Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- χαιρετιστήριος -α -ο [xeretistírios] Ε6 : σε επίσημο ύφος, όταν απευθύνουμε σε κπ. χαιρετισμό2: Xαιρετιστήριο μήνυμα.
[λόγ. χαιρετισ- (χαιρετίζω) -τήριος]



