Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κουάφ
1 εγγραφή
κουάφ η [kuáf] Ο (άκλ.) : κάθε είδους διακοσμητικό, συνήθ. από άνθη, που φοράει η νύφη στο κεφάλι της.

[λόγ. < γαλλ. coiffe]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες