Παράλληλη αναζήτηση
1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χρυσόστομος -η -ο [xrisóstomos] Ε5 : μόνο στην έκφραση πες τα χρυσόστομε!, όταν κάποιος διατυπώνει απόψεις γενικά αποδεκτές, που όμως ως εκείνη τη στιγμή δεν τις είχε διατυπώσει άλλος συνομιλητής, ή όταν κάποιος με καθυστέρηση εκφράζει επιτέλους τη γνώμη του.
[λόγ. < ελνστ. χρυσόστομος, από την επωνυμία του πατέρα της εκκλησίας Ιωάννη του Χρυσόστομου]