Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χριστουγεννιάτικος -η -ο
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χριστουγεννιάτικος -η -ο [xristujenátikos] Ε5 : α.που αναφέρεται ή που ταιριάζει στη γιορτή των Xριστουγέννων: Xριστουγεννιάτικοι ύμνοι. Xριστουγεννιάτικες παραδόσεις / ευχές. Xριστουγεννιάτικη ατμόσφαιρα. β. που γίνεται τη μέρα ή τις μέρες των Xριστουγέννων: Xριστουγεννιάτικη λειτουργία. Xριστουγενιάτικα δώρα. Xριστουγεννιάτικο δέντρο, στολισμένο φυσικό ή τεχνητό έλατο. χριστουγεννιάτικα ΕΠIΡΡ α. Στόλισαν την πόλη ~. β. Πρόσεξε μην αρρωστήσεις ~, τη μέρα ή τις μέρες των Xριστουγέννων.

[Χριστούγενν(α) -ιάτικος]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες