Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: χάρμπορ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
χάρμπορ το [xárbor] Ο (άκλ.) : χοντρό πεπιεσμένο χαρτί.

[αγγλ.(;)]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες