Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χρυσοχοείο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χρυσοχοείο το [xrisoxoío] Ο39 : 1.εργαστήριο χρυσοχόου. 2. κοσμηματοπωλείο.

[λόγ. < αρχ. χρυσοχοεῖον]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες