Dictionary of Standard Modern Greek
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
- γκλίτσα η [glítsa] Ο25α : είδος ραβδιού που το χρησιμοποιούν οι βοσκοί, με κύριο χαρακτηριστικό πρόσθετη λαβή σε σχήμα σίγμα, που είναι συνήθ. διακοσμημένη.
[< αγκλίτσα με αποβ. του αρχικού άτ. φων.]



