Albert Debrunner 

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική 

 

Σύνθεση για τους σκοπούς της παραγωγής (συνθετικό επίθημα, υπόσταση)

§ 146. Πολύ συχνά ένα συντακτικό σύμπλεγμα λέξεων γίνεται σταθερό σύνθετο χάρη στο ότι η επιθυμία για παράγωγες λέξεις από αυτό (§ 36 , 38) [72] προκαλεί την πλήρη ενοποίησή του. Ας χρησιμοποιηθούν ως πρότυπα παραδείγματα τα Νεάπολις και Μεγαλόπολις. Αρχικά οι πόλεις ονομάζονταν Νέα Πόλις (πρβ. Παράρτημα ΙΙΙ) και Μεγάλη Πόλις· όταν ήθελαν να χαρακτηρίσουν τους κατοίκους τους μ' ένα παράγωγο, κατέφευγαν στη θεματική σύνθεση, καθώς αυτή εξέφραζε καθαρότερα την απαραίτητη ενότητα των συνδεόμενων λέξεων· ώστε Νεοπολίτης Μεγαλοπολίτης. Δίπλα σε αυτά τα πλήρη σύνθετα επέζησαν τα παλιά, με διπλή κλίση τοπωνύμια για μεγάλο χρονικό διάστημα· τελικά όμως στη μετακλασική εποχή και αυτά συνενώθηκαν: το Νεάπολις κλινόταν ως μία λέξη μόνο στο τέλος: Νεαπόλεως κτλ., το Μεγαλόπολις παρέλαβε ακόμη και τη θεματική του σύνθεση από το Μεγαλοπολίτης. Πρβ. επίσης καλὸς κἀγαθός - καλο-κἀγαθία - καλοκἀγαθός § 36 , ἀνδραγαθία -θίζεσθαι -θεῖν § 93 , τρεισκαιδέκατος (§ 66), επιπλέον πλεον- (μειον-, εὐ-, καχ-) έκτης (§ 101) -εκτεῖν -εξία από τα πλέον, μεῖον, εὖ, κακῶς ἔχειν. Έτσι μπορούμε να καταλάβουμε και τα ρηματικά εξαρτημένα σύνθετα: το ψυχὴν πέμπειν δεν θα γίνει ποτέ σύνθετο (πρβ. § 85 υποσημ.), αντίθετα με το ψυχο-πομπός· το ίδιο ισχύει φυσικά και για σύνθετα με nomen agentis σε -ᾱς, -ης,-της στο β΄ συνθετικό (§ 98 κεξξ.).

§ 147. Ανάμεσα στα επιθήματα, που από συντακτικά συμπλέγματα σχηματίζουν παράγωγες λέξεις, στα ελληνικά το επιθετικοποιητικό -ιο- (§ 283 κεξξ.) καταλαμβάνει αναμφίβολα την πρώτη θέση· είναι το κατεξοχήν συνθετικό επίθημα των ελληνικών [73]. Οι εκφράσεις, όπου εμφανίζεται, κάνοντάς τες να παγώσουν και θέτοντάς τες στο ίδιο επίπεδο με απλές λέξεις (υπόσταση), είναι από συντακτική άποψη ποικίλες. Σπάνιο είναι ένα ζευγάρι ουσιαστικών που πρέπει να συνδεθούν με το "και": φαγησι-πόσια (§ 82)· πολύ συχνή μια πρόθεση με εξαρτώμενο ουσιαστικό: παρ-άλιος (§ 51). Ένα προσδιοριστικό όνομα εμφανίζεται με τη μορφή του θέματος στο πρώτο μέλος μιας υπόστασης με το -ιο-: ὁμο-πάτριος (κλασ.) 'από τον ίδιο πατέρα', πρβ. λατ. bi - ped - ius 'δίποδος'· εξαιρέσεις είναι πολύ σπάνιες: ἑκτημόριος (§ 66). Μια δοτική Διὶ Σωτῆρι υπόκειται στο Διισωτήρια 'γιορτή με θυσίες στο Δία Σωτῆρα (επιγραφ.), μια γενική στο Διοσσωτηριασταί 'λάτρεις του Διός Σωτῆρος ' (επιγραφ.). Σχετικά με το -ίδιος σε υποστάσεις δες § 383 .

§ 148. Συνθετικό επίθημα μπορούμε επίσης να θεωρήσουμε το επιθετοποιητικό -ο- (§ 50 κεξ., 143). Υπάρχουν εξάλλου παράλληλα με την ίδια σημασία τα ἐν-ύπνιος (Όμ.) και ἔν-υπνος (ποιητής στον Πλούταρχο), ἐφ-ημέριος (Όμ.) και ἐφ-ήμερος (κλασ.), παρ-άλιος (Αισχύλ.) και πάρ-αλος (κλασ.), ἑκτη-μόριος και ἑκτή-μορος (§ 66). Θα ήταν όμως λάθος να πιστέψουμε ότι το πάραλος επεκτάθηκε με το -ιο- στο παράλιος· στα ελληνικά και οι δύο σχηματισμοί ήταν διαθέσιμοι ευθύς εξαρχής, ακριβώς όπως το ὁμο-πάτριος (§ 147) δεν παρήχθη από το ὁμο-πάτωρ (κλασ.).

Σχετικά με ένα ιδιότυπο είδος παραγωγής με σύνθεση στα ἱπποπόταμος, αἴγαγρος, Σαμοθρῄκιος δες § 93 .

§ 149. Σε πολύ πιο περιορισμένη κλίμακα σχηματίζονται ρήματα με τον τρόπο που περιγράφηκε στην § 146 (πρβ. γερμ. ü ber - nachten 'δια-νυκτερεύω' από το ü ber 'πάνω' Nacht 'νύχτα'): ἐγ-χειρεῖν 'παίρνω στο χέρι, αναλαμβάνω' (κλασ.), ἐγ-χειρίζειν 'δίνω στο χέρι, εγχειρίζω' (κλασ.) από το ἐν χειρί· ἐγ-γυαλίζειν 'βάζω στη χούφτα' (Όμ.) από το ἐν γυάλῳ 'στο κοίλο'· ἐν-ωτίζεσθαι 'βάζω στα αυτιά' (Εβδομήκοντα και Καινή Διαθήκη) από το ἐν ὠτί, ἐπ-αμφοτερίζειν 'κλίνω και προς τις δύο μεριές' (κλασ.) από το ἐπ' ἀμφότερα, προσ-ουδίζειν 'ρίχνω στο έδαφος (πρὸς οὖδας)' (Ηρόδοτος, Ευρ.)· τα ἀνδραγαθίζεσθαι -θεῖν πηγαίνουν μαζί με το ουσιαστικό -θία (§ 93), όπως τα πρωτεύειν πρωτεία κτλ. (§ 16).

72 Ή για παραπέρα σύνθεση (§ 37).

73 Αντιστοιχεί λοιπόν στο γερμανικό -ig: weit - herz - ig 'μεγαλόκαρδος', hohl -ä ug - ig 'κοιλόφθαλμος'. κτλ.

Τελευταία Ενημέρωση: 12 Δεκ 2008, 13:40