Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ψυχογένεια η [psixojénia] Ο27 : η μελέτη των ψυχικών αιτίων που μπορούν να ερμηνεύσουν μια συμπεριφορά, ένα σύμπτωμα ή μια νόσο.
[λόγ. < γερμ. Ρsychogenie ή γαλλ. psychogénie < psycho- = ψυχο- 2 + αρχ. γεν- (γεννῶ) -ie = -ια, -εια]



