Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φυλλάδιο
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φυλλάδιο το [filáδio] Ο42 : 1. έντυπο με λίγες σελίδες, βιβλιαράκι: Διαφημιστικό / ενημερωτικό ~. Στο δρόμο μοίραζαν προπαγανδιστικά φυλλάδια. 2. (ειδ.) βιβλιάριο: Nαυτικό* ~.

[λόγ. φυλλαδ- (δες φυλλάδα) -ιον μτφρδ. γαλλ. livret]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go