Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: κομιτατζής
1 εγγραφή
κομιτατζής ο [komitadzís] Ο8 : ονομασία μέλους του βουλγαρικού κομιτάτου.

[τουρκ. komitacι (< komita = κομιτάτο) `Βούλγαρος, Έλληνας ή Σέρβος, μέλος επαναστατικής οργάνωσης΄]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες