Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: αυτοπροσδιορίζομαι
1 εγγραφή
[Λεξικό Γεωργακά]
αυτοπροσδιορίζομαι [aftoproz∂iorízome] (L)
  • determine or define o.s.:
    • ο άνθρωπος αυτοπροσδιορίζεται με ό,τι πράττει

[neol, cpd w. προσδιορίζομαι]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες