Παράλληλη αναζήτηση
| 1 εγγραφή | << Πρώτο < Προηγούμενο Επόμενο > Τελευταίο >> |
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
- φυματιώδης -ης -ες [fimatióδis] Ε11 : που αναφέρεται στα φυμάτια ή στη φυματίωση: ~ αρθρίτιδα / μηνιγγίτιδα / σπονδυλίτιδα. Φυματιώδες εμπύημα.
[λόγ. φυμάτι(ον), φυματί(ωσις) -ώδης μτφρδ. γαλλ. tuberculeux]



