Λεξικό της κοινής νεοελληνικής

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: "κρατήρας 2"
1 εγγραφή
κρατήρας 2 ο : αρχαίο αγγείο με μεγάλο μέγεθος που το χρησιμοποιούσαν για την ανάμειξη του κρασιού με νερό.

[λόγ. < αρχ. κρατήρ, αιτ. -ῆρα]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες