Λεξικό της κοινής νεοελληνικής
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
- Bένετοι οι [véneti] Ο20 : (ιστ.) 1. αρματηλάτες του βυζαντινού ιπποδρόμου με γαλάζια στολή· Γαλάζιοι. 2. οι οπαδοί των Γαλάζιων και η αντίστοιχη πολιτική φατρία.
[λόγ. < μσν. βένετοι `οι μπλε΄ < λατ. πληθ. veneti]



