Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: χειροπέδα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χειροπέδα η [xiropéδa] Ο25 (χωρίς πληθ.) : (λαϊκ.) οι χειροπέδες: Άντε να κουνηθεί τώρα με τη ~ στα χέρια.

[< χειροπέδ(η) μεταπλ. με βάση τον πληθ. χειροπέδες]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go