Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γραφίτης
1 εγγραφή
γραφίτης ο [γrafítis] Ο10 : ορυκτός κρυσταλλικός άνθρακας, μαύρος και μαλακός, κατάλληλος για μολύβια γραψίματος.

[λόγ. < γερμ. Graph(it) -ίτης ή μέσω του γαλλ. graphite < αρχ. γράφ(ω) -ite = -ίτης]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες