Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χωρατατζής
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χωρατατζής ο [xoratadzís] Ο8 θηλ. χωρατατζού [xoratadzú] Ο37 : (οικ.) αυτός που του αρέσει να λέει ή να κάνει χωρατά: Ένας αδιόρθωτος ~.

[χωρατ(ό) -ατζής· χωρατατζ(ής) -ού]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go