Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χορτοτάπητας
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χορτοτάπητας ο [xortotápitas] Ο5 : έκταση καλυμμένη με γκαζόν· χλοοτάπητας: Ο ~ του αγωνιστικού χώρου του γηπέδου.

[λόγ. χορτο- + τάπης > τάπητας]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες