Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ομοϊδεάτης
1 εγγραφή
ομοϊδεάτης ο [omoiδeátis] Ο10 θηλ. ομοϊδεάτισσα [omoiδeátisa] Ο27 : αυτός που έχει τις ίδιες ιδέες, την ίδια ιδεολογία με κπ. άλλο.

[λόγ. ομο- + ιδέ(α) -άτης· λόγ. ομοϊδεάτ(ης) -ισσα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες