Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χυμοποιώ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χυμοποιώ [ximopió] -ούμαι Ρ10.9 : μεταβάλλω φρούτα ή λαχανικά σε χυμό.

[λόγ. χυμ(ός) -ο- + -ποιώ]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες