Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: γιάντες
1 εγγραφή
γιάντες το [jándes] Ο (άκλ.) : είδος στοιχήματος μνήμης ανάμεσα σε δύο άτομα, σύμφωνα με το οποίο κάθε φορά που ο ένας παίρνει κτ. από το χέρι του άλλου πρέπει να πει “το ξέρω”, “το θυμάμαι”, “γιάντες” κτλ., διαφορετικά χάνει: Bάζουμε ~; Bάλαμε ~ και τον κέρδισα. || διχαλωτό κοκαλάκι από το στήθος της κότας, με το οποίο παίζεται το ομώνυμο παιχνίδι.

[τουρκ. yâdes από τα περσ.]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες