Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ευαγγελιστής
1 εγγραφή
ευαγγελιστής ο [evangelistís] Ο7 : 1.προσωνυμία του καθενός από τους συγγραφείς των τεσσάρων ευαγγελίων: Ο ~ Mατθαίος / Mάρκος / Λουκάς / Iωάννης. 2. συνήθης ονομασία των Ελλήνων διαμαρτυρομένων· ευαγγελικός2.

[λόγ.: 1: ελνστ. εὐαγγελιστής· 2: σημδ. αγγλ. evangelistic ή γαλλ. évangéliste]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες