Εργαλεία 

Αρχές Σύνταξης της Αρχαιοελληνικής Γλώσσας 

 

(ii) Γενική

§2.21. Η γενική, όπως προαναφέρθηκε, είναι η πτώση που δηλώνει περιορισμό και εξειδίκευση. Γι' αυτό το λόγο, όταν προσδιορίζει ουσιαστικά, η λειτουργία της είναι παρόμοια με εκείνη του επιθετικού προσδιορισμού, ο οποίος επίσης εξειδικεύει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, π.χ. μπορεί να ειπωθεί ὁ οἶκος τοῦ πατρός αλλά και ο ὁ πατρικός οἶκος, τεῖχος λίθων αλλά και λίθινον τεῖχος, ὁ κίνδυνος τῶν Περσῶν αλλά και ὁ περσικὸς κίνδυνος. Η αρχαιοελληνική γενική έχει ενσωματώσει και τις χρήσεις της ινδοευρωπαϊκής αφαιρετικής. Η συγχώνευση αυτή υπήρξε δυνατή, γιατί και στην περίπτωση της αφαιρετικής δηλώνεται κάποιου είδους περιορισμός και εξειδίκευση, π.χ. στη φράση ἀπέρχομαι τῆς πόλεως (φεύγω από την πόλη) η γενική, η οποία βρίσκεται στη θέση αφαιρετικής, καθιστά συγκεκριμένη την αφετηρία της απομάκρυνσης. Στη συνέχεια θα εξεταστούν οι λειτουργίες της γενικής όταν (α) προσδιορίζει ουσιαστικά και επίθετα, (β) προσδιορίζει επιρρήματα και (γ) λειτουργεί επιρρηματικά.

§2.22. Η γενική με ονόματα. Η γενική, όταν προσδιορίζει ουσιαστικά ή επίθετα ως ετερόπτωτος προσδιορισμός, δηλώνει ποικίλες σχέσεις:

(α) το σύνολο του οποίου μέρος είναι το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό (γενική διαιρετική).

ΔΗΜ 27.68 τοὺς ἀδίκους τῶν ἀνθρώπων || τους άδικους ανάμεσα στους ανθρώπους.

ΛΥΣ 25.14 τῶν κατηγόρων ὁ βουλόμενος παρελθὼν ἐλεγξάτω || όποιος θέλει από τους κατηγόρους ας ανέβει στο βήμα κι ας με διαψεύσει.

ΠΛ Απολ 32bμόνος τῶν πρυτάνεων || μόνος από τους πρυτάνεις.

ΞΕΝ Ελλ 4.2.5 οἱ πολλοὶ τῶν στρατιωτῶν οι περισσότεροι από τους στρατιώτες.

ΘΟΥΚ 7.11.3 μέρος τι τοῦ ὁπλιτικοῦ || ένα μέρος του στρατεύματος των οπλιτών.

ΛΥΣ 2.40 τίς ἀνθρώπων οὐκ ἂν ἐδάκρυσεν; || ποιος άνθρωπος δεν θα δάκρυζε;

Διαιρετική είναι και η γενική γεωγραφικών όρων.

ΘΟΥΚ 1.29.3 ἐν Ἀκτίῳ τῆς Ἀνακτορίας γῆς || στο Άκτιο της Ανακτορίας,

Με γενική διαιρετική συντάσσεται αρκετά συχνά το ουσιαστικοποιημένο ουδέτερο επιθέτων ή αντωνυμιών, καθώς και ο υπερθετικός βαθμός των επιθέτων:

ΔΗΜ 12.6 εἰς τοῦτο παρανομίας ἀφῖχθε || έχετε φτάσει σ' αυτό το σημείο παρανομίας.

ΔΗΜ 9.3 ἄν τι τῶν ἀληθῶν μετὰ παρρησίας λέγω || αν λέω με θάρρος κάποια αλήθεια.

ΘΟΥΚ 1.30.3 τοῦ χρόνου τὸν πλεῖστον || τον περισσότερο καιρό.

ΞΕΝ ΚΑναβ 3.3.11 οἱ πρεσβύτατοι τῶν στρατηγῶν οι γηραιότεροι από τους στρατηγούς.

ΛΥΣ 2.28 κατὰ τὸ στενότατον τοῦ Ἑλλησπόντου || στο πιο στενό σημείο του Ελλησπόντου.

(β) τον κάτοχο ενός αντικειμένου ή τον δημιουργό (γενική κτητική ή του δημιουργού). Στη γενική κτητική εντάσσεται και η γενική που δηλώνει συγγενικές σχέσεις. Με γενική κτητική συντάσσονται συνήθως τα επίθετα: οἰκεῖος, ἴδιος, κοινός, συγγενής, ἑταῖρος, φίλος, ἐχθρός, ξένος.

ΛΥΣ 2.61 τὴν παλαιὰν ἀρετὴν τῶν προγόνων || την παλιά αρετή των προγόνων μας.

ΔΗΜ 60.4 ἡ γὰρ εὐγένεια τῶνδε τῶν ἀνδρῶν η ευγενική καταγωγή αυτών εδώ των ανδρών.

ΞΕΝ Απολ 33 ἐπεδείξατο δὲ τῆς ψυχῆς τὴν ῥώμην || έδειξε τη δύναμη της ψυχής του.

ΔΗΜ 24.142 τοὺς μὲν τοῦ Σόλωνος νόμους || τους νόμους του Σόλωνα.

ΘΟΥΚ 4.104.4Θουκυδίδην τὸν Ὀλόρου τον Θουκυδίδη τον γιο του Ολόρου.

ΣΟΦ Αι 172 Διὸς Ἄρτεμις || η Άρτεμη, η κόρη του Δία.

ΞΕΝ ΚΑναβ 5.3.13 ἱερὸς ὁ χῶρος τῆς Ἀρτέμιδος || προστατευμένος από τη θεά είναι ο χώρος της Άρτεμης.

ΠΛ Συμπ 205a τὸν ἔρωτα τοῦτον, πότερα κοινὸν οἴει εἶναι πάντων ἀνθρώπων, […] ἢ πῶς λέγεις; || κι αυτός ο έρωτας θεωρείς ότι είναι κοινός σε όλους τους ανθρώπους ή πώς αλλιώς το φαντάζεσαι.

ΔΗΜ 50.1 οὐ γὰρ ἐμὸς καὶ Πολυκλέους ἴδιός ἐστιν ὁ ἀγὼν μόνον, ἀλλὰ καὶ τῆς πόλεως κοινός || γιατί ο δικαστικός αγώνας δεν είναι ιδιωτικός που αφορά μόνο εμένα και τον Πολυκλή, αλλά δημόσιος και αφορά την πόλη μας.

(γ) την ύλη από την οποία είναι κατασκευασμένο ένα αντικείμενο (γενική της ύλης).

ΗΡΟΔ 2.138 ἐστρωμένη ἐστὶ ὁδὸς λίθου || υπάρχει δρόμος στρωμένος με πέτρα.

ΘΟΥΚ 6.8.1 ἑξήκοντα τάλαντα ἀσήμου ἀργυρίου || εξήντα τάλαντα άκοπο ασήμι.

ΞΕΝ Ελλ 4.4.12 εἰθισμένοι ὁρᾶν οἱ ἄνθρωποι σωροὺς σίτου, ξύλων, λίθων, τότε ἐθεάσαντο σωροὺς νεκρῶν || συνηθισμένοι οι άνθρωποι να βλέπουν σωρούς από σιτάρι, ξύλα και πέτρες, είδαν τότε σωρούς νεκρών.

(δ) το περιεχόμενο ενός αντικειμένου ή μιας έννοιας που δηλώνει πλήθος ή ποσότητα (γενική του περιεχομένου).

ΞΕΝ Απομν 1.2.32 βοῶν ἀγέλης νομεύς || βοσκός μιας αγέλης βοδιών.

ΞΕΝ Ελλ 1.1.15 τὸ πλῆθος τῶν νεῶν || το πλήθος των πλοίων.

ΞΕΝ ΚΑναβ 6.4.4 κρήνη δὲ ἡδέος ὕδατος || βρύση με δροσερό νερό.

(ε) κάποια ιδιότητα του προσδιοριζόμενου ουσιαστικού, συνήθως μέγεθος, ηλικία, ποσότητα οπότε συνοδεύεται και από αριθμητικό (γενική της ιδιότητας).

ΘΟΥΚ 4.104.4 ἀπέχουσα τῆς Ἀμφιπόλεως ἡμίσεος ἡμέρας μάλιστα πλοῦν || που απέχει από την Αμφίπολη το πολύ μισής μέρας ταξίδι με το πλοίο.

ΘΟΥΚ 6.8.1 ὡς ἐς ἑξήκοντα ναῦς μηνὸς μισθόν || περίπου ο μισθός ενός μήνα για εξήντα πλοία.

ΘΟΥΚ 7.2.4 ὀκτὼ σταδίων […] τεῖχος || τείχος οκτώ σταδίων.

ΘΟΥΚ 3.70.6 οἱ δέ τινες τῆς αὐτῆς γνώμης τῷ Πειθίᾳ ὀλίγοι ἐς τὴν Ἀττικὴν τριήρη κατέφυγον || κάποιοι λίγοι όμως που είχαν τις ίδιες πεποιθήσεις με τον Πειθία κατέφυγαν στην αττική τριήρη.

(στ) την αξία ή το τίμημα και εξαρτάται συνήθως από τα επίθετα: ἄξιος, ἀνάξιος, ἀντάξιος, ἐπάξιος, ἀξιόχρεως, ὠνητός, τίμιος, κ.ά. (γενική της αξίας).

ΛΥΣ 14.2 οὐ γὰρ μικρὰ τὰ ἁμαρτήματα οὐδὲ συγγνώμης ἄξια || γιατί τα σφάλματά δεν είναι μικρά ούτε αξίζουν τη συγγνώμη σας.

ΔΗΜ 8.49 ἀνάξιον ὑμῶν καὶ τῶν ὑπαρχόντων τῇ πόλει καὶ πεπραγμένων τοῖς προγόνοις || ανάξιο σε σας και στους πόρους που διαθέτει η πόλη σας και στα επιτεύγματα των προγόνων σας.

ΔΗΜ 8.49 οὐδεὶς ἂν γένοιτ' ἀξιόχρεως τηλικούτου πράγματος || γιατί κανείς άνθρωπος δεν θα μπορούσε να γίνει αξιόπιστος εγγυητής για ένα τόσο σημαντικό ζήτημα.

ΙΣΟΚΡ 2.32 δόξα δὲ χρημάτων οὐκ ὠνητή || η δόξα δεν μπορεί να αγοραστεί με χρήματα.

ΛΥΣ 30.20 ἱερὰ […] τριῶν ταλάντων || θυσίες αξίας τριών ταλάντων.

(ζ) την αιτία και εξαρτάται συνήθως από επίθετα όπως αἴτιος, ὑπαίτιος, ἀναίτιος, ὑπεύθυνος, ὑπόλογος, ἔνοχος, ἀθῷος, εὐδαίμων κ.ά. ή από ουσιαστικά που δηλώνουν ψυχικό πάθος (γενική της αιτίας).

ΛΥΣ 2.16 ἀγαθῶν πολλῶν αἴτιος ἅπασιν ἀνθρώποις || υπεύθυνος για πολλές ευεργεσίες προς όλους τους ανθρώπους.

ΛΥΣ 13.94 τὸν αἴτιον ὄντα ἐκείνοις τοῦ θανάτου || αυτόν που είναι υπεύθυνος για τον θάνατό τους.

ΔΗΜ 54.18 τραύματος πάλιν εἰσὶν γραφαί || κι υπάρχουν επίσης περιπτώσεις για την άσκηση δίωξης λόγω τραυματισμού.

(η) το υποκείμενο της ενέργειας που δηλώνει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό, το οποίο συνήθως είναι ρηματικό παράγωγο ή έχει ρηματική σημασία (γενική υποκειμενική).

ΛΥΣ 2.26 τήν τ' ἐνθάδε ἄφιξιν τῶν βαρβάρων καὶ τὴν νίκην τῶν προγόνων || την εδώ άφιξη των βαρβάρων και τη νίκη των προγόνων μας.

ΘΟΥΚ 2.65.9 τοῦ πρώτου ἀνδρὸς ἀρχή || εξουσία του ικανότερου άνδρα.

ΔΗΜ 36.24 τὰς μαρτυρίας […] τῶν παρόντων || τις μαρτυρίες όσων ήταν παρόντες.

(θ) το αντικείμενο της ενέργειας που δηλώνει το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό (γενική αντικειμενική). Τα ουσιαστικά και τα επίθετα που συντάσσονται με γενική αντικειμενική είναι ως προς τη σημασία τους συνήθως αντίστοιχα των ρημάτων που συντάσσονται με αντικείμενο σε γενική, δηλώνουν δηλαδή μνήμη ή λήθη (μνήμων, ἀμνήμων, ἐπιλήσμων), φροντίδα, επιμέλεια, φειδώ και τα αντίθετά τους (ἐπιμελής, ἀμελής, φειδωλός, ὀλίγωρος), συμμετοχή, πλησμονή ή στέρηση (μέτοχος, κοινωνός, πλήρης, μεστός, ἐνδεής, γυμνός, ψιλός, κενός, ὀρφανός), χωρισμό, απομάκρυνση ή απαλλαγή (ἔρημος, ἐλεύθερος, ἄμικτος, ἄγευστος), εμπειρία ή απειρία, επιτυχία ή αποτυχία (ἔμπειρος, ἄπειρος, ἐπιτυχής), εξουσία ή υποταγή (κύριος, ἡγεμών, ὑπήκοος), διαφορά ή σύγκριση (διάφορος, ἕτερος, ἀλλότριος).

ΘΟΥΚ 2.54.4 μνήμη δὲ ἐγένετο καὶ τοῦ Λακεδαιμονίων χρηστηρίου θυμήθηκαν και τον χρησμό που είχαν πάρει οι Λακεδαιμόνιοι.

ΘΟΥΚ 2.40.2 οἰκείων ἅμα καὶ πολιτικῶν ἐπιμέλεια || φροντίδα συγχρόνως και για τις ιδιωτικές και για τις δημόσιες υποθέσεις.

ΑΝΤΙΦ 3.4.6 μέτοχός ἐστι τοῦ φόνου || είναι συνεργός στον φόνο.

ΘΟΥΚ 2.52.3 τά τε ἱερὰ […] νεκρῶν πλέα ἦν || και τα ιερά ήταν γεμάτα νεκρούς.

ΔΗΜ 18.217 ζήλου καὶ χαρᾶς καὶ ἐπαίνων ἡ πόλις ἦν μεστή || η πόλη ήταν γεμάτη από ενθουσιασμό και χαρά και επαίνους.

ΛΥΣ 13.11 τῶν ἐπιτηδείων ἐνδεεῖς || στερημένοι τα απαραίτητα.

ΗΡΟΔ 4.19 ψιλὴ δὲ δενδρέων ἡ πᾶσα αὕτη (χώρη) || ολόκληρη αυτή η περιοχή είναι γυμνή από δέντρα.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.8.20 τὰ δ᾽ ἅρματα ἐφέροντο […] κενὰ ἡνιόχων || τα άρματα έτρεχαν χωρίς ηνιόχους.

ΔΗΜ 57.70 πατρὸς ὀρφανός || ορφανός από πατέρα.

ΞΕΝ Απομν 4.4.24φίλων μὲν ἀγαθῶν ἔρημοι || έρημοι από καλούς φίλους.

ΘΟΥΚ 1.80.1 πολλῶν ἤδη πολέμων ἔμπειρός εἰμι || έχω ήδη εμπειρία πολλών πολέμων.

ΘΟΥΚ 1.142.6 τὸ δὲ τῆς θαλάσσης ἐπιστήμονας γενέσθαι οὐ ῥᾳδίως αὐτοῖς προσγενήσεται || δεν θα είναι εύκολο γι' αυτούς να γίνουν έμπειροι στη ναυτική τέχνη.

ΔΗΜ 3.16 εἰ δὲ καὶ ταύτης κύριος τῆς χώρας γενήσεται || αν όμως γίνει κύριος κι αυτής της περιοχής.

ΘΟΥΚ 2.75.2 οἱ δὲ τοῦ δήμου προστάται || οι αρχηγοί της δημοκρατικής παράταξης.

ΠΛ Πολ 360d οὕτω δὲ δρῶν οὐδὲν ἂν διάφορον τοῦ ἑτέρου ποιοῖ || ενεργώντας όμως έτσι δεν θα έκανε κάτι διαφορετικό από τον άλλο.

ΠΛ Γοργ 500dἕτερον δὲ τὸ ἡδὺ τοῦ ἀγαθοῦ || η ηδονή είναι κάτι διαφορετικό από το αγαθό.

ΘΟΥΚ 2.52.2 τοῦ ὕδατος ἐπιθυμίᾳ || από δίψα για νερό.

ΔΗΜ 60.9 τοὺς τῶν ᾀδομένων ποιητάς || τους ποιητές των τραγουδιών.

(ι) τον δεύτερο όρο της σύγκρισης μετά από επίθετα συγκριτικού βαθμού ή επίθετα που δηλώνουν σύγκριση, όπως πρότερος, ὕστερος, πολλαπλάσιος, κλπ. (γενική συγκριτική).

ΛΥΣ 2.42 συνεβάλοντο […] ναῦς δὲ πλείους τῶν ἄλλων συμμάχων || συνεισέφεραν περισσότερα πλοία από τους άλλους συμμάχους τους.

ΘΟΥΚ 2.61.1 ὁ φυγὼν τὸν κίνδυνον τοῦ ὑποστάντος μεμπτότερος || αυτός που θέλει να αποφύγει τον κίνδυνο είναι περισσότερο αξιοκατάκριτος από αυτόν που τον υπομένει.

ΣΟΦ Αντ 672 ἀναρχίας δὲ μεῖζον οὐκ ἔστιν κακόν || δεν υπάρχει κακό μεγαλύτερο από την αναρχία.

ΛΥΣ 16.15 ὕστερος ἀνεχώρησα τοῦ σεμνοῦ Στειριῶς || υποχώρησα μετά από τον αλαζόνα δημότη της Στειρίας.

ΞΕΝ ΚΑναβ 1.2.25 Ἐπύαξα δὲ ἡ Συεννέσιος γυνὴ προτέρα Κύρου […] ἀφίκετο || η Επύαξα, η γυναίκα του Συέννεση, έφτασε πριν από τον Κύρο.

Εκφορά του δέυτερου όρου σύγκρισης. Ο δεύτερος όρος της σύγκρισης, όταν είναι ουσιαστικό ή όρος ισοδύναμος με ουσιαστικό μπορεί να εκφέρεται με δύο τρόπους: (α) συνηθέστερα με γενική συγκριτική, (β) με το διαζευκτικό και το ουσιαστικό στην ίδια πτώση με τον πρώτο όρο της σύγκρισης.

ΛΥΣ 19.61 οὔκουν ἄξιον τοῖς τῶν κατηγόρων λόγοις πιστεῦσαι μᾶλλον ἢ τοῖς ἔργοις (τοῦ ἐμοῦ πατρός) || δεν είναι, συνεπώς, σωστό να δώσετε μεγαλύτερη πίστη στα λόγια των κατηγόρων απ' ό,τι στα έργα (του πατέρα μου).

ΛΥΣ 24.19 ταῦτα λέγων οὐδὲν ἐμοῦ κατηγορεῖ μᾶλλον ἢ τῶν ἄλλων ὅσοι τέχνας ἔχουσιν || λέγοντας αυτά δεν κατηγορεί καθόλου περισσότερο εμένα απ' ό,τι τους άλλους, όσοι ασκούν κάποιο επάγγελμα τεχνίτη.

Στην περίπτωση που ο δεύτερος όρος σύγκρισης δεν είναι ουσιαστικό ή είναι φράση, εκφέρεται πάντοτε με το διαζευκτικό και σε μορφή όμοια με τον πρώτο όρο σύγκρισης.

ΞΕΝ Απομν 4.1.2 (Σωκράτης) παίζων οὐδὲν ἧττον ἢ σπουδάζων ἐλυσιτέλει τοῖς συνδιατρίβουσι || ο Σωκράτης, όταν αστειευόταν, ωφελούσε όσους τον συναναστρέφονταν όχι λιγότερο απ' ό,τι όταν μιλούσε σοβαρά.

ΛΥΣ 7.27 τῷ βουλομένῳ τότε μᾶλλον ἐξῆν ἀδικεῖν ἢ νυνί || για όποιον το ήθελε, ήταν πιο εύκολο τότε να αδικεί απ' ό,τι τώρα.

§2.23. Η γενική με επιρρήματα. Η γενική, όταν συνοδεύει επιρρήματα, έχει συνήθως τις λειτουργίες και τις σημασίες που διαθέτει όταν συνοδεύει επίθετα, καθώς πολλά επιρρήματα παράγονται από επίθετα ή ως προς τη σημασία τους αντιστοιχούν σε κάποια επίθετα. Έτσι η γενική μετά από επιρρήματα μπορεί να είναι:

(α) Γενική διαιρετική μετά από επιρρήματα τοπικά, χρονικά, ποσοτικά και τον υπερθετικό βαθμό των επιρρημάτων.

ΞΕΝ ΚΠαιδ 6.1.42 ἐμβαλεῖν ποι τῆς ἐκείνων χώρας || να κάνουμε επίθεση σε κάποιο σημείο της χώρας εκείνων.

ΔΗΜ 23.156 αἰσθόμενος δ᾽ οὗ ἦν κακοῦ || κι όταν αντιλήφθηκε σε τι δύσκολη θέση βρισκόταν.

ΘΟΥΚ 4.25.1 ὀψὲ τῆς ἡμέρας || αργά το βράδυ.

ΠΛ Χαρμ 155c ἐπειδὴ δὲ τῶν τοιούτων ἅδην εἴχομεν || κι αφού είχαμε εξαντλήσει το συγκεκριμένο θέμα.

(β) Γενική της αξίας μετά από τα επιρρήματα ἀξίως, ἐπαξίως, ἀναξίως κλπ.

ΔΗΜ 60.1 ἀξίως εἰπεῖν τῶν τετελευτηκότων || να μιλήσω όπως αξίζει στους νεκρούς.

ΠΛ Απολ 32e καὶ πράττων ἀξίως ἀνδρὸς ἀγαθοῦ || και ενεργώντας όπως ταιριάζει σ' έναν ενάρετο άνθρωπο.

(γ) Γενική της αιτίας μετά από επιφωνήματα που δηλώνουν λύπη, πόνο, έκπληξη.

ΑΡΙΣΤΟΦ Πλ 389 Οἴμοι τῶν κακῶν || αλίμονο για τις συμφορές μου! / αλίμονο, ποιες συμφορές με βρήκαν!

(δ) Γενική αντικειμενική μετά από τροπικά επιρρήματα παραγόμενα από επίθετα που συντάσσονται με γενική αντικειμενική ή μετά από τα προθετικά τοπικά επιρρήματα (τοπικά επιρρήματα που παράγονται από προθέσεις, όπως ἄνω, κάτω, ἐντός, ἐκτός, ἐγγύς, ἐναντίον, πλησίον κλπ.).

ΙΣΟΚΡ 1.52 δεῖ καὶ τοὺς παιδείας ὀρεγομένους μηδενὸς μὲν ἀπείρως ἔχειν || πρέπει κι αυτοί που επιθυμούν την παιδεία να μην είναι αμαθείς σε τίποτα.

ΠΛ Νομ 932a ἐάν τις ἐν τῇδε τῇ πόλει γονέων ἀμελέστερον ἔχῃ τοῦ δέοντος || αν κάποιος σε αυτήν εδώ την πόλη παραμελεί υπερβολικά τους γονείς του.

ΣΟΦ ΟΤ 788 λάθρᾳ δὲ μητρὸς καὶ πατρὸς πορεύομαι Πυθώδε || κρυφά από τη μητέρα και τον πατέρα μου πηγαίνω στην Πυθώ (=στους Δελφούς).

ΛΥΣ 2.63 ἐγγὺς […] τοῦδε τοῦ μνήματος || κοντά σ' αυτό εδώ το μνήμα.

ΔΗΜ 3.27 πλησίον Θηβῶν || κοντά στη Θήβα.

ΘΟΥΚ 6.25.1 ἐναντίον ἁπάντων || ενώπιον όλων.

ΛΥΣ 3.46 οὐ νόμιμόν ἐστιν ἔξω τοῦ πράγματος λέγειν || δεν είναι νόμιμο να μιλά κανείς για πράγματα άσχετα με την υπόθεση.

(ε) Γενική συγκριτική μετά από συγκριτικό βαθμό επιρρημάτων.

ΙΣΟΚΡ Επιστ 8.2 ὁρῶν δ᾽ αὐτοὺς λυπουμένους μᾶλλον τοῦ προσήκοντος || κι επειδή βλέπω ότι αυτοί λυπούνται περισσότερο απ' όσο πρέπει.

(στ) Γενική της αναφοράς με τα τροπικά επιρρήματα πῶς, ὅπως, ὡς, καλῶς, κακῶς, εὖ, όταν σχηματίζουν περιφράσεις με τα ρήματα ἔχω και κεῖμαι (στον Ηρόδοτο και ἥκω). Η συγκεκριμένη γενική δηλώνει σε σχέση με τι το υποκείμενο της πρότασης βρίσκεται σε καλή/κακή κατάσταση ή θέση.

ΘΟΥΚ 1.22.3διότι οἱ παρόντες ἐν τοῖς ἔργοις ἑκάστοις οὐ ταὐτὰ περὶ τῶν αὐτῶν ἔλεγον, ἀλλ' ὡς ἑκατέρων τις εὐνοίας ἢ μνήμης ἔχοι || γιατί οι παρόντες στα επιμέρους γεγονότα δεν έδιναν τις ίδιες πληροφορίες για τα ίδια συμβάντα, αλλά τα διηγούνταν ανάλογα με την εύνοιά τους προς τη μία ή την άλλη πλευρά και όπως τα θυμόντουσαν.

ΔΗΜ 60.23 ὡς ἕκαστος ἔχει γνώμης || ο καθένας ανάλογα με την κρίση του.

ΠΛ Πολ 404d εὖ σώματος ἕξειν || να είναι σε καλή σωματική κατάσταση.

ΞΕΝ Ελλ 4.5.15 ὡς τάχους ἕκαστος εἶχεν || όσο γρήγορα μπορούσε ο καθένας.

§2.24. Η γενική ως επιρρηματικός προσδιορισμός μπορεί να δηλώνει:

(α) τόπο. Πρόκειται για χρήση κυρίως ποιητική· στην πεζογραφία έχουν διατηρηθεί μόνο οι γενικές κάποιων αντωνυμιών που έχουν καταλήξει τοπικά επιρρήματα.

ΘΟΥΚ 1.29.3 ἐν Ἀκτίῳ τῆς Ἀνακτορίας γῆς, οὗ τὸ ἱερὸν τοῦ Ἀπόλλωνός ἐστιν || στο Άκτιο της Ανακτορίας, όπου βρίσκεται το ιερό του Απόλλωνα.

ΘΟΥΚ 2.52.3 τά τε ἱερὰ ἐν οἷς ἐσκήνηντο νεκρῶν πλέα ἦν, αὐτοῦ ἐναποθνῃσκόντων || και τα ιερά στα οποία είχαν κατασκηνώσει ήταν γεμάτα νεκρούς, που είχαν ξεψυχήσει εκεί μέσα.

(β) χρόνο. Ειδικότερα δηλώνει χρονικό διάστημα εντός του οποίου συμβαίνει ή ισχύει κάτι.

ΘΟΥΚ 3.104.1 τοῦ δ' αὐτοῦ χειμῶνος καὶ Δῆλον ἐκάθηραν Ἀθηναῖοι || κατά τη διάρκεια του ίδιου χειμώνα οι Αθηναίοι έκαναν και τον καθαρμό της Δήλου.

ΛΥΣ 14.2 ὡς ἔσται τοῦ λοιποῦ βελτίων || ότι θα είναι στο εξής καλύτερος.

(γ) αιτία, όταν προσδιορίζει ρήματα ψυχικού πάθους ή δικανικά ρήματα.

ΛΥΣ 2.40 τίς τῆς τόλμης αὐτοὺς οὐκ ἂν ἠγάσθη; || ποιος δεν θα τους θαύμαζε για την τόλμη τους;

ΛΥΣ 2.81 ἐγὼ μὲν οὖν αὐτοὺς καὶ μακαρίζω τοῦ θανάτου καὶ ζηλῶ || εγώ λοιπόν αυτούς τους μακαρίζω και τους ζηλεύω για τον θάνατο που είχαν.

ΛΥΣ 10.31 νῦν γὰρ διώκω <μὲν> κακηγορίας, τῇ δ' αὐτῇ ψήφῳ φόνου φεύγω τοῦ πατρός || γιατί εγώ τώρα ασκώ δίωξη εναντίον του για εξύβριση και συγχρόνως κατά την ίδια ψηφοφορία κατηγορούμαι για τον φόνο του πατέρα μου.

(δ) αξία ή τίμημα (και την ποινή, όταν προσδιορίζει δικαστικά ρήματα).

ΠΛ Απολ 20b καὶ πόσου διδάσκει; || και πόσα παίρνει για τη διδασκαλία του;

ΔΗΜ 9.9 τοῦτο δ᾽ ἐστὶν ὃ τῶν ἀναλισκομένων χρημάτων πάντων Φίλιππος ὠνεῖται || αυτό είναι που αγοράζει ο Φίλιππος με όλα τα χρήματα που ξοδεύει.

ΠΛ Απολ 36b τιμᾶται δ᾽ οὖν μοι ὁ ἀνὴρ θανάτου || ορίζει ως ποινή λοιπόν για μένα ο άνθρωπος αυτός το θάνατο.

Οι παραπάνω λειτουργίες και σημασίες της γενικής μπορούν να ομαδοποιηθούν σε τρεις μεγάλες κατηγορίες: (α) γενική διαιρετική: συνοδεύει συνήθως ρήματα και δηλώνει το μέρος ενός όλου ή ένα συγκεκριμένο πράγμα σε αντίθεση με άλλα, στο οποίο μεταβαίνει η ρηματική ενέργεια· αντιθέτως, όταν προσδιορίζει ουσιαστικά δηλώνει το όλο στο οποίο εντάσσεται το προσδιοριζόμενο ουσιαστικό· (β) υπαγωγική γενική: συνοδεύει συνήθως ονόματα και τα εξειδικεύει υπάγοντάς τα στην κυριότητα κάποιου ή σε μια συγκεκριμένη κατηγορία· (γ) αφαιρετική γενική: δηλώνει την αφετηρία μιας κίνησης απομάκρυνσης ή την προέλευση.

Τελευταία Ενημέρωση: 05 Ιούν 2012, 10:18