Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- αντεπανάσταση η [andepanástasi] Ο33 : α.επανάσταση εναντίον άλλης επανάστασης ή επαναστατικού καθεστώτος: Δύο μήνες μετά την ανατροπή του παλαιού καθεστώτος ξέσπασε ~ που την κατέπνιξαν εύκολα. β. (γενικότ.) ιδεολογία αντίθετη προς άλλη επαναστατική.
[λόγ. αντ(ι)- + επανάστα(σις) -ση μτφρδ. γαλλ. contre-révolution]