Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φωτογένεια
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φωτογένεια η [fotojénia] Ο27 : η ιδιότητα ορισμένων ανθρώπων να φαίνονται έντονα, ζωηρά τα χαρακτηριστικά του προσώπου τους κατά τη φωτογράφιση, την κινηματογράφηση ή την τηλεοπτική τους εμφάνιση: Tο πρόσωπό της (δεν) έχει ~.

[λόγ. < γαλλ. photogénie < photo- = φωτο- 2 + -génie < -gène (δες φωτογενής)]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go