Παράλληλη αναζήτηση

Βρες

Επιλογές αναζήτησης

Καλάθι

Αναζήτηση για: φρικασέ
1 εγγραφή
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φρικασέ [frikasé] Ε (άκλ.) : (μαγειρ.) τρόπος παρασκευής του κρέατος με χορταρικά, κρεμμυδάκια και αυγολέμονο: Aρνάκι / κατσίκι ~. || (ως ουσ.) το φρικασέ, το αντίστοιχο φαγητό: Xτες είχαμε ~.

[γαλλ. fricassée]

< Προηγούμενο   [1]   Επόμενο >
Μετάβαση στη σελίδα:Βρες