Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- κάστορας ο [kástoras] Ο5 : αμφίβιο τρωκτικό με χοντρό σώμα, πλατιά ουρά, παχύ τρίχωμα και με τα δάχτυλα στα πίσω πόδια του ενωμένα με νηκτική μεμβράνη, που ζει σε υπόγειες φωλιές και που θεωρείται πολύτιμο για το δέρμα του.
[αρχ. κάστωρ, αιτ. -ορα]



