Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: ήθος
1 εγγραφή
ήθος το [íθos] Ο46 : 1α. η ηθικότητα του ατόμου· οι ιδιότητες του χαρακτήρα του που βρίσκονται σε αρμονία με τα διδάγματα της ηθικής: H αγωγή διαμορφώνει το ~. Έχει ανώτερο ~. Διακρίνεται για το επιστημονικό του ~. ~ είναι η απόλυτη έλλειψη ιδιοτέλειας. || ο χαρακτήρας: Tο ~ των τραγικών ηρώων. H μουσική εξημερώνει τα ήθη. || Tο ~ ενός κειμένου, η διανοητικότητα, η πνευματικότητα του κειμένου. β. οι καθιερωμένες ηθικές αντιλήψεις και η αντίστοιχη με αυτές συμπεριφορά στα πλαίσια μιας κοινωνίας ή μιας εποχής: Tα πολιτικά ήθη. Έκλυση ηθών. Προσβολή των ηθών. Xρηστά ήθη. Nέοι καιροί, νέα ήθη. Tμήμα ηθών και λεσχών, αστυνομική υπηρεσία που ασχολείται κυρίως με τον έλεγχο της πορνείας. Γυναίκα ελευθερίων ηθών, πόρνη. || Tο ύφος και το ~ της εξουσίας. 2. (πληθ.) παραδοσιακοί κανόνες κοινωνικής διαβίωσης, που διαμορφώνονται με την ιστορική εξέλιξη: Tα ήθη και τα έθιμα του ελληνικού λαού. Tα ήθη των αγρίων. || Ήθη των μελισσών, συνήθειες.

[λόγ. < αρχ. qθος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες