Dictionary of Standard Modern Greek

Go

Search options

Basket

Results for: μαρτυρολόγιο
1 item total
μαρτυρολόγιο το [martirolójio] Ο40 : 1. διήγηση για τη ζωή και ιδίως για το μαρτυρικό θάνατο ενός χριστιανού μάρτυρα καθώς και το σχετικό βιβλίο: Tο ~ του πρωτομάρτυρα Στεφάνου. 2. κατάλογος χριστιανών μαρτύρων: Mάρτυρας που το όνομά του λείπει από το επίσημο χριστιανικό ~.

[λόγ. < μσν. μαρτυρολόγιον < μαρτυρ- (δες μάρτυρας 2) -ο- + -λόγιον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go