Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χωροφυλακή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χωροφυλακή η [xorofilakí] Ο29 : 1.παλαιότερη ονομασία του σώματος ασφαλείας που είχε έργο την τήρηση της δημόσιας τάξης και ασφάλειας στην ύπαιθρο και στις πόλεις, όπου δεν υπήρχε αστυνομία. 2. το κτίριο, όπου στεγαζόταν η χωροφυλακή.

[λόγ. χωρο(φύλαξ δες στο χωροφύλακας) -φυλακή]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go