Albert Debrunner 

O Σχηματισμός των λέξεων στην Αρχαία Ελληνική 

 

Η μορφή της αρκτικής συλλαβής του -(ι)κός:

§ 393. Το -ικός εκτοπίζει σχεδόν κάθε φωνηεντική απόληξη του θέματος της βάσης· στα συμφωνόληκτα θέματα προσκολλάται φυσικά χωρίς δυσκολίες· πρβ. τα προαναφερθέντα παραδείγματα έναντι αναρίθμητων άλλων. Μόνο στην παλιότερη εποχή διατηρείται ένα ίχνος της απόληξης -ευ-: το *ηϜ-ικός έγινε -ῃκός, ύστερα στην αττική από τον 4ο αιώνα -εικός (πρβ. επιπλέον κλῄς - κλείς 'κλειδί', επιπλέον βασιλεύς - βασιλήιος - βασίλειος § 285). Παρόμοια Δεκελεύς - Δεκελεικός, κεραμεύς - κεραμεικός 'κεραμικός' (ιδίως ως τοπωνύμιο Κεραμεικός), ὀρεύς - ὀρεικὸν ζεῦγος 'ζευγάρι μουλαριών' (κλασ.) και αργότερα κατ' αναλογία βοεικὸν ζεῦγος 'ζευγάρι βοδιών' (κλασ.) από το βοῦς. Αυτά είναι ασφαλώς ήδη στην κλασική εποχή μόνον εξαιρέσεις· κατά τα άλλα κυριαρχεί η νεότερη τάση παράλειψης του -ευ-: βασιλεύς - βασιλικός (πρβ. βασιλίς § 381 , βασίλισσα § 300), Ὀρφεύς - Ὀρφικός, Μεγαρεύς - Μεγαρικός. Πρβ. § 381 Νηρηΐδες - Μεγαρίς.

§ 394. Από το -αῖος προέρχεται αρχικά το -αιϊκός, ύστερα -ᾱϊκός (πρβ. § 259 , 381): Ἀχαιϊκός Όμ. - Ἀχᾱϊκός αττ. Επίσης Εὔβοια - Εὐβοϊκός, αλλά στοά (παλιότερο στοιά) - Στωϊκός. Από το -ιος μετά τον 5ο αι. π.Χ. σχηματίζεται το -ιακός (μάλλον αρχικά κατ' αναλογία προς τα -ιάς § 379 , -ιάδης § 384 , -ιάζειν § 252 από τα -ίς, -ίδης, -ίζειν): Πελοποννήσιος - Πελοποννησιακός, ἥλιος - ἡλιακός, ζῴδιον - ζῳδιακός (§ 293) (ενν. κύκλος) (μεταγενέστεροι μαθηματικοί) [173]. Δεν χρειάζεται καν να βασιστούμε σε παράγωγα ουσιαστικών σε -ία, όπως σκιά - σκιακός (πρβ. § 252 σχετικά με το -ιάζειν), καθώς οι σχηματισμοί σε -ιακός είναι πολύ μεταγενέστεροι, για να έχουν χρησιμοποιήσει απλώς το πρότυπο των -ιάδης και -ιάζειν.

§ 395. Στα θηλυκός (γραμματικοί) από το θῆλυς και Λιβυκός από το Λίβυς δεν μπορώ να διακρίνω τίποτε παλιό, καθώς ήδη ο Αισχύλος σχηματίζει το ἀστικός από το ἄστυ 'πόλη' (ή από το ἀστός 'πολίτης';). Πάντως το -υκός είναι μια μικρή παραχώρηση του πανίσχυρου -ικός στο επίθημα με υ της βάσης. Το παράξενο -υ- του ἁλυκός 'αλμυρός' (από τον Πλάτωνα και εξής· ελληνιστ. το κανονικό ἁλικός) από το ἅλς 'αλάτι' προήλθε άραγε από το παλιότερο συνώνυμο ἁλμυρός (Όμ.);

Από τα nomina agentis σε -της [174] σχηματίζεται -τικός, που εκτοπίζει σταδιακά τον παλιότερο σχηματισμό σε -τήριος (§ 283 , 341): ο Πλάτωνας γνωρίζει το ἀμυντήριος (-ια ὅπλα· , ἀμυντήριον 'αμυντικό μέσο') και το ἀμυντικός (-ὴ δύναμις· -ὴ χειμώνων 'μέσο προστασίας από τις κακοκαιρίες').

173 Η γνωστή αττική πολιτική παράταξη ονομάζεται στον Ηρόδοτο οἱ ἐκ τοῦ πεδίου, μόλις στον Αριστοτέλη οἱ πεδιακοί.

174 Για τους λόγους που αναφέρθηκαν στις § 342 κεξξ. δεν υπολογίζονται σχεδόν καθόλου όσα λήγουν σε -τήρ και -τωρ κατά την εποχή της ευρείας εξάπλωσης του -ικός και στο διαλεκτικό τομέα του: μοναδικό το ῥητορ-ικός από το συνηθισμένο σε όλες τις περιόδους ῥήτωρ (που έγινε τεχνικός όρος)· το ὀρχηστρικός (Αθήναιος) δεν παράγεται από το ὀρχηστήρ αλλά από το ὀρχήστρα.

Τελευταία Ενημέρωση: 12 Δεκ 2008, 13:40