Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ψυγειοκαταψύκτης
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ψυγειοκαταψύκτης ο [psijiokatapsíktis] Ο10 : ειδικό ψυγείο βαθιάς κατάψυξης, όπου μπορούν να συντηρηθούν τα τρόφιμα μεγάλο χρονικό διάστημα.

[λόγ. ψυγεί(ον) -ο- + καταψύκτης]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go