Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- ψιττακισμός [psitakizmós] Ο17 : 1.(λόγ.) παπαγαλισμός. 2. (ιατρ.) μηχανική επανάληψη λέξεων, φράσεων που άκουσε κάποιος χωρίς να καταλαβαίνει το νόημά τους.
[λόγ.: 1: ψιττακισ- (ψιττακίζω) -μός· 2: γαλλ. psittacisme < λατ. psittac(us) < ελνστ. ψιττακ(ός) -ism = -ισμός]