Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: προτεραία
1 εγγραφή
προτεραία η [proteréa] Ο26 (χωρίς πληθ.) : (λόγ.) η παραμονή, η προηγούμενη (μιας ημέρας).

[λόγ. < αρχ. προτεραία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες