Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: ψιλορωτώ
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
ψιλορωτώ [psilorotó] & -άω Ρ10.1α : (προφ.) ρωτώ να μάθω λεπτομέρειες: Tι θες και τα ψιλορωτάς;

[ψιλο- + ρωτώ]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go