Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φυλλορρόημα
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φυλλορρόημα το [filoróima] Ο49 : η διαδικασία του φυλλορροώ: Tο ~ των δέντρων. || (μτφ.): Tο ~ των ονείρων της γενιάς μας.

[λόγ. φυλλορροη- (φυλλορροώ) -μα]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go