Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φωτόνιο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φωτόνιο το [fotónio] Ο42 : (φυσ.) το στοιχειώδες σωμάτιο της ηλεκτρομα γνητικής ακτινοβολίας· (πρβ. κβάντο).

[λόγ. < αγγλ. photon -ιον (phot(o)- = φωτ(ο)- 1)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go