Combined Search
| 1 item total | << First < Previous Next > Last >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χόκεϊ το [xókei] Ο (άκλ.) : αθλητικό παιχνίδι στο οποίο οι παίχτες προσπαθούν με μια ειδική καμπύλη ράβδο να περάσουν μία μπάλα ή ένα δίσκο στο τέρμα του αντιπάλου: ~ με δίσκο στον πάγο / επί πάγου. ~ με μπάλα σε γήπεδο με χλόη.
[λόγ. < αγγλ. hockey]



