Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: επιτολή
1 εγγραφή
επιτολή η [epitolí] Ο29 : (αστρον., για άστρο, αστερισμό κτλ.) εμφάνιση επάνω από τον ορίζοντα: H ~ του Σείριου.

[λόγ. < αρχ. ἐπιτολή]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες