Combined Search

Go

Search options

Basket

Results for: φοροαποφυγή
1 item total
[Λεξικό Τριανταφυλλίδη]
φοροαποφυγή η [foroapofijí] Ο29 : η αποφυγή της πληρωμής των οφειλόμενων φόρων μέσο της μείωσης της φορολογητέας ύλης, που επιτυγχάνεται με την υπερβολική διόγκωση των εξόδων που δηλώνει ο φορολογούμενος. || η απώλεια (από το κράτος) φορολογικών εσόδων λόγω φοροαποφυγής.

[λόγ. φόρ(ος) -ο- + αποφυγή μτφρδ. αγγλ. tax avoidance]

< Previous   [1]   Next >
Go to page:Go