ΑΝΑΖΗΤΗΣΗ

ΒΑΣΙΚΟ ΚΕΙΜΕΝΟ

ΒΟΗΘΗΤΙΚΑ ΚΕΙΜΕΝΑ

Θέματα ιστορίας της ελληνικής γλώσσας 

Γραφή και ελληνική γλώσσα 

Άννα Μίσσιου (2007) 

Θουκυδίδης 2.2. Budé


Τέσσερα μὲν γὰρ καὶ δέκα ἔτη ἐνέμειναν αἱ τριακοντούτεις σπονδαὶ αἳ ἐγένοντο μετὰ Εὐβοίας ἅλωσιν· τῷ δὲ πέμπτῳ καὶ δεκάτῳ ἔτει, ἐπὶ Χρυσίδος ἐν Ἄργει τότε πεντήκοντα δυοῖν δέοντα ἔτη ἱερωμένης καὶ Αἰνησίου ἐφόρου ἐν Σπάρτῃ καὶ Πυθοδώρου ἔτι τέσσαρας μῆνας ἄρχοντος Ἀθηναίοις, μετὰ τὴν ἐν Ποτειδαίᾳ μάχην μηνὶ ἕκτῳ καὶ ἅμα ἦρι ἀρχομένῳ Θηβαίων ἄνδρες ὀλίγῳ πλείους τριακοσίων (ἡγοῦντο δὲ αὐτῶν βοιωταρχοῦντες Πυθάγγελός τε ὁ Φυλείδου καὶ Διέμπορος ὁ Ὀνητορίδου) ἐσῆλθον περὶ πρῶτον ὕπνον ξὺν ὅπλοις ἐς Πλάταιαν τῆς Βοιωτίας, οὖσαν Ἀθηναίων ξυμμαχίδα. 2 Ἐπηγάγοντο δὲ καὶ ἀνέῳξαν τὰς πύλας Πλαταιῶν ἄνδρες, Ναυκλείδης τε καὶ οἱ μετ' αὐτοῦ, βουλόμενοι ἰδίας ἕνεκα δυνάμεως ἄνδρας τε τῶν πολιτῶν τοὺς σφίσιν ὑπεναντίους διαφθεῖραι καὶ τὴν πόλιν Θηβαίοις προσποιῆσαι. 3 Ἔπραξαν δὲ ταῦτα δι' Εὐρυμάχου τοῦ Λεοντιάδου, ἀνδρὸς Θηβαίων δυνατωτάτου. Προϊδόντες γὰρ οἱ Θηβαῖοι ὅτι ἔσοιτο ὁ πόλεμος, ἐβούλοντο τὴν Πλάταιαν αἰεὶ σφίσι διάφορον οὖσαν ἔτι ἐν εἰρήνῃ τε καὶ τοῦ πολέμου μήπω φανεροῦ καθεστῶτος προκαταλαβεῖν. Ἦι καὶ ῥᾷον ἔλαθον ἐσελθόντες, φυλακῆς οὐ προκαθεστηκυίας. 4 Θέμενοι δὲ ἐς τὴν ἀγορὰν τὰ ὅπλα τοῖς μὲν ἐπαγαγομένοις οὐκ ἐπείθοντο ὥστε εὐθὺς ἔργου ἔχεσθαι καὶ ἰέναι ἐπὶ τὰς οἰκίας τῶν ἐχθρῶν, γνώμην δ' ἐποιοῦντο κηρύγμασί τε χρήσασθαι ἐπιτηδείοις καὶ ἐς ξύμβασιν μᾶλλον καὶ φιλίαν τὴν πόλιν ἀγαγεῖν (καὶ ἀνεῖπεν ὁ κῆρυξ, εἴ τις βούλεται κατὰ τὰ πάτρια τῶν πάντων Βοιωτῶν ξυμμαχεῖν, τίθεσθαι παρ' αὑτοὺς τὰ ὅπλα), νομίζοντες σφίσι ῥᾳδίως τούτῳ τῷ τρόπῳ προσχωρήσειν τὴν πόλιν.

Δέκα τέσσερα χρόνια έμειναν έγκυρες οι συνθήκες που υπογράφησαν μετά την καθυπόταξη της Εύβοιας· το δέκατο πέμπτο χρόνο, όταν η Χρυσίδα ήθελε δύο χρόνια να συμπληρώσει τα πενήντα της ιερωσύνης της, κ' έφορος στη Σπάρτη ήταν ο Αινησίας, κι ο Πυθόδωρος είχε ακόμα τέσσερις μήνες ως να τελειώσει ο καιρός του σαν άρχοντας της Αθήνας, δεκαέξη μήνες μετά τη μάχη της Ποτείδαιας, και μόλις άρχιζε η άνοιξη, μερικοί ένοπλοι Θηβαίοι, λίγο παραπάνω από τριακόσιοι (κι αρχηγοί τους ήταν οι τότε Βοιωτάρχες Πυθάγγελος ο γιος του Φιλείδη, και ο Διέμπορος ο γιος του Ονηταρίδη), μπήκαν την ώρα του πρώτου ύπνου στην Πλάταια της Βοιωτίας, πολιτεία συμμαχική της Αθήνας. Τους είχαν καλέσει ναρθούν και τους άνοιξαν τις πύλες του τείχους άντρες από μέσα από την Πλάταια, ο Ναυκλείδης και τα παλληκάρια του, που ήθελαν, για ν' αποχτήσουν δική τους δύναμη, τόσο να σκοτώσουν τους πολίτες που τους ήταν ενάντιοι όσο και να οδηγήσουν την πολιτεία στη συμμαχία της Θήβας. Κι αυτά τα ενέργησαν με τον Ευρύμαχο το γιο του Λεοντίδη, που ήταν από τους πιο ισχυρούς παράγοντες μέσα στη Θήβα. Γιατί οι Θηβαίοι, προβλέποντας πως θα γίνει ο πόλεμος, ήθελαν να προφτάσουν να πάρουν την Πλάταια, που διαφερόταν πάντα μαζί τους, ακόμα κι όσο ήταν ειρήνη, κι ο πόλεμος δεν είχε ακόμα ξεσπάσει στα φανερά. Και γι' αυτό μπήκαν ευκολότερα, χωρίς να τους πάρει κανείς είδηση, επειδή δεν είχαν οριστεί φρουρές στα τείχη. Και γδύθηκαν τ' άρματά τους και τα σώριασαν στην κεντρική πλατεία, χωρίς ν' ακούσουν αυτούς που τους κάλεσαν ώστε να πιάσουν αμέσως τη δουλειά, και να πάνε στα σπίτια των αντιπάλων τους, αλλά είχαν τη γνώμη να χρησιμοποιήσουν κατάλληλες δημόσιες προκηρύξεις και να φέρουνε μάλλον με το καλό την πόλη να κλείσει συνθήκη μαζί τους και να τους γίνει φιλική: (και διαλάλησαν οι κήρυκες όποιος θέλει να συμμαχήσει μαζί τους, σύμφωνα με τις παραδόσεις όλων των Βοιωτών, να καταθέσει τα όπλα του κοντά τους), νομίζοντας πως μ' αυτόν τον τρόπο θα προχωρούσε η πολιτεία εύκολα με το μέρος τους.

Μτφ.: Έ. Λαμπρίδη
(Θουκυδίδου Ιστορία. Εισαγωγή
Ι.Θ. Κακριδή. Αθήνα χ.χ.: Γκοβόστης.
Βιβλιοθήκη Αρχαίων Κλασικών 1)

Τελευταία Ενημέρωση: 16 Ιούν 2010, 10:47