Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ύαλος
2 items total [1 - 2]
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ύαλος η [íalos] Ο36 : (λόγ.) το γυαλίI1.

[λόγ. < ελνστ. ὕαλος]

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
υαλοστάσιο το [ialostásio] Ο40 : επιφάνεια η οποία φέρει πλαίσια με υαλοπίνακες.

[λόγ. υαλο- + -στάσιον]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go