
  • παννυχίζειν 269
  • παννύχιος 64
  • πάννυχος 64
  • πανοικεί 108
  • πανομιλεί 108
  • πανοῦργος 64, 120
  • πανσ- δες πασσ-
  • πάνσοφος 125
  • πανσυδί(ῃ)125
  • παντ(ο)- δες παν-
  • πάνταρχος 64
  • παντοδαπός 377
  • παντοῖος 286
  • παντομισής 64, 131
  • παντόμορφος 64
  • παντότης 364
  • πανυπέρτατος 64
  • πανύστατος 64
  • παππάζειν 241
  • παραδοτός 156
  • παραθαλασσίδιος 383
  • παραθαλάσσιος 51
  • παραιβάτης 338, 345
  • παρακλαυσίθυρον 96, 161
  • παράλευκος 46
  • παράλληλος 50
  • παράλιος 51, 147 κεξ., 151
  • πάραλος 51, 147 κεξ., 151
  • παραπόρφυρος 46
  • παραστάδην 378 κεξ.
  • παρασταδόν 378 κεξ.
  • παραστάς 378 κεξ.
  • παραχρῆμα 48, 107
  • παρέξ 109, 162
  • παρέσχον 158
  • παρθενεών 315
  • παρθενική 392
  • παροξυσμός 305
  • πασιμέλουσα 68, 103 υποσημ.
  • πάσσοφος 125
  • πασσυδί(ῃ) 125
  • πάσχειν 172
  • πατερίζειν 264
  • πατρ- δες πατρο-
  • πατρίδιον 296
  • πατρίζειν 264
  • πατρ(ο)- 30, 85, 113, 131
  • πατράδελφος 30
  • πατροκασίγνητος 85, 93, 113, 131
  • -πάτωρ 142
  • παυσωλή 325
  • παχνοῦν 204 υποσημ.
  • παχυλός 326
  • παχύνειν 226 κεξ.
  • -πεδος 143
  • πεδότριψ 99
  • -πειθής 140
  • πεῖρα 182
  • πειράζειν 247
  • πε(ι)ραίνειν 219
  • πειρᾶν 182
  • πελάζειν 170, 244 υποσημ.
  • πελάθειν 174
  • Πελασγικός 392
  • πελειάς 380
  • πελεκίζειν 257
  • πελεκ(κ)ᾶν 185
  • πέλεκυς 185
  • (ὑπο-)πελιάζειν 244
  • (ὑπο-)πελιαίνειν 244
  • (ὑπο-)πελιοῦν 244
  • Πελοποννησιακός 394
  • Πελοπόννησος 67
  • πεμπάζεσθαι 249
  • πεντα-, πεντε- 135
  • πεντάετες 135
  • πεντάστομος 135
  • πεντεκαιδέκατος 66
  • πεντετάλαντος 135
  • πεντηκοστύς 376
  • περαίνειν 219
  • Περγαμηνός 321
  • περικαλλής 45 κεξ.
  • περίλυπος 46
  • περιμήκης 155
  • περίνεως 144
  • περίπικρος 46
  • περίχρυσος 46
  • περκάζειν 235, 244
  • περκαίνειν 235, 244
  • περσέπ(τ)ολις 137
  • περσίζειν 257, 272
  • Περσίς 381
  • πέρυσι 40
  • περυσινός 318
  • πεταννύναι 170, 171
  • πηγεσίμαλλος 79
  • Πηλεΐων 314
  • Πηληιάδης 384
  • πηλώεις 362
  • πημαίνειν 219
  • πηνέλοψ 94
  • πηχίσκος 399
  • πιαίνειν 219
  • πιαλέος 219
  • πῖαρ 219
  • πίειρα 219
  • Πιθηκοῦσσα 363
  • πικραίνειν 222
  • πιλνάναι 170
  • πιμπλάναι 174
  • πί̄νειν 168
  • πιπ(π)ίζειν 262
  • πίπτειν 170
  • πισσίζειν 271
  • πισσοῦν 207
  • πίστις 373
  • πιστοῦν και μέσ. 201
  • πιτνάναι 170
  • πιτυρίας 288
  • πιτυρίτης 359
  • πίων 219
  • πλακοῦς 363
  • πλάνης 340
  • πλανήτης 340
  • Πλαταιεύς 303
  • πλατύνειν 226
  • πλεῖν 187
  • Πλειστοάναξ 120
  • Πλειστοῶναξ 120
  • πλεονάζειν 240, 248 κεξ.
  • πλεονέκτης 72, 101, 103, 146
  • πλήθειν 174
  • πληκτίζεσθαι 275
  • -πλήξ 21, 44, 102, 105, 150, 279
  • πληροφορεῖν 38
  • πληροφορία 38
  • πλοκίζειν 276
  • πλούτᾱξ 391
  • πλοῦτος 367
  • πνεῖν 187
  • πνευματοφορεῖν 197
  • πνευματοφορεῖσθαι 197
  • πνιγεύς 302
  • πνιγίζειν 276
  • ποδ- δες ποδο-
  • ποδαγρᾶν 183
  • ποδανιπτήρ 103 υποσημ.
  • ποδάνιπτρον 103 υποσημ.
  • ποδαπός 377
  • ποδάρκης 86, 155
  • ποδήνεμος 86, 89
  • ποδ(ο)- 128, 132
  • ποδονιπτ- δες ποδανιπτ-
  • ποδοστράβη 132
  • ποδώκης 86, 89, 110, 140, 155
  • -ποιεῖν, -ποιεῖσθαι 189 κεξ.
  • ποιμαίνειν 219
  • ποιμανόριον 89
  • ποιμά̄νωρ89
  • πολεμεῖν 266
  • πολεμίζειν 266
  • πολεμοφθόροι 103
  • πολι- δες πτολι-
  • πολιαίνειν 220
  • πολιά̄οχος 134
  • πολίαρχος 122, 160
  • πολιοῦχος 121
  • πόλῐς 209
  • πολισ(σ)οῦχος 121
  • (-)πολίτης 209, 349, 354, 358· δες επίσης
  • Νεοπολίτης
  • πολλα- 135
  • πολύανδρος 143
  • πολυά̄νωρ 143
  • πολυβούτης 354
  • πολυδέγμων 102
  • πολυετής 155
  • πολυήρατος 118
  • Πολυθερσεΐδης 384
  • πολυκτήμων 141, 312
  • Πολυνείκης 163
  • πολυπράγμων 102, 141
  • πολύτλας 102
  • -πομπός 21, 44, *97, 111, 146, 152, 280
  • -πομπος 21, 44, *106, 152, 280
  • πονηρεύεσθαι 215
  • πονηρός 336
  • πορφύρεος 297
  • πορφυρίων 314
  • πορφυροῦς 297
  • ποσα- 135
  • ποσάπους 135
  • ποτόν 366
  • Πουλυδάμας 102
  • πούς 279
  • πρᾶγμα 102, 141
  • πραγματεύεσθαι 213
  • -πράγμων 102, 141
  • πράκτωρ 346
  • (ἀπο-)πρατίζεσθαι 275
  • (ἐκ-)πρεμνίζειν 268
  • -πρεπής 102 κεξ.
  • πρέπος 102
  • πρεπώδης 389
  • πρεσβεία 287
  • πρεσβεῖον 290
  • πρεσβήιον 290
  • πρέσβῠς 209
  • πρεσβύ̄της 209, 354
  • Πριαμιλλύδριον 295
  • προ- 47, 91, 162
  • προάγων 47
  • προάστιον 52
  • προάστιος 52
  • πρόδομος 47
  • προδοσία 284
  • προδότις 341
  • προεμβιβάζειν 162
  • προῆμαρ 108 υποσημ.
  • Προμήθια 289
  • προμήτωρ 91
  • προνύξ 108 υποσημ.
  • πρόξενος 50, 163
  • προοίμιον 52
  • πρόπαππος 47
  • πρόπας 46, 95
  • προπάτωρ 47, 91
  • προπέρυσι 49
  • προπρο- 22, 80
  • προπροκυλινδόμενος 22
  • προσ- 162
  • προσεπιτιμᾶν 162
  • προσουδίζειν 149
  • προστατεύειν 213
  • πρόσφορος 44, 280
  • πρόσφυξ 21, 44, 150
  • προσωπολήμπτης 101
  • προτιμᾶν 39
  • προτίμησις 39
  • προτοῦ 48, 157
  • προύργου 48, 121
  • προὔφαινε121
  • προφύλακες 136
  • προχθές 49
  • πρυτανεύειν 214
  • πρωτεία 16
  • πρωτεΐζειν 257
  • πρωτεῖον 16, 290
  • πρωτεύειν 16
  • Πρωτο-, Πρωτεσι-138
  • πτάρνυσθαι 171
  • π(τ)ολι- 122, 126
  • πτολίπορθος 126
  • πυγμάχος 125
  • Πυθαγόρειος 285
  • πυθαγορίζειν 272
  • Πυθιονίκᾱς 98
  • Πυθιονίκης 98
  • πυκάζειν 236
  • πυλαῖος 285
  • πυλ(α)ωρός 120 υποσημ., 126
  • Πυλοιγενής 73, 110
  • πυλών 315
  • πυξίζειν 271
  • πύξινος 319
  • πυοῦσθαι 205
  • πυρ- δες πυρο-
  • πυρηφόρος 133
  • πυρι- 32, 41, 136
  • πυριήκης 32, 41
  • πυρίκαυστος 32
  • πυρίπαις 32, 136
  • πυρίτης 359
  • πυρκαϊή127
  • πυρ(ο)- 127, 131
  • πυροειδής 131
  • πυροῦν (ἀπύρωτος) 204 υποσημ.
  • πυροφόρος 133
  • πυρράζειν 265
  • πυρρίζειν 265
  • Πύρρος 26, 165
  • πυρρός 26, 165, 220, 265
  • πυρροῦν 265
  • πυρσαίνειν 14, 220
  • πύστις 373
  • (ἀπο-, ἐκ-)πυτίζειν275
  • -πώλης, -πωλις, -πωλεῖν 99, 195
  • πωλοδαμνεῖν 98
  • πωλοδάμνης 98

Ρ

  • ῥαβδοῦχος 121
  • ῥάζειν 241
  • ῥαντίζειν 275
  • Ῥαφανοχόρτασος 164
  • ῥαχίζειν 257
  • ῥαχῖτις 360
  • ῥέεθρον 390
  • ῥεῖθρον 390
  • ῥεῦσις (ῥύσις) 371
  • ῥευσταλέος 330
  • ῥηγνύναι 171
  • ῥήσσειν 171
  • ῥητινοῦν 207
  • ῥητορικός 395 υποσημ.
  • ῥήτρα 351
  • ῥῑγεδανός 387
  • ῥιγεῖν 187
  • ῥιγηλός 325
  • ῥιζοῦν 204 υποσημ.
  • ῥιπτάζειν 250
  • ῥοδοδάκτυλος 86, 90, 112, 139, 151
  • ῥοιζεῖν 191
  • ῥόος 123
  • ρυπαρός 331
  • ῥύσις δες ῥεῦσις
  • ῥυστάζειν 250
  • ῥυστακτύς 375
  • ῥωγαλέος 333
  • ῥωννύναι 171
  • ῥωπήεις 362
  • ῥωτακίζειν 274

Σ

  • σαββατίζειν 269
  • Σαβελλιανοί 322
  • σάκος 123
  • σαλπίζειν 260, 263
  • Σαμαρίτης 358
  • Σαμόθρῃκες 93, 148
  • Σαμοθρῄκιος 93, 148
  • σανίσκη 399
  • Σαρδιανός 321
  • σαρκασμοπιτυοκάμπτης 161
  • σατραπεύειν 214
  • Σαυνίτης 358
  • σέβεσθαι 187, 316
  • -σείειν 188 υποσημ.
  • σεισματίας 288
  • σελά̄νᾱ 124
  • σελάννα 124
  • σελήνη 124
  • Σελινοῦς 363
  • σεμνός 316
  • σεμνύνειν 226
  • σημειοῦν και μέσ. 201
  • σημερινός 318
  • -σημος 141
  • σηπεδών 386
  • Σθένελος 327
  • -σθενής 155, 157
  • Σθέννις 327
  • σιγᾱλός 325
  • σιγᾶν 180
  • σιγματίζειν 274
  • σιδηροβρώς 102, 150
  • σιδηροκμής 105, 150
  • σιδηροῦν 205
  • Σίμων 165
  • σιναπίζειν 254
  • σίτησις 372
  • σιωπᾶν 180
  • σκαπάνη 281
  • (δια-)σκατοῦσθαι 207
  • (κατα-)σκαφή 281
  • σκαφῆναι 281
  • σκεδαννύναι 170
  • σκελίσκος 399
  • σκηπτοῦχος 121
  • σκῆπτρον 121, 351
  • σκιάζειν 244
  • σκιακός 394
  • σκιδνάναι 170
  • σκιόεις 362
  • σκιρτᾶν 186
  • σκληροκαρδία 92 υποσημ.
  • σκληρύνειν 226
  • σκλήρυσμα 310
  • σκορακίζειν 264
  • (συ-)σκοτάζειν 240, 244
  • σκοτεινός 317
  • σκοτοῦν 204, 244
  • σκυδμαίνειν 221
  • σκυτεύειν 212
  • σκυτεύς 212, 301
  • σκυτο- 131
  • σκυτοτόμος 131
  • σμαραγεῖν 261
  • σμαραγίζειν 261
  • σμικρύνειν 226
  • σοβεῖν 187
  • σοφία 287
  • σοφίζειν 265
  • σοφοῦν 265
  • σπαδών 386
  • σπᾶν 179 υποσημ.
  • σπανίζειν 254
  • Σπαρτιάτης 357
  • σπασμός 305
  • σπέρχειν 227
  • σπερχύνειν 227
  • σπουδάζειν 251
  • σπουδαρχία384
  • σπουδαρχιᾶν384
  • σπουδαρχίδης 384
  • σπούδαρχος 184
  • στάδιος 378
  • στασιάζειν 240
  • στάσιμος 307
  • στασιοποιός 130
  • στάσις, -στασις 43, 145, 156, 158
  • -στάτης 345
  • στεμματοῦν 205
  • στενάζειν 243, 251
  • στενάχειν 243, 251
  • στεφανίων 314
  • στεφανοῦν 198 κεξ.
  • στεφανωέτω 209
  • στῆσαι 79
  • στησι- 79, 163
  • Στησίχορος 79, 163
  • στιβάζειν 235
  • στοβάζειν 242
  • στομοῦν 205
  • στομφάζειν 243
  • στομώδης 389
  • στοχάζεσθαι 247
  • Στράβων 313
  • στρατᾱγός 118
  • στρατηγεῖν 194
  • στρατηγία 184
  • στρατηγιᾶν 184
  • στρατηγός 118, 184, 194
  • στρατιώτης 357
  • στρατός 367
  • Στράττις 23
  • στρεψο- 138
  • στρεψοδικεῖν 138
  • στρεψοδικοπανουργία 161
  • στρουθοκάμηλος 94
  • στροφαλίζειν 277
  • στροφεύς 302
  • στρωννύναι 171
  • στρωφᾶν 186
  • στυγά̄νωρ 78
  • -στυγής 102, 105
  • στυγο- 78
  • στυγόδεμνος 78
  • στύγος 105
  • -στυξ 44, 102, 150
  • Στωϊκός 394
  • στωμύλλειν 228 κεξ.
  • σύαγρος 93 με υποσημ., 160
  • Συβαρίτης 358
  • συβώτης 100, 126, 338, 342, 349
  • σύγγαμβρος 47
  • συλλήπτωρ 345
  • συμμαχίς 380, 382
  • συμπαρεισέρχεσθαι 162
  • συμποσιάζειν 269
  • συμπότης 47
  • συν- *47, 95, 115, 154
  • συνάδελφος 50
  • σύνδουλος 47, 53, 94
  • συνεδριάζειν 269
  • συνεξελεύθερος 47
  • συνέριθος 47, 116
  • σύνοδος 47
  • συρίζειν 260
  • Συρίσκος 399
  • συρίττειν 260
  • Συροφοίνικες 94
  • σφαγή 281
  • σφάγιον 289
  • σφάγιος 289
  • σφάζειν 233
  • σφάττειν 233
  • σφελίσκον 399
  • σφηκίσκος 397
  • σφηκοῦν 204 υποσημ.
  • σφραγιδονυχαργοκομῆται Παράρτ. ΙΙ
  • σφριγᾶν 183
  • σφρῖγος 183
  • σχεθεῖν 174
  • Σωκρατίδιον 293
  • σωμάτιον 296
  • σώτειρα 300, 346
  • σωτήρ(ιος) 287, 346
  • σωτηρία 287, 346
  • σωτήρια 287, 346
  • σωφροσύνη 129

Τ

  • ταλα- 75, 96, 155, 159
  • ταλακάρδιος 159
  • ταλαπενθής 75, 155
  • ταλάριον 335 υποσημ.
  • ταμεσίχρως 79
  • ταμιεύειν 213 κεξ.
  • ταμιεύτωρ 343
  • Τανταλίς 381
  • τανῦν 48
  • τανύπτερος 137
  • τανυπτέρυξ 137
  • τανυ(σι)- 137
  • τανυσίπτερος 137
  • -τάξ 107
  • ταπεινοῦν 205
  • Ταραντῖνος 320
  • ταραξι- 160 κεξ.
  • ταραξιβόρβορος 160
  • ταραξικάρδιος 160
  • ταραξιππόστρατος 160
  • Ταῦρος 165
  • ταχινός 318
  • ταχύνειν 227
  • Τεγεάτης 354
  • τέθριππον 119
  • τείνυται 171
  • τειχεσιπλήτης 71, 103
  • τελαμών 312, 384
  • Τελαμωνιάδης 384
  • Τελαμώνιον υἱόν314
  • Τελαμώνιος 283
  • τελείεται 188
  • τελεῖν 188
  • τελέ(σ)σαι 188
  • τελεσθῆναι 188
  • τελεσφόρος 152
  • τελήεις 362
  • τελωνεῖν 99
  • τελώνης 99, 289
  • τελώνιον 289
  • τερασκόπος 127
  • τερέβινθος 390
  • τέρμινθος 390
  • τέρπειν216
  • τέρπεσθαι 216
  • τερπικέραυνος 96 υποσημ.
  • τέρψαι 79
  • τερψι- *79, 96, 111, 137, 151
  • τερψίμβροτος 79, 96, 111, 137, 151
  • τέρψις 79
  • τεσσαρεσκαιδέκατος 66
  • τεσσερεσκαίδεκα 66
  • τέτανος 22
  • τετρα- 74, 122, 127, 135
  • τετραετής 122
  • τετράκυκλος 74
  • τετράποδον 119
  • τετράπους 122
  • τετράρχης 122
  • τετράφαλος 127
  • τεχνᾶν 185
  • τεχνίτης 359
  • τεχνύδριον 294
  • Τηλε-, Τηλι-, Τηλο- 136, 138
  • τηλεδαπός 377
  • τίζειν 264
  • τιθήνη 22
  • τιμᾶν 39, 42, 202
  • τιμά̄ορος 120
  • τιμά̄οχος 121
  • τιμήεις 362
  • τιμήορος 120
  • τιμοῦχος 121
  • τιμωρός 120
  • τί̄νειν 171
  • (δια-)τινθαλέος 330
  • Τίρυνς 390
  • Τίρυνθος 390
  • τιτθεύειν 213
  • τίτθη 23
  • τλη- 75, 96, 159
  • τλήθυμος 159
  • τλήμων 312
  • Τληπόλεμος 75
  • τοκεῖς 301
  • τομᾶν 183
  • τομή 183
  • τοξάζεσθαι 247
  • τοξοδάμας 102
  • τοξότης 356
  • τοξοφόρος 126
  • τοπάζειν 247
  • τορνευτολυρασπιδοπηγός 82, 161
  • τορύνειν 224
  • τορύνη 224
  • -τούτης δες -ετης
  • τραγέλαφος 94
  • τραγίζειν 271
  • τραπέμπαλιν 160 κεξ.
  • τραυλίζειν 262
  • τραχύνειν 226
  • τραχύτης 364
  • τρεισκαίδεκα 81
  • τρεισκαιδέκατος *66, 146
  • τρέμειν 7
  • τρέσσε 7
  • -τρεφής 105
  • τρι- 90, 126, 151
  • τριάζειν 249
  • τριακονταετής 122
  • τριακοντάκις 135
  • τριακοντούτης 120, 122, 135 υποσημ.
  • τριακοστός 135
  • τρίβειν 99, 313
  • -τρίβης (-τρίψ) 99
  • τρίβων 313
  • τριετής 122
  • τρίζειν και παράγ. 260
  • τριήραρχος 99
  • τρικτύς 376
  • τρίπους 73, 90, 122, 126, 151
  • τρισ- 64
  • τρισάθλιος 64
  • τρισάσμενος 64
  • τρισμύριοι 64
  • τρισόλβιος 64
  • τριττύς 376
  • τρίχουλος 85, 89, 160
  • -τριψ δες-τρίβης
  • τρομεῖν 187
  • (ἐν-, μετα-)τροπαλίζεσθαι 277
  • τροπός 97
  • τροφεῖον 289
  • -τροφος 97, 106, 152, 280
  • τροφός 280, 302
  • τροχάζειν 251
  • τροχαλίζειν 277
  • τροχός 97, 280
  • τρόχος 97, 280
  • τρυχαλέος 333
  • Τρωϊκός 392
  • τυμπανίζειν 257, 263
  • τυντλάζειν 242
  • τύπτειν 37
  • τυραννεῖν 191
  • τυφεδανός 386 κεξ.
  • τυφεδών 386 κεξ.

Υ

  • ὑ- δες ὑο-
  • ὑβριστής 342, 349
  • ὑγιάζειν 240, 245
  • ὑγιαίνειν 221 κεξ., 245
  • ὑγιεινός 317, 396
  • ὑγιηρός 336
  • ὑγιής 59, 240, 245
  • ὑγράζειν 244
  • ὑγραίνειν 15, 220, 244
  • ὑδαταίνειν 221
  • ὑδατο- 131
  • -ύδατος 143
  • ὑδατοτρεφής 131
  • ὑδατοῦσθαι 207
  • ὑδεροῦσθαι 207
  • ὑδρηλός 325
  • ὑδρο- 131
  • ὑδροπότης 131
  • -υδρος 143
  • ὑδροφορός 152
  • ὕδωρ 17, 219
  • ὑετός 367
  • ὑΐζειν 257
  • ὑλᾶν 179
  • ὑλήεις 362
  • ὑλο- 130
  • ὑλοτόμος 130
  • ὑμέτερος 336
  • ὑ(ο)- 126, 130
  • ὑοβοσκός 97
  • ὑόπρῳρος 130
  • ὑπαπιέναι 162
  • ὕπαρχος 47
  • ὑπέξ 109, 157, 162
  • ὑπεξαναδῦναι 162
  • ὑπέρθυμος 45
  • Ὑπερμένης 163
  • ὑπῆγον 157
  • ὑπηνήτης 354
  • ὑπνώδης 389
  • ὑπνώσσειν 231
  • ὑπνωτικός 396
  • ὑπο- 47, 162
  • ὑποβολή156
  • ὑποβολιμαῖος 308
  • ὑποδιάκονος 47
  • ὑποδιδάσκαλος 47
  • ὑποδύτης 347
  • ὑποκάτω 49
  • ὑποκορίζεσθαι 291 υποσημ.
  • ὑποκοριστικά 291 υποσημ.
  • ὑπόγαιος 144
  • ὑπόγειος 144
  • ὑπόθεσις 145
  • ὑπόλεπτος 46
  • ὑπολευκαίνειν 46
  • ὑπόλευκος 46
  • ὑποπόδιον 52
  • ὑποπόδιος 52
  • ὑποχθόνιος 51
  • ὑστερεῖν 266
  • ὑστερίζειν 266
  • ὑφηνίοχος 47
  • ὑφορβός 126
  • ὑψοῦν 15, 205

Φ

  • φαγᾶς 283
  • φαγέδαινα 386
  • -φαγεῖν 190
  • φαγησιπόσια 82, 147
  • φαέθειν 174
  • φαεινός 317
  • φαεννός 317
  • φαεσίμβροτος 79
  • φαεσφόρος 127 υποσημ.
  • φαίδιμος 307
  • Φαίδρα 26
  • φαιδρός 26, 226, 307, 335
  • φαιδρύνειν 226
  • φαιδύνειν 226
  • Φαινε-, Φαινι-, Φαινο- 138
  • φανός 317
  • φάρμακον 178
  • φαρμακοτρίβης 99
  • φαρμάσσειν 178
  • Φασιανός 321
  • φάσκειν 172
  • φάτις 373
  • φειδωλή 325
  • φειδωλός 325
  • φερ(ε)- 160
  • φέρασπις 160
  • φερέκαρπος 160
  • φερεσσακής 123
  • φέρτρον 351
  • φεύζειν 234
  • φθέγγεσθαι 243, 251
  • φθεισήνωρ 79
  • φθεισι- 79
  • φθεισίμβροτος 79
  • φθί̄νειν 171, 174
  • φθινύθειν 171, 174
  • φθισιᾶν 184
  • φθίσις 184
  • φθογγάζεσθαι 243, 251
  • φθορά 281
  • -φθορος 97, 152
  • φιλαθλητής 350
  • φῖλαι 76
  • φιλάνθρωπος 77, 119
  • φιλάνωρ 119
  • φί̄λατο 76
  • φιλεῖν 178, 187 κεξ., 191
  • φιλέλλην 77
  • φιλήρετμος 76, 118
  • -φιλής 105
  • φιλῆσαι 188
  • Φιλιππηνός 321
  • φιλιππίζειν 272
  • Φιλίσκος 399
  • Φίλλιος 327
  • φιλο- *76 κεξ., 87, 96, 113, 138, 350
  • φιλογέωργος 77
  • φιλοδικαστής 77
  • φιλοθύτης 77
  • φιλόκαλος 87
  • φιλομμειδής 76, 123
  • φιλόξεινος 76
  • φιλόξενος76, 119
  • φιλοπαίγμων 76
  • φιλοπόνηρος 77
  • φιλόπονος 77
  • φιλοπτόλεμος 76
  • φίλος 178
  • φιλοτιμεῖσθαι 197
  • φιλοψευδής 76
  • φιτύειν208
  • φλεγέθειν 174
  • φλεγμαίνειν 221
  • φλεγμαντύς 375
  • φλογίζειν 276
  • φλύκταινα 207
  • φλυκταινοῦσθαι 207
  • φοβερός 335
  • Φοινίκισσα 300
  • Φοίνισσα 300
  • φοιταλέος 332
  • φονᾶν 183
  • -φονεῖν 212
  • φονεύειν 212, 214
  • φονεύς 212, 214, 301 κεξ.
  • φονή 183, 214
  • -φονος 212, 214, 301 κεξ.
  • (-)φορεῖν 187, 189, 372 υποσημ.
  • -φορεῖσθαι 197
  • φορμίζειν 260, 263
  • -φορος 21, 44, 62, 152, 160, 280, 372 υποσημ.
  • φορός 25, 97
  • φράζειν 233
  • φράξω 177
  • φράσσω 177
  • φρικαλέος 333
  • φροίμιον 52, 121
  • (-)φρονεῖν 195
  • φρονηματίας 288
  • φροντίζειν 253
  • φροῦδος 50, 121
  • φρούραρχος 99
  • Φρυγία 287
  • Φρύγιος 287
  • -φρων 141, 163
  • φυγαδείοι 210, 217
  • φυγαδεύαντι 210, 217
  • φυγαδεύειν 210, 217
  • φυγάς 380
  • φυγή 281
  • φυγο- *77, 113
  • φυγοπτόλεμος 77
  • φυζαλέος 332
  • -φυλακεῖν 195
  • φυλακίς 382
  • φύλακος 129
  • φύλαξ 129
  • φύλαξις 372
  • φυλάξω 177
  • φυλάσσειν 230, 372
  • φυλάσσω177
  • φυλάττειν 233
  • φυλέτης 355
  • -φυξ 21, 44, 150, 279
  • φύξιμον 307
  • φυσίζοος 142
  • φυσικός 392
  • φυσιολόγος 130
  • φυσώδης 389
  • φυτόν 366
  • Φωκα(ι)εύς 381
  • Φωκα(ι)ίς 381
  • φωνεῖν 194
  • φωσφόρος 127 υποσημ.

Χ

  • -χαίτης 139
  • χαλεπαίνειν 221 κεξ.
  • χαλκεῖον 15, 290
  • χαλκήιος 285, 290
  • χαμ(αι)- 63
  • χαμαιγενής 63
  • χαμαιευνάς 63
  • χαμαιευνής 63
  • χαμαίπιτυς 63
  • χαμαιράφανος 63
  • χάμευνα 63
  • χαρά 281
  • χαρακτηρίζειν 257
  • χαρίεις 361
  • χαρίζεσθαι 254
  • Χάριλλος 327
  • χειμερινός 318
  • χειμέριος 318
  • χειμ(ων)ο- 131
  • χειμόσπορος 131
  • χειμών 312
  • χειμωνοτύπος 131
  • χειριδωτός 368
  • χειρο- δες χερ-
  • χειρογάστωρ 160
  • χειρόγραφον 106
  • χειροποίητος 104
  • χειροτέχνης 131
  • χελιδονίζειν 264
  • χερ- (χειρο-) 127, 131
  • χερνής 340
  • χερνήτης 340
  • χέρνιψ 102, 127, 150, 279
  • χερνίψαντο 85 υποσημ.
  • χερσαῖος 285
  • χερσόνησος 94
  • χηναλώπηξ 94
  • χηνίσκος 397
  • χθεσινός 318
  • χιλίαρχος 99
  • χιονο- 131
  • χιονόκτυπος 131
  • χιτώνιον 296
  • χιτωνισκάριον 295
  • χιτωνίσκιον 296
  • χλανισκίδιον 296
  • χιτωνίσκος 398
  • χλευάζειν 241κεξ.
  • χλωραίνειν 220
  • χλωρόμελας 81
  • χνοάζειν 248
  • Χοιρύλος 327
  • χολᾶν 183
  • χολοῦν 199
  • χορηγός 118
  • χοροψάλτρια 342 υποσημ.
  • χορτάζειν 164, 171
  • χρᾶσθαι 179
  • χρῆναι 66
  • χρῆσθαι 179
  • χρήσιμος 307
  • Χριστιανισμός 273
  • Χριστιανός 322
  • χρύσειος 285, 297 υποσημ.
  • χρυσελεφαντήλεκτρος 83, 161
  • χρύσεος 297
  • χρυσίζειν 265, 271
  • χρυσοῦν 205, 265
  • χρυσοῦς 297
  • χύτρα 351
  • χύτρος 351
  • χωλαίνειν 221 κεξ.
  • χωλεύειν 215 κεξ.
  • χωλεύεσθαι 215 κεξ.
  • χωράφιον 337
  • χωρίζειν 254

Ψ

  • ψαλτήριον 348
  • ψάλτης 348
  • ψάλτρια 348
  • ψαμμακοσιογάργαρα 135, 161
  • ψευδάγγελος 114, 131
  • ψευδάττικος 114
  • ψευδεπίγραφος 114
  • ψευδηρακλῆς 114
  • (-)ψευδής 25, 155
  • ψευδόδειπνον 114
  • ψευδοκῆρυξ 114
  • ψευδολόγος 114
  • ψευδόμαντις 114
  • ψευδόμαρτυς 114
  • ψευδοπάρθενος 114
  • ψεῦδος 400
  • ψευσίστυξ 44, 102, 150
  • ψεῦσμα 310
  • ψιττάζειν 234
  • ψιχίον 296
  • ψοφεῖν 191
  • ψυχοπομπός 21, 44, 97 κεξ., 146, 152, 280
  • ψυχραίνειν 220
  • ψωμίον 296
  • ψώρα 184
  • ψωριᾶν 184

Ω