Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: δυσλεξία
1 εγγραφή
δυσλεξία η [δisleksía] Ο25 : (ιατρ.) διαταραχή του μηχανισμού της ανάγνωσης και της γραφής, που είναι ανεξάρτητη από το βαθμό ευφυΐας του ατόμου· (πρβ. αλεξία).

[λόγ. < γαλλ. dyslexie < dys- = δυσ- + αρχ. λέξ(ις) -ie = -ία]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες